14.8.22

Τα Κάλαντα και η Ιστορία τους


Κάθε φορά που ακούμε τη λέξη κάλαντα, ανασύρονται από το νου οι αναμνήσεις των παιδικών μας χρόνων. Τα κάλαντα αποτελούν ένα σημαντικό κομμάτι των εορτών των Χριστουγέννων και είναι το έθιμο που αφορά, όσο κανένα άλλο, τα μικρά παιδιά.

Τι είναι όμως τα κάλαντα; Και πως εξελίχθηκαν στη σημερινή τους μορφή; Οι λαογράφοι κάνουν λόγο για εθιμικά τραγούδια του λαού που ψάλλονται από μικρά παιδιά και από ενήλικους άνδρες την παραμονή των τριών μεγάλων γιορτών της Χριστιανοσύνης.

Οι καλαντιστές τριγυρνούν είτε μόνοι, είτε κατά ομάδες και επισκέπτονται σπίτια, καταστήματα, δημόσιους χώρους, με τη συνοδεία του πατροπαράδοτου μεταλλικού τριγώνου, αλλά και άλλων μουσικών οργάνων. Τα κάλαντα ξεκινούν κυρίως με χαιρετισμό, στη συνέχεια αναγγέλλουν τη μεγάλη χριστιανική εορτή που αναμένεται και καταλήγουν σε ευχές.

Χαρακτηριστική είναι η καθαρεύουσα γλώσσα στην οποία ψάλλονται, αποδεικνύοντας την άμεση σύνδεσή του με τους Βυζαντινούς χρόνους και τις Καλένδες του Ιανουαρίου, που γιορτάζονταν με ιδιαίτερη λαμπρότητα. Οι στίχοι των καλάντων εξιστορούν μυθοποιημένα τα ιστορικά γεγονότα κι αναφέρονται σε μια σειρά από έθιμα και δοξασίες του λαού, όπως για τους καλικάντζαρους κ.α.

Οι καλαντιστές εύχονται μ΄ αυτό τον τρόπο υγεία, χαρά, ευτυχία, τύχη, προκοπή και καλή σοδειά όσους επισκέπτονται. Τα κάλαντα είναι το μοναδικό έθιμο που διατηρείται ακόμη ακέραιο σε ολόκληρη τη χώρα, ηπειρωτική και νησιωτική, με αμέτρητες παραλλαγές και προσαρμογή στον τοπικό χαρακτήρα κάθε περιοχής (εθνικά ή αστικά, τοπικά ή παραδοσιακά).

Σήμερα, εκτός από τα πατροπαράδοτα κάλαντα έχουν καθιερωθεί και διάφορα αγγλοσαξονικά χριστουγεννιάτικα τραγούδια, μερικά από τα οποία έχουν μεταγλωττιστεί στα ελληνικά και χρησιμοποιούνται συχνά, επιπρόσθετα με τα παραδοσιακά.

Η ρίζα της λέξης κάλαντα προέρχεται από τη λατινική «calenda», που σημαίνει αρχή του μήνα και παραπέμπει στην Πρωτοχρονιά του Ιανουαρίου, όταν, δηλαδή, ξεκίνησε να γιορτάζεται κατά τη Ρωμαϊκή εποχή, ενώ έως τότε εορταζόταν τον Μάρτιο.

Οι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι σχετίζονται με τον ύμνο που έψαλλαν τα παιδιά στην αρχαιότητα, κατά τη διάρκεια του εθίμου της «Ειρεσιώνης» (από τη λέξη είρος-έριον=μαλλί-), σύμφωνα με το οποίο περιέφεραν ένα κλαδί ελιάς, η αγριελιάς, στολισμένο με γιρλάντες από λευκό και κόκκινο μαλλί και κρεμασμένους τους πρώτους φθινοπωρινούς καρπούς όπως σύκα, καρύδια, αμύγδαλα, κάστανα και δημητριακά, εκτός από μήλα κι αχλάδια, καθώς και φιάλες με λάδι και μέλι, που αποτελούσε μέρος της γνωστής Αθηναϊκής γιορτής «Πυανέψια», ή «Πυανόψια», προς τιμήν του Απόλλωνα.

Η «Ειρεσιώνη» περιφερόταν στους δρόμους την έβδομη ημέρα του Πυανεψίωνος μηνός (22 Σεπτεμβρίου-20 Οκτωβρίου) από παιδιά, τα οποία κατάγονταν από τους ίδιους γονείς (και δεν ήταν ετεροθαλή) και έψαλλαν στα σπίτια, παίρνοντας φιλοδώρημα από το νοικοκύρη, ενώ στη συνέχεια πήγαιναν στα δικά τους για να την κρεμάσουν πάνω από την εξώπορτα, καίγοντας την παλιά, που παρέμενε στο ίδιο σημείο ένα χρόνο!

Το θεοκρατικό καθεστώς του Βυζαντίου, καταδίκασε το έθιμο ως ειδωλολατρικό και απαγόρευσε την τέλεσή του. Ωστόσο, οι Έλληνες που ταξίδευαν πολύ, το μετέδωσαν στους βόρειους λαούς, οι οποίοι λόγω έλλειψης ελαιόδεντρων, στόλιζαν κλαδιά από δέντρα που φύονταν στις περιοχές τους, όπως τα έλατα.

Αιώνες αργότερα, επανεισάχθηκε στην Ελλάδα από τους Βαυαρούς που συνόδεψαν τον Όθωνα στη χώρα μας, ως δικό τους χριστουγεννιάτικο έθιμο! Έτσι λοιπόν, η ελιά της αρχαίας ελληνικής «Ειρεσιώνης» μετατράπηκε στο έλατο της νεότερης εποχής, το οποίο πρωτοστολίστηκε το 1833 στα ανάκτορα του Ναυπλίου, βάζοντας στο περιθώριο το σύμβολο της ναυτικής Ελλάδας, το καραβάκι, που είχε στο μεταξύ επικρατήσει ως έθιμο.

Εκείνο που παρέμεινε, αμετάβλητο κατά την διάρκεια των αιώνων, είναι το φιλοδώρημα. Στις μέρες μας αποτελεί, κυρίως, ένα συμβολικό χρηματικό ποσό, για το καλό του χρόνου ή για κάποιο σκοπό, ενώ παλαιότερα προσφέρονταν φαγώσιμα όπως γλυκά, πίτες, αμύγδαλα, καρύδια, ρόδια, κάτι που συμβαίνει ακόμη στην επαρχία.

Πολλές φορές όταν δεν υπήρχε φιλοδώρημα ή ήταν ευτελές τότε τα παιδιά συνέχιζαν έξω από την οικία κάλαντα σκωπτικά επαναλαμβανόμενα: «Αφέντη μου στη κάπα σου χίλιες χιλιάδες ψείρες, άλλες γεννούν, άλλες κλωσούν κι άλλες αυγά μαζώνουν!» Στο παρελθόν, τέλος, όσοι έψελναν τα κάλαντα κρατούσαν κι ένα χάρτινο ομοίωμα καραβιού που συσχετιζόταν με το πλοίο των Ανθεστηρίων της αρχαιότητας, το οποίο συμβόλιζε τον ερχομό του Διονύσου, κάνοντας επίκληση για καρποφορία και καλή σοδειά.

Κείμενο
ΑΘΗΝΑ ΝΤΟΚΑ