25.10.22

Το μεγάλο έπος του 1940 στα βουνά της Ηπείρου


Παραγγελίες πολεμικού υλικού και αμυντικά έργα
Αξημέρωτα της Δευτέρας της 28ης Οκτωβρίου ο τρομακτικός ήχος των σειρήνων μεταφέρει την είδηση του πολέμου. Ενός «προαναγγελθέντος» πολέμου που άρχισε ουσιαστικά δύο μήνες πριν, στις 15 Αυγούστου με τη βύθιση του ευδρόμου «Έλλη». Δύο μήνες που έδωσαν τον χρόνο στην ελληνική κυβέρνηση να εντείνει τις προσπάθειες για ολοκλήρωση της στρατιωτικής και πολιτικής προετοιμασίας της χώρας η οποία είχε ουσιαστικά ξεκινήσει τρία χρόνια πριν με την κατασκευή της οχυρωματικής γραμμής στα βόρεια σύνορα της χώρας (Γραμμής Μεταξά) για να αντιμετωπισθεί ενδεχόμενη επίθεση από Βουλγαρία.

Η κατάληψη της Αλβανίας από τα ιταλικά στρατεύματα τον Απρίλιο 1939 και η προφανής πλέον εχθρική απειλή στα ανοχύρωτα βορειοδυτικά μας σύνορα επέβαλαν τον επανασχεδιασμό της αμυντικής πολιτικής. Το νέο αμυντικό δόγμα ΙΒ (Ιταλία-Βουλγαρία) που προέβλεπε τον σχεδιασμό και την άμεση εκτέλεση της αμυντικής θωράκισης των αλβανικών συνόρων ολοκληρώθηκε το καλοκαίρι του 1939 για να τροποποιηθεί και να λάβει την οριστική του μορφή (Σχέδιο Επιστράτευσης Ιβα, β) στις αρχές του 1940. Την ίδια ώρα διατάχθηκε μερική επιστράτευση της VIII Μεραρχίας Ηπείρου και της IX Δυτικής Μακεδονίας με ατομικές προσκλήσεις, ενώ η αεροπορική άμυνα των Αθηνών ετέθη σε εμπόλεμη κατάσταση.

Παράλληλα επισπεύδεται η ολοκλήρωση των παραγγελιών που αφορούσαν προμήθεια πολεμικού υλικού και γίνονται νέες παραγγελίες ενώ αρχίζει εντατικό «νοικοκύρεμα» του συσσωρευμένου παλιού οπλισμού που έχρηζε ριζικής επισκευής. Κάθε εύρημα αξιοποιήθηκε, ακόμα και 60.000 γαλλικά τυφέκια gras (γκράδες), μοντέλο 1874, που θα αποδεικνύονταν χρήσιμα για τους ημιονηγούς και τα μετόπισθεν. Εντατικοποιείται η παραγωγή πολεμικού υλικού από την ΕΕΠΚ (Ελληνική Εταιρεία Πυριτιδοποιείου και Καλυκοποιείου) αλλά και από τις μικρές επιταγμένες μονάδες, ενώ καταβάλλεται γιγαντιαία προσπάθεια για την προμήθεια του απαραίτητου στρατιωτικού υλικού για τον εφοδιασμό και τον στρατωνισμό της ελληνικής στρατιάς.

Δύο νέα αντιτορπιλικά
Επιπρόσθετα καταβάλλεται προσπάθεια για την ενίσχυση του Πολεμικού Ναυτικού με την απόκτηση των αντιτορπιλικών «Βασιλεύς Γεώργιος» και «Βασίλισσα Όλγα», ενώ η αεροπορία (παρά τον καθολικό έρανο «υπέρ της αεροπορίας») παρέμεινε ισχνή, με τον Μεταξά να προσβλέπει στη Βρετανία για αποστολή μαχητικών αεροπλάνων. Παράλληλα με τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς και τα οχυρωματικά έργα, λαμβάνονται μέτρα για την παράκτια άμυνα της χώρας και την προστασία των ζωτικών λιμανιών της με οχυρά όπως το βόρειο και νότιο οχυρό της Αίγινας, των Φλεβών, το οχυρό στον Άραξο, τα οχυρά του Θερμαϊκού (Καραμπουρνού και Τούζλα) και τα οχυρά του βορείου και νοτίου Ευβοϊκού.

Στην αμυντική προσπάθεια της κυβέρνησης εντάσσεται και η κατασκευή καταφυγίων και ορυγμάτων. Ήδη από τον Δεκέμβρη του 1938 έχει επιβληθεί η κατασκευή υπογείων καταφυγίων σε όλες τις ανεγειρόμενες οικοδομές άνω των τριών ορόφων. Στο πλαίσιο του σχεδίου επιστράτευσης εφαρμόζονται οι διατάξεις που προβλέπουν την επίταξη του υγειονομικού και φαρμακευτικού υλικού, την επίταξη των νοσοκομείων και την ανάπτυξη νέων νοσηλευτικών εγκαταστάσεων ενώ τίθεται σε εφαρμογή σχέδιο ανάπτυξης νοσοκομείων κτηνών, τα οποία έχουν ήδη καταμετρηθεί για τις ανάγκες της επιστράτευσης.

Το σχέδιο πολιτικής επιστράτευσης του πληθυσμού
Παράλληλα με τη στρατιωτική προετοιμασία της χώρας μπαίνει σε εφαρμογή το σχέδιο πολιτικής επιστράτευσης, βάσει της οποίας ο πληθυσμός όλης της χώρας αδιακρίτως φύλου και άπαντες οι οργανισμοί όφειλαν να «συντρέχωσι και συνεισφέρουσι εις την Εθνικήν Άμυναν υποκείμενοι εις πειθαρχίαν πολέμου». Η συνεισφορά αφορούσε την οργάνωση και λειτουργία των μέτρων παθητικής αεράμυνας (τεχνική απόκρυψη, συναγερμοί, χημικά αέρια, πυρόσβεση), τις γεωργικές εργασίες και υπηρεσίες επισιτισμού, τη λειτουργία των εργοστασίων και επιχειρήσεων, την καταγραφή όλων των ιδιωτικών αυτοκινήτων και πάσης φύσεως μηχανοκίνητων που θα διευκόλυνε την έγκαιρη επίταξή τους σε καιρό πολέμου, την οργάνωση της υγειονομικής περίθαλψης, και την καλλιέργεια βασικών ειδών διατροφής σε «κάθε σπιθαμή γης».

Για την εκτέλεση του σχεδίου της πολιτικής επιστράτευσης, ιδιαίτερα στον τομέα της παθητικής αεράμυνας, διοργανώθηκαν εκπαιδευτικά προγράμματα και δόθηκε έμφαση στον σχεδιασμό της προπαγάνδας η οποία έπαψε πλέον να εξυπηρετεί τους σκοπούς και την ιδεολογία του καθεστώτος της «4ης Αυγούστου», προετοιμάζοντας τον λαό για την επερχόμενη θύελλα και ενισχύοντας το πατριωτικό του φρόνημα. Ωστόσο, παρά την τεράστια προσπάθεια που συντελέστηκε στην πολεμική προπαρασκευή, οι ελλείψεις και οι παραλείψεις ήσαν τεράστιες, ενώ τα προγνωστικά για την έκβαση της αναμέτρησης με τον πανίσχυρο εχθρό ήσαν δυσοίωνα. «Ο Θεός Βοηθός», θα σημειώσει ο Μεταξάς το πρωινό της 28ης Οκτωβρίου, λίγο πριν ενεργοποιηθεί το ρολόι της Ιστορίας.

Ενθουσιασμός και πάθος
Η απόφαση του Ιωάννη Μεταξά να απορρίψει χωρίς δισταγμό το ιταμό ιταλικό τελεσίγραφο έθεσε άμεσα σε λειτουργία την πολεμική μηχανή. Οι επιστρατευμένοι νέοι εισρέουν κατά χιλιάδες στα έμπεδα να καταταγούν. Με ενθουσιασμό και πάθος, που συνδαύλιζαν οι σημαίες, τα πολεμικά εμβατήρια και η φωνή του εκφωνητή στο ραδιόφωνο, ντύνονται στο χακί και ξεκινούν για το μέτωπο ωσάν να πηγαίνουν σε γιορτή. Και ήταν πράγματι γιορτή. Η πιο λαμπρή γιορτή της νεότερης ελληνικής Ιστορίας. Αν και είχαν στη διάθεσή τους πέντε ημέρες για να παρουσιαστούν, το ογδόντα τοις εκατό παρουσιάστηκε την πρώτη μέρα. Εκείνη πραγματικά η άψογα οργανωμένη «ταχύρρυθμη επιστράτευση» αποτέλεσε την πρώτη ιταλική αποτυχία και την πρώτη μεγάλη ελληνική νίκη.

Καθοριστική η συμβολή της στρατιάς των αμάχων
Παράλληλα, μια άλλη επιστράτευση άρχισε να λαμβάνει χώρα το πρωινό εκείνο. Έπειτα από τέσσερα χρόνια σκληρής διακυβέρνησης, ο λαός αφυπνίζεται και ξεχύνεται στους δρόμους. Παραμερίστηκαν οι πικρίες κατά του καθεστώτος, τα πολιτικά πάθη και οι προσωπικές φιλοδοξίες. Κοινός παρονομαστής απέμεινε το «νυν υπέρ πάντων ο αγών». «Επολέμησε και άλλοτε η Ελλάς με ενθουσιασμό και παραφροσύνη, αλλά ποτέ όπως τώρα, ποτέ δεν επολέμησεν ολόκληρος, ποτέ δεν εστρατεύθη όλη μαζύ (…) Ποτέ ο άνεμος του ενθουσιασμού δεν ήνοιξεν όπως τώρα όλας τας θύρας, δεν εμπήκεν εις όλα τα σπίτια (…) σπίτια, χέρια, πόδια, ζωές να τα δώσωμεν όλα», θα σημειώσει ο Γεώργιος Βλάχος στα «Άρθρα του Πολέμου».

Η πραγματικότητα του πολέμου ένωσε και συνήγειρε μια κοινωνία διχασμένη κουρασμένη, απογοητευμένη. Η αδρανής μέχρι τότε στρατιά των αμάχων συντονίζεται στον παλμό της πρώτης γραμμής. Οργανισμοί, φορείς, πνευματικά ιδρύματα, Εκκλησία, γέροι, γυναίκες παιδιά από κάθε τάξη, όλοι συμμετέχουν άμεσα στην τιτάνια προσπάθεια για την ενίσχυση του μετώπου και την κάλυψη των ελλείψεων της κρατικής μηχανής. Πρώτες στρατεύονται οι νοσοκόμες του Ελληνικού Ερυθρού Σταύρου που εκπαιδευμένες από το 1939 αναλαμβάνουν δράση επανδρώνοντας τα νοσοκομεία και τα χειρουργεία της πρώτης γραμμής. Οι Ελληνίδες αστές διοργανώνουν εράνους, συσσίτια και «πλεκτικά Τέια» για τη «Φανέλα του Στρατιώτου», καθώς ο χειμώνας άρχισε να παγώνει την ηπειρώτικη γη και μαζί τα πόδια των παιδιών της Ελλάδας.

Δίπλα στις αστές στέκεται περήφανα η απλή γυναίκα του λαού, η γυναίκα του μόχθου που προσφέρει από το υστέρημα της ξηλώνοντας και ξαναπλέκοντας τα ταπεινά μάλλινά της, ενώ οι γυναίκες της επαρχίας προσπαθούν αγόγγυστα μαζί με τους ηλικιωμένους και τα παιδιά να κρατήσουν ζωντανή την αγροτική παραγωγή που έχει ανάγκη η χώρα τούτη την ώρα. Στο εθνικό πρόσταγμα όλες οι γυναίκες, μάνες, σύζυγοι, αδελφές, αρραβωνιαστικιές, ακόμα και ο ιερόδουλες που προσέφεραν τις εισπράξεις τους, κάνουν το χρέος τους προς την πατρίδα. Ωστόσο, δίπλα σε όλες τις Ελληνίδες ορθώνει το ξεχωριστό της ανάστημα η γυναίκα της Πίνδου.

Αγέρωχη και σκληρή όπως η γη που την ανέθρεψε, περπατά ασταμάτητα με τα γουρνοτσάρουχα και τα σεγκούνια της, ζαλωμένη πολεμοφόδια και τρόφιμα. Δρασκελά φαράγγια και απροσπέλαστες βουνοκορφές κοιτάζοντας μόνο μπροστά, στην κορυφή του χρέους. Η πολεμική ατμόσφαιρα δημιουργεί μια πρωτοφανή άμιλλα που παρακινεί και συνεπαίρνει τις στρατιές των αμάχων στα μετόπισθεν που δίνουν τις δικές τους τις μάχες εναντίον των βομβαρδισμών, της διασποράς των ψευδών ειδήσεων, της Πέμπτης Φάλαγγας.

Οι ζωγράφοι και οι σκιτσογράφοι πολεμούν με τον χρωστήρα και το πενάκι τους, οι ποιητές και οι τραγουδοποιοί με τα τραγούδια τους, οι ηθοποιοί με τις πατριωτικές παραστάσεις που χλευάζουν και διακωμωδούν τον εχθρό, οι διανοούμενοι με τη γραφή τους. Είναι η τεράστια στρατιά των αμάχων που πολεμά δίπλα στη στρατευμένη δύναμη της πρώτης γραμμής δημιουργώντας μια ανεπανάληπτη στιγμή στην ελληνική Ιστορία. Ενός λαού που κοιμήθηκε στην «άχαρη» Ελλάδα της «4ης Αυγούστου» και ξύπνησε περήφανος μαχητής στην Ελλάδα του «Οχι». Η αποφασισμένη ηγεσία, η πολεμική προετοιμασία της τελευταίας τριετίας, οι ηρωικοί μαχητές και η μαζική κινητοποίηση του λαού με μια πρωτοφανή για τα ελληνικά ιστορικά δεδομένα σύμπνοια, συνέβαλαν συνδυαστικά στη γραφή του έπους του 1940.