27.8.22

Νομός Λακωνίας: Οδοιπορικό στη Μάνη


Πέτρινοι πύργοι και σιωπηλά χωριά. Άγραφοι νόμοι που χτίζουν συνειδήσεις και θρύλους. Βυζαντινά μνημεία, ανεπτυγμένοι τουριστικά οικισμοί και διαδρομές σε τοπία αιχμηρά. Το ταξίδι στη Μάνη δεν είναι εύκολο. Είναι όμως μοναδικό. Χταπόδια, λέει, βγαίνουν στο Πόρτο Στέρνες κι αφήνουν τους ανθρώπους να τα χαϊδεύουν. Ανείπωτα μυστικά φυλάσσονται στο Οίτυλο και μαζεύουν οικογένεια 200 ατόμων κάθε Χριστούγεννα. Παράξενα φώτα αναβοσβήνουν στο Ταίναρο τις νύχτες με φεγγάρι και οι βεντέτες καλά κρατούν. Στο Κατωπάγκι φυτρώνουν μόνο πέτρες και στο απογευματινό φως σε κόβουν σε χίλια κομμάτια. Οι πύργοι στα Μουντανίστικα γίνονται πραγματικοί πολεμιστές στο πλευρό του Αϊ-Στράτηγου και στη μεσημεριανή κάψα, όταν ήλιος και πέτρα ερωτοτροπούν, έχεις παραισθήσεις.

Τα πάντα είναι πιθανά εδώ. Όλα τα τρελά κι όλα τα αλαφροΐσκιωτα. Όλα τα σκληρά κι όλα τα παράλογα. Τη Μάνη ή τη λατρεύεις ή τη μισείς. Απόλυτα. Oπως καθετί εδώ γύρω. Πέτρα παντού. Τοπίο, άνθρωποι, αρχιτεκτονική, ηθικοί κανόνες ένα και το αυτό. Πώς το έγραφε ο Κωστής Παλαμάς; «Να κι οι Μανιάτες. Κι είναι όπως είναι οι βράχοι τους: και σουβλεροί κι ολόρθοι, και ολόγυμνοι και απάτητοι και ξεμοναχιασμένοι». Τα χωριά με τους αυστηρούς πύργους. Σχεδόν απόκοσμα. Στην αρχιτεκτονική «διαβάζεις» την ψυχοσύνθεση της μανιάτικης οικογένειας. Από κάπου ακούγεται ένα γάβγισμα, ένα ραδιόφωνο, ένας βήχας. Λες κι οι Μανιάτες παραφυλάνε ακόμα για εχθρούς πίσω από τα μικροσκοπικά παράθυρα, που πιο πολύ με πολεμίστρες μοιάζουν.

Να νιώθεις στο πετσί σου την ιστορία του χωριού, πόσο αίμα έχει χυθεί, τι είδους γδικιωμός (βεντέτα) το συντάραξε. Εχθρός, βέβαια, εδώ ήταν ο γείτονας. Ακόμη και κηδεία να συναντήσεις, εμπειρία είναι. Για τις περίφημες μοιρολογίστρες, που θυμίζουν αρχαία τραγωδία. Μόνο στη Μάνη. Τα νεκροταφεία είναι, λες, μικρογραφίες των χωριών. Και ο θρήνος καταλήγει πάντα σε γέλιο, γιατί οι Μανιάτες είναι αγγελιαφόροι κι έχουν αποστολή να μεταφέρουν μηνύματα. Περπατάς ανάμεσα σε ασφόδελους, το φυτό-σύμβολο του Κάτω Κόσμου. Βλέπεις μονάχα μικροσκοπικές ελιές και η μυρωδιά απ’ τα φασκόμηλα σου σπάει τη μύτη.

Όταν φυσάει, δεν έχεις πού να κρυφτείς, οι αέρηδες ξυρίζουν τα βουνά, γράφουν θρύλους. Οι αμέτρητοι βυζαντινοί ναοί δεν είναι μνημεία ούτε χώροι προσευχής, κρησφύγετα είναι. Το κέρασμα περιλαμβάνει ελιές, λούπινα, φραγκόσυκα και σύγλινο. Οι γιαγιάδες σε προσφωνούν «κορόνα μου» και σε κάνουν σκλάβο τους. Να νιώθεις απειλή και ασφάλεια την ίδια στιγμή. Μόνο στη Μάνη. Να βλέπεις παντού ελληνικές σημαίες, λες κι είσαι στα σύνορα. Και μανιάτικες σημαίες: «Ταν ή επί τας». Ο νόμος του ισχυρού, ο γδικιωμός, το «μανιάτικο», το μοιρολόι. Όλοι οι μανιάτικοι άγραφοι νόμοι σε τέσσερις λέξεις.

Προσηλιακή Μάνη: «Α, εδώ είναι γλυκά τα πράγματα. Το καλοκαίρι έχουμε πολύ κόσμο», μου λέει ο φούρναρης-παντοπώλης στο Γύθειο καθώς περιεργάζομαι ένα βαζάκι με λούπινα. Το ξέρω, το Γύθειο δεν είναι ούτε εισαγωγή για τη Μάνη, τα λούπινα με απασχολούν που άρχισαν να συσκευάζονται. «Όλα συσκευάζονται πια. Για να μπορούν να πουληθούν. Έως και το φασκόμηλο». Η Μάνη εξελίσσεται.

Γύθειο: κατάφυτοι λόφοι, ήρεμα νερά και ένας αμφιθεατρικά χτισμένος οικισμός. Η μέρα περνά με βόλτες, στο ρωμαϊκό θέατρο και στο λιμανάκι με τα νεοκλασικά και τους ψαράδες. Με ουζάκι, θαλασσινά και περίπατο στο νησάκι Κρανάη. Εκεί είναι ο φάρος αλλά και το Ιστορικό-Εθνολογικό Μουσείο μέσα στον Πύργο Τζανετάκη. Ωραία είναι, «Μάνη» όμως δεν το λες. Η Μάνη ξεκινά παραέξω, από το κάστρο του Πασσαβά. Ή προς Νότο, μετά τις παραλίες Βαθύ, Μαυροβούνι και Σκουτάρι. Χαμός γίνεται εκεί το καλοκαίρι. Πιστοί φίλοι έρχονται και ξανάρχονται στις τεράστιες αμμουδιές από τότε που θυμούνται τον εαυτό τους. Στην ανατολική ακτή της ανατολικής Μάνης, της Προσηλιακής όπως λέγεται, βρίσκονται οι ωραιότερες παραλίες, αλλά οι οικισμοί δεν κλέβουν καρδιές.

Εξοχικά και ενοικιαζόμενα δωμάτια φτιάχνουν τους παραλιακούς οικισμούς. Στο Φλομοχώρι να σταματήσετε οπωσδήποτε. Ζωντανό χωριό και με ωραίους πύργους. Κι από τον Κότρωνα να ανέβετε για Μονή Γωνέας, αφού ρωτήσετε για τον δρόμο. Καστρομονάστηρο με το καθολικό πάντα ξεκλείδωτο και ζωντανά χρώματα στις τοιχογραφίες από τον 14ο αιώνα. Μετά να σταματήσετε στην Αλύπα, ένα υπέροχο κολπάκι όπου γυρίστηκαν σκηνές από την ταινία «Καταιγίδα» του Τζον Κασσαβέτη-μέχρι το τέλος Νοέμβρη θα βρείτε εκεί την κυρα-Τότα στο ταβερνάκι της. Και μια και οι παραλίες είναι εκτός εποχής, ευκαιρία να θαυμάσετε το σύμπλεγμα των χωριών Σπείρα, Πέρα Δημαρίστικα, Μέσα Δημαρίστικα, Πύργαρο και να ακολουθήσετε τον στενό δρόμο προς Προφήτη Ηλία μέχρι τα αρχαία λατομεία του rosso antico που έντυσε έως και την Αγία Σοφία στην Πόλη.

Ναός και γύρω κτίρια, όλα κατακόκκινα. Τελευταίο χωριό αυτής της πλευράς είναι η Λάγια. Απίστευτα φωτογενής, ολοπέτρινη και ήπια, να απορείς που δεν έχει γεμίσει ξενώνες. Οι πύργοι της ξεχωρίζουν: όσο ψηλώνουν τόσο στενεύουν-φημισμένοι οι μάστορές της. Κι ο Μπέης στο παμπάλαιο καφενείο του, που δεν λειτουργεί πια, μα τον βρίσκεις εκεί να μιλάει για τη Βουγιουκλάκη που καταγόταν από δω, για τις παλιές καλές εποχές, που καφενείο και χωριό έσφυζαν από ζωή, και για τον ΕΛΑΣ. Αντάρτικο στη βασιλόφρονα Μάνη; Και όμως, συμβαίνει κι αυτό.

Δημιουργικό Οίτυλο: Η Απόσκιερη Μάνη είναι η ωραιότερη. Η δυτική ακτή της χερσονήσου δηλαδή. Από το Γύθειο πας δυτικά και φτάνεις Αρεόπολη. Λίγο βορειότερα είναι το Οίτυλο. Καραβοστάσι και Νέο Οίτυλο είναι τα επίνεια, πειρατικά λημέρια κάποτε. Ανεπτυγμένα τουριστικά σήμερα. Πέφτουμε πάνω στη ΜανηΒέllα, όπου δύο νέοι άνθρωποι, ο Δημήτρης Βελλόπουλος και η Καλλιόπη Κουτρουμπή, δεν έχουν φτιάξει απλώς ένα καφέ-μεζεδοπωλείο, αλλά έναν χώρο πολιτισμού. «Διοργανώνουμε διάφορα παιδικά εργαστήρια και μέσα από δημιουργικές δράσεις τα παιδιά ψυχαγωγούνται, εκφράζονται και μαθαίνουν. Η Καλλιόπη είναι μουσειολόγος-μουσειοπαιδαγωγός», λέει ο Δημήτρης.

Λίγο πιο δίπλα συναντάμε τον νεαρό Πιέρρο Τσατσούλη και με το σκάφος του προσεγγίζουμε ένα μέρος που λέγεται Αρφιγκιά και μοιάζει ξεχασμένο από Θεό κι από ανθρώπους. Εκεί βρίσκονται οι φυσικές αλυκές όπου η οικογένεια παράγει έναν εκλεκτό «ανθό αλατιού Μάνης» με 99,7% καθαρότητα, που μπορείτε να βρείτε σε τοπικά καταστήματα. Και δεν είναι κι ο μοναδικός νέος που ασχολείται με τα τοπικά προϊόντα. Ο Σωτήρης Πιρούνιας παράγει λάδι σε κάψουλα ως συμπλήρωμα διατροφής και ο νεαρός Γιάννης Μάγκουρας μαζί με τους αδερφούς του καλλιεργούν βιολογικά φραγκοσυκιές, μεταποιούν και συσκευάζουν χυμό από φραγκόσυκα με αγαύη υπό την ονομασία En Mani.

Πίσω στο Καραβοστάσι, ο δρόμος οδηγεί με συνοπτικές διαδικασίες στο Οίτυλο. Ιστορικός οικισμός και ωραίος για να περπατήσεις. Να τα πεις με τον παντοπώλη που ’χει ξεμείνει σε περασμένες εποχές και να παρατηρήσεις τα αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη πάνω στα κτίρια. Μα εκεί που θα σταθείς οπωσδήποτε είναι στον ναό του Αϊ-Γιώργη, για να δεις έναν συγκλονιστικό Αϊ-Στράτηγο, τον Άγιο της Μάνης, τον Αρχάγγελο Μιχαήλ. Με τη στρατιωτική στολή, το σπαθί, το βρέφος-σύμβολο της ψυχής-και τις αποτροπαϊκές κεφαλές. Απεικονίζεται σε αρκετούς ναούς της Μάνης, αλλά ετούτος είναι ίσως ο μεγαλύτερος.

Άλλος ένας βρίσκεται στη Μονή Ντεκούλου του 16ου αιώνα, επίσης στο Οίτυλο, όμως εδώ θα έρθεις για τις τοιχογραφίες γενικότερα. Είχαμε την τύχη να μας εξηγήσει όλες τις σκηνές (από τη Δευτέρα Παρουσία, την Κόλαση κ.ά.) ο ίδιος ο Βασίλης Δεκούλος, γόνος της ιστορικής οικογένειας και συνεχιστής μιας παράδοσης αιώνων: να μαζεύονται τα Χριστούγεννα στο Οίτυλο τα μέλη της οικογένειας από όλο τον κόσμο. «Τα πάντα στη Μάνη είναι έρωτας», μου ψιθυρίζει ο Οιτυλιώτης σκηνοθέτης Νίκος Αλευράς, που βρέθηκε να εκτελεί χρέη ξεναγού για λογαριασμό μας (αναζητήστε οπωσδήποτε το ντοκιμαντέρ του για τη Λακωνία «Το χαμόγελο της Ωραίας Ελένης»).

Από την Αρεόπολη στον Γερολιμένα: Λιμένι. Πιο όμορφα δεν γίνεται. Ο πύργος των Μαυρομιχαλαίων επιβάλλεται και αποκαλείται παλάτι. Διάσημες ψαροταβέρνες, ξενώνες, ατμόσφαιρα. Επίνειο της Αρεόπολης το Λιμένι και η ίδια άτυπη πρωτεύουσα της Μάνης (επίσημη το Γύθειο). Εδώ οι οπλαρχηγοί ύψωσαν πρώτη φορά τη σημαία της Επανάστασης. Η κεντρική της πλατεία απωθεί, αλλά είναι μόνο μια βιτρίνα. Στο ιστορικό κέντρο όμορφα καλντερίμια, αναστηλωμένα πυργόσπιτα και πέτρινα κτίρια φτιάχνουν ατμόσφαιρα μοναδική. Επισκεφτείτε το Βυζαντινό Μουσείο, τον Ναό των Ταξιαρχών, καθίστε για φαγητό στα καλόγουστα ταβερνάκια ή για ποτό στα δύο μπαράκια, ψωνίστε ψωμί και λαλάγγια από τον φούρνο της κυρα-Μηλιάς.

Κι ύστερα κατηφορίστε για Πύργο Διρού, για τον Παρθενώνα των σπηλαίων όπως αποκαλείται το λιμναίο σπήλαιο Βλυχάδα. Η τουριστική διαδρομή διαρκεί 45 λεπτά και είναι από τα ομορφότερα θεάματα που θα απολαύσετε στη ζωή σας. Ξεστρατίσαμε για Χαρούδα, για τον ανείπωτης ομορφιάς Ναό του Ταξιάρχη και κάτι αλλόκοτα μεγαλιθικά κτίσματα. Στον Δρύαλο γελάσαμε με ένα σπίτι και τις επιγραφές του να σε καλωσορίζουν από τη μια κι ένα συρματόπλεγμα που μόνο ηλεκτροφόρο δεν είναι, από την άλλη. Μάνη. Σταματήσαμε στον Τσόπακα, αναζητώντας τον ναό που οι ντόπιοι αποκαλούν Τρισάκια και ερειπώνει θλιβερά, και πέσαμε πάνω στον Νίκο Μαυροειδόγγονα που κάπνιζε σύγλινο.

Το κρέας αναστέναζε στον καπνό του φασκόμηλου, κι εκείνος μαζί. Είδαμε τα μελίσσια του, παραγωγός από τους καλύτερους στην περιοχή, γνωρίσαμε και τον αδερφό του, Πιέρρο, από τους τελευταίους πετροκτιστάδες που επιμένει στους μανιάτικους αρχιτεκτονικούς κανόνες. Να πάτε επίσης στο Τηγάνι. Το μονοπάτι στις κοφτερές πέτρες οδηγεί στα ερείπια βυζαντινού κάστρου, ίσως της Μεγάλης Μαίνης, και στις παλιές αλυκές, τις «σγούρνες», όπου εξορίζονταν οι αχαμνότεροι, οι χαμένοι των μανιάτικων γδικιωμών (οι νικητές λέγονταν νικλιάνοι).

Στην αντίθετη κατεύθυνση είναι το μονοπάτι για την Αγήτρια. Ενας από τους ομορφότερους ναούς της Μάνης και από τα λίγα μέρη της που σε μερεύουν. Κάντε στάση στην Κοίτα (παλιά Κίττα) την πολυπυργού. Είναι το χωριό που διαμόρφωσε την προσωπικότητα της Μάνης-από την αρχιτεκτονική μέχρι τους άγραφους νόμους. Γιατί όμως να μην περάσεις και από τα χωριά Πολεμίτα και Μίνα ή από τον Δίπορο με τον φανταστικό ναό του Αϊ-Στράτηγου; Προσωπική άποψη, να περιπλανηθείτε ελεύθερα σε όλο το Κατωπάγκι. Με την αγριάδα του βοηθάει στην κατανόηση της μανιάτικης ιδιοσυγκρασίας.

Ειδικά την ώρα που ο ήλιος αρχίζει να γέρνει. Μέσα στις κοφτερές στουρναρόπετρες, με τις σκιές να μεγαλώνουν και τα αμίλητα ταπεινά χωριά σαν την Οχιά-εκτός τουριστικής διαδρομής. Από τη μια να βλέπεις το αυστηρό βουνό του Σαγγιά κι απ’ την άλλη τον βράχο του Κάβο Γκρόσο. Να περιπλανιέσαι στο αιχμηρό επίπεδο τοπίο και να γίνεται αιχμηρό ακόμα και το φως της δύσης. Να αναζητήσετε και τον δίδυμο ναό στην Κηπούλα και φυσικά να περάσετε από τον διάσημο Γερολιμένα. Η ατμόσφαιρά του κάτω από τον βράχο του Κάβο Γκρόσο είναι μνημειώδης.

Στην πύλη του Άδη: Μετά τον Γερολιμένα τα συναπαντήματα στον δρόμο μειώνονται ραγδαία. Ο δρόμος στενός, περνά από τα ωραία χωριά Άλικα και Κυπάρισσος, στην παραλία της οποίας τοποθετείται η αρχαία Καινήπολις. Και μετά, φτάνεις Βάθεια. Το πιο γνωστό χωριό της Μάνης ίσως, σίγουρα το πιο πολυφωτογραφημένο. Τα ωραία της πυργόσπιτα αναστηλώθηκαν τη δεκαετία του ’70 από τον ΕΟΤ, αλλά δεν συντηρήθηκαν. Ερείπια και πάλι. Η συγκλονιστική διαδρομή έως το ακρωτήριο Ταίναρο φορτίζει. Εκατέρωθεν του αυχένα το Πόρτο Κάγιο και το Μαρμάρι. Έρημα και ατμοσφαιρικά απ’ τον Νοέμβρη. Απέναντι, το Αχίλλειο κρατάει όσο αντέχει. Και η Πάλιρος.

Στο Μαρμάρι, όμως, η πλαγιά έχει πληγωθεί από κατασκευές που μοιάζουν ιεροσυλία εδώ κάτω-όπου σύμφωνα με τους αρχαίους Έλληνες ήταν μία από τις πύλες του Άδη. Ο δρόμος τελειώνει στα Κοκκινόγεια. Το λιμανάκι από κάτω λέγεται Πόρτο Στέρνες και δίπλα στην παραλία διακρίνεται το λαξευτό λούκι, αυτό που ακολουθούσαν οι ψυχές πηγαίνοντας προς τον Άδη. Εκεί τις καρτερούσε ο περαματάρης και κάπου εκεί γύρω ήταν το ψυχοπομπείο. Και ο ναός του Ταινάριου Ποσειδώνα, που για τους Λακεδαίμονες ήταν θεός του Κάτω Κόσμου-αρχιτεκτονικά μέλη του βρίσκονται στην τοιχοποιία του ναού του Ασώματου.

Είτε το νιώθεις είτε όχι, είτε σου φαίνεται κλισέ είτε δεισιδαιμονία, η πορεία στο Ακροταίναρο είναι κάτι παραπάνω από έντονη και ενδοσκοπική. Γύρω σου υπάρχουν μόνο πέτρες κι ασφόδελοι. Το μονοπάτι σε φέρνει στο ρωμαϊκό ψηφιδωτό που χρόνο με τον χρόνο διαλύεται και δύο χιλιόμετρα αργότερα, στην άκρη του ακρωτηρίου. Ο φάρος του 1882 είναι σύμβολο: το νοτιότερο σημείο της ηπειρωτικής Ελλάδας και της Βαλκανικής. Αναστηλωμένος και επανδρωμένος για τιμητικούς λόγους. Κάπου εδώ ίσως να συμπληρώνεται το μανιάτικο παζλ. Ίσως να μη συμπληρώνεται και ποτέ. Ένα σημαντικό κομμάτι του πάντως βρίσκεται στα ψηλά, στον Σαγγιά. Να ανέβετε από τα Άλικα ή τη Λάγια, μόνο αν δεν φυσάει.

Να οδηγήσετε στον θεόστενο δρόμο πάνω από τις χαράδρες και να φτάσετε στα Μουντανίστικα, στο Λεοντάκι, στο Πέπο. Μόνιμοι κάτοικοι δεν υπάρχουν πια. Ενας-δυο κυνηγοί, το πολύ. Ειδικά στα Μουντανίστικα. Ίσως το ωραιότερο χωριό της Μάνης. Ένα τείχος πολεμιστών που αγναντεύει τη θάλασσα. Που τρομάζει με την όψη του, μα στ’ αλήθεια είναι ευάλωτο. Η μανιάτικη αντίληψη αυτοπροσώπως. Βλέπω τα ρημαγμένα κτίρια που προκαλούν δέος. Φαντάζομαι πίσω από τους πύργους να καταστρώνονται σχέδια, να οργανώνονται βεντέτες, μοιρολογίστρες να εκτελούν το καθήκον τους, γιορτές να στήνονται στη γέννηση ενός αγοριού, ενός τουφεκιού δηλαδή. Και κάπου εκεί συνειδητοποιώ τι εννοούσε ίσως ο Νίκος Αλευράς. Όσο πιο πολύς ο πόλεμος κι όσο πιο πολύς ο θάνατος, τόσο πιο πολύς κι ο έρωτας. Μόνο στη Μάνη.