Στις παρυφές του Βορειοανατολικού Αιγαίου, ανάμεσα στη Θάσο και την Ίμβρο, η Σαμοθράκη είναι ένας τόπος που ζει στη δική του διάσταση. Εδώ, οι τουρίστες μετακινούνται με οτοστόπ και οι σερβιτόροι παίρνουν παραγγελίες σε τεφτέρι. Οι βοτσαλωτές παραλίες είναι στην πλειονότητά τους μη οργανωμένες και στις ψαροταβέρνες σερβίρουν τηγανητή ζαργάνα αντί για ταρτάρ τόνου. Αυτή η νοσταλγική αίσθηση της παλιάς Ελλάδας, που υμνεί τη χαρά της απλότητας, αδικείται από την έλλειψη στοιχειωδών υποδομών: κάποια σημεία του οδικού δικτύου είναι επικίνδυνα, ο σπουδαίος αρχαιολογικός χώρος του Ιερού των Μεγάλων Θεών έχει αφεθεί στην τύχη του, το Δημοτικό Υδροθεραπευτήριο στα Θέρμα με τις ιαματικές θειούχες πηγές είναι απλησίαστο λόγω της κακής κατάστασης του περιβάλλοντος χώρου, ενώ στη βορειοανατολική πλευρά το ελεύθερο κάμπινγκ επιτρέπεται χωρίς όρους και προϋποθέσεις.
Και όμως, στο τέλος τίποτα δεν σε ενοχλεί-το νησί μοιάζει να διαθέτει αόρατα φίλτρα που λειτουργούν καθαρτικά στον επισκέπτη. Άλλωστε, η φύση και η ιστορία έχουν υπάρξει γενναιόδωρες μαζί του. Η γη της Σαμοθράκης, με τα ιερά χώματα των Καβείρων και τις ανεξερεύνητες πλαγιές του όρους Σάος (που οι πηγές του τροφοδοτούν τα σπίτια με πόσιμο νερό), σπαρμένη με λογής λογής βότανα και απομεινάρια προϊστορικών οικισμών, προστατεύεται από μια ανεξήγητη μυστηριακή αύρα. Αποστρέφεται όσους βιάζονται να την ανακαλύψουν, παιδεύει και καλοδέχεται όσους θέλουν να τη γνωρίσουν πραγματικά. Γιατί, όπως μας είπε και ο Γιάννης Αντωνίου από τον παραδοσιακό φούρνο της Χώρας, «η Σαμοθράκη είναι όσα δεν φαίνονται».
Όρος Σαός: Βάθρες, πυκνά δάση και περιπέτεια: Τη μεγαλύτερη έκταση του νησιού καταλαμβάνει το όρος Σάος, που η κορυφή του, το Φεγγάρι, ξεπερνά τα 1.600 μέτρα υψόμετρο. Οφείλει την ονομασία του στην προελληνική λέξη «σάμος», που σημαίνει ύψος, και είναι το ψηλότερο βουνό στο Αιγαίο, εξαιρουμένων της Κρήτης και της Εύβοιας-δεν το επέλεξε τυχαία ο Ποσειδώνας για να παρακολουθήσει τον Τρωικό Πόλεμο. Άφθονα τρεχούμενα νερά, ανεμοδαρμένα λαγκάδια, πυκνά δάση με πλατάνια και βελανιδιές ορίζουν το τοπίο. Αν θέλει κάποιος να αγγίξει τη σαμοθρακίτισσα ψυχή, πρέπει να ξεκινήσει από το μαγικό βουνό και να βουτήξει σε μία από τις δεκάδες βάθρες του. Ξεναγός μας ήταν ο Σταμάτης Κουσβελάρης, πιστοποιημένος εκπαιδευτής canyoning ICO PRO, ο οποίος την τελευταία διετία οργανώνει βιωματικές καταβάσεις φαραγγιών και εκπαιδεύσεις.
Πρώτος προορισμός το διάσημο φαράγγι του Φονιά, που ξεκινάει από τη θέση Καρυά (700 μ.) και τελειώνει στο ομώνυμο ακρωτήρι με τον μισογκρεμισμένο μεσαιωνικό πύργο. Σταθμεύσαμε στην κατάληξη του φαραγγιού και περπατήσαμε το βατό μονοπάτι ως ένα σημείο, αντίθετα με τη ροή του νερού, περνώντας ανάμεσα από αγριελιές, πλατάνια, σχίνα και κουκουδιές. Συναντήσαμε όλες τις πιθανές αποχρώσεις του πράσινου. Έπειτα από σαράντα λεπτά βρεθήκαμε στην πρώτη βάθρα. Κόσμος λιαζόταν στα βράχια και θαύμαζε τον καταρράκτη των τριάντα μέτρων. Συνεχίσαμε πιο πάνω, σε μια αρκετά δύσκολη διαδρομή λόγω της απότομης κλίσης, η οποία στην αρχή ήταν ασφαλισμένη με συρματόσχοινο. Μόλις ίσιωσε το μονοπάτι, περπατήσαμε δέκα λεπτά και τινάξαμε τη ζέστη από πάνω μας βουτώντας στη δεύτερη βάθρα.
Τις πιο ωραίες και περιπετειώδεις βάθρες τις ανακαλύψαμε κοντά στη Μονή του Χριστού, στο φαράγγι του Καρδελή. Εύκολη η πρόσβαση, χρειαστήκαμε ένα δεκάλεπτο περπάτημα για να φτάσουμε σε μια αλληλουχία από μικρές βάθρες. Ξεχωρίσαμε το «μπαλκονάκι», μια παραλληλόγραμμη βάθρα που προσεγγίζεται δύσκολα, ξεχειλίζει στην άκρη του γκρεμού και προσφέρει εκπληκτική θέα στη θάλασσα. Την επόμενη μέρα πήραμε το σηματοδοτημένο μονοπάτι «Ε6», έξω από τα Θέρμα, για το Φεγγάρι. Ελλείψει χρόνου δεν ανεβοκατεβήκαμε στην κορυφή, εντούτοις προσεγγίσαμε το δάσος Μαρτίνη με τις υπεραιωνόβιες βελανιδιές, που είναι ενταγμένο στο δίκτυο Natura 2000.
Καθ’ οδόν, με ανοιχτά τα ρουθούνια από την ευωδιά της ρίγανης και του θυμαριού, διασχίσαμε ένα ιδιαίτερο σημείο με γλιστροκουμαριές, που οι ντόπιοι ονομάζουν αντραχηλιές. Οι γυαλιστεροί κόκκινοι κορμοί δημιουργούν την εντύπωση ότι το δάσος ματώνει.
Στον Νότο από τη θάλασσα: Το νότιο τμήμα της Σαμοθράκης, δηλαδή η ακτογραμμή ανάμεσα στις παραλίες Παχιά Άμμος και Κήποι, σμιλεύεται από τους αέρηδες και την αγριάδα της θάλασσας. Οι δύο παραλίες προσεγγίζονται οδικώς, όμως μεταξύ τους δεν συνδέονται ούτε με άσφαλτο ούτε με μονοπάτι. Ίσως γιατί είναι εκ διαμέτρου αντίθετες. Η πρώτη, στο δυτικό άκρο, απλώνεται σε έναν μεγάλο κόλπο με γαλανά νερά και χρυσή άμμο. Ούσα η μοναδική στο νησί με το «προνόμιο» της άμμου, συγκεντρώνει στις ξαπλώστρες των μπαρ της τον περισσότερο κόσμο. Το σκηνικό στη δεύτερη, στο ανατολικό άκρο, αποτελείται από σκουρόχρωμο ψιλό χαλίκι, χοντρά βότσαλα και το βαθύ μπλε της θάλασσας.
Απλώνεις την πετσέτα σου και αισθάνεσαι σαν μια κουκκίδα του σύμπαντος στην απέραντη ακτή. Ξεκινήσαμε από τους Κήπους. Όσο κινούμασταν νοτιοανατολικά, το τοπίο άλλαζε, οι ελαιώνες και τα πλατάνια έδιναν τη θέση τους σε κοφτερά βράχια και νεροφαγωμένους δρόμους από τα κύματα. Εκεί, μας περίμενε το πρωί με την ομάδα της η Ρουμάνα εκπαιδεύτρια κατάδυσης PADI, Ιωάννα Τιάνου, που από πέρυσι έχει στήσει ένα κέντρο καταδύσεων. Αφού μας εξήγησε τα απαραίτητα για το scuba diving, φορέσαμε τις ειδικές στολές και εξερευνήσαμε μαζί της τον βυθό. Σε βάθος πέντε μέτρων χαζέψαμε διάφορα ψάρια, όπως τσιπούρες και κουτσομούρες, όστρακα και σφουγγάρια.
Εν συνεχεία, με οδηγό τον Αντρέι, τον σύζυγό της, επιβιβαστήκαμε σε ένα φουσκωτό για να εξερευνήσουμε το παραθαλάσσιο μέτωπο μέχρι την Παχιά Άμμο. Δεν χόρταιναν τα μάτια μας ομορφιά. Μετά το φαράγγι Γυάλι συναντήσαμε της Γριάς τα Πανιά, έναν σπάνιο γεωλογικό σχηματισμό όπου πάνω στα γκρίζα βράχια αναπτύσσονται λευκές λωρίδες. Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, οι κάτοικοι στην Τουρκοκρατία βρήκαν καταφύγιο στις απόκρημνες πλαγιές. Μαζί τους και μια γριά, της οποίας τα ρούχα σκόρπισε ο μανιασμένος αέρας. Εκείνη θύμωσε και τα καταράστηκε να μαρμαρώσουν.
Αμέσως μετά τη φυσική τοιχογραφία, ακούσαμε νερό να πέφτει με δύναμη στη θάλασσα. Παραξενευτήκαμε, ώσπου ανταμώσαμε το Κρεμαστό Νερό, τον ψηλότερο καταρράκτη της Ελλάδας, ύψους 180 μέτρων. Λίγο αργότερα, αφού κολυμπήσαμε στα γαλαζοπράσινα νερά του Βάτου και στις φωκοσπηλιές του, φτάσαμε στην παραλία Κατάρτι. Εδώ, το 1940 βυθίστηκε ένα ρουμανικό εμπορικό πλοίο φορτωμένο με ξύλα. Το ναυάγιο διακρίνεται με μάσκα από την επιφάνεια της θάλασσας. Ύστερα από μία ώρα, αποβιβαστήκαμε στην Παχιά Άμμο. Με τη μουσική του αέρα και των κυμάτων στα αυτιά μας, δυσκολευόμασταν να συνηθίσουμε τη βουή του κόσμου.
Η Χώρα που λέγεται Χουργιό: Χωμένη μέσα στα βράχια, σε υψόμετρο περίπου 300 μ., αγκαλιασμένη από πυκνό πευκοδάσος και αθέατη από τη θάλασσα για να προστατεύεται από τις πειρατικές επιδρομές, η Χώρα ή Χουργιό είναι ένας πανέμορφος οικισμός, διατηρητέος από το 1978. Τα δίπατα λευκά σπίτια της, με τις κεραμοσκεπές, τα αυτοσχέδια χαγιάτια και τις αυλές με τα γεράνια, έχουν χτιστεί κολλητά, με αποτέλεσμα τα πέτρινα καλντερίμια που συνδέουν τις γειτονιές να μη φαίνονται. Ανάμεσά τους σώζονται ελάχιστα αϊτσένια κτίσματα, σπίτια δηλαδή με επίπεδη χωμάτινη στέγη (αέτσα), ενώ αρκετά είναι κατασκευασμένα με την αντισεισμική τεχνική του τσατμά. Οι τοίχοι τους εσωτερικά αποτελούνται από ξύλινο σκελετό καλυμμένο από ένα μείγμα χώματος, ασβέστη, άχυρου και κατσικίσιας τρίχας, ενώ εξωτερικά έχουν ντυθεί με σανίδες άγριας ντόπιας βελανιδιάς.
Ξεκινήστε τη βόλτα σας το απόγευμα, ώστε να προλάβετε το ηλιοβασίλεμα. Παρκάρετε στην είσοδο της Χώρας, καθώς η διέλευση αυτοκινήτων απαγορεύεται. Ακριβώς πάνω από τον χώρο ελεύθερης στάθμευσης, κρεμασμένο στον βράχο και θεμελιωμένο στα ερείπια μιας ακρόπολης των αρχαίων Θρακών (1100 π.Χ.), στέκεται το κάστρο των Γκατιλούζι, της γενουάτικης οικογένειας που κυριάρχησε στο νησί γύρω στο 1430. Όσο ανηφορίζετε προς τον οικισμό, θα συναντάτε μεγάλα πλατάνια, γλάστρες με ορτανσίες και ντόπιους να κουβεντιάζουν από αντικριστά μπαλκονάκια. Δεσπόζει ο Ιερός Ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου με το ψηλό καμπαναριό και το ρολόι. Στην εκκλησία, που πρωτολειτούργησε το 1875, φυλάσσονται οι κάρες των πέντε Νεομαρτύρων της Σαμοθράκης, οι οποίοι βασανίστηκαν μέχρι θανάτου από τους Τούρκους το 1835.
Για να μάθετε την ιστορία του τόπου, επισκεφθείτε το ανοιχτό μουσείο της βραβευμένης για το έργο της λαογράφου και συγγραφέα Μαρίας Βερβέρη-Κράουζε. Η κυρία Μαρία, στην αυλή του πατρικού της στον επάνω μαχαλά της Χώρας, από τον Αύγουστο του 1989 μοιράζεται με τους επισκέπτες την παράδοση του νησιού. Στο διώροφο εσωτερικό θα βρείτε ντόπιες φορεσιές, κιλίμια, αγροτικά εργαλεία, κορνίζες με γνωμικά και ένα σωρό αντικείμενα και έπιπλα που φανερώνουν την παλιά καθημερινότητα των κατοίκων. Άλλα σημεία ενδιαφέροντος είναι η μαρμάρινη βρύση της Καμάρας με το σύμβολο των Καβείρων, τα δύο πλεγμένα φίδια, και ο παραδοσιακός φούρνος της οικογένειας Αντωνίου, που άνοιξε το 1853.
Τα δύο αδέλφια, η Ελένη και ο Γιάννης, εξακολουθούν να παράγουν παξιμάδια από ρεβίθι (γουργή), αλλά κρατούν τον φούρνο, που έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο μνημείο, ανοιχτό μόνο τους θερινούς μήνες. Ελάτε νωρίς το πρωί για να δοκιμάσετε προζυμένιο ψωμί φτιαγμένο με χωριάτικο αλεύρι (αντέσσα), τυρόψωμο με ντόπιο κατσικίσιο τυρί και πεντανόστιμα πεϊνιρλί.
Το ιερό των μεγάλων θεών: Βορειοδυτικά, δίπλα στην Παλαιόπολη, την αρχαία πόλη της Σαμοθράκης, και κοντά στους τρεις υστεροβυζαντινούς πύργους των Γκατιλούζι, βρίσκεται το Αρχαιολογικό Μουσείο και το Ιερό των Μεγάλων Θεών. Στο πρώτο, που σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Στιούαρτ Σόου του Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης και εγκαινιάστηκε το 1955, εκτελούνται εργασίες επανέκθεσης. Επισκέψιμη είναι μόνο η αίθουσα Α’ με τις αναστηλώσεις τυπικών τμημάτων σημαντικών δωρικών κτιρίων από Θασίτικο μάρμαρο, όπως ο Θόλος της Αρσινόης Β΄. Στο προαύλιο του πέτρινου μουσείου τοποθετήθηκε πέρυσι ένα ακριβές αντίγραφο της Νίκης της Σαμοθράκης. Το πρωτότυπο, που εκτίθεται στο Λούβρο, ανακαλύφθηκε στη λεγόμενη Κρήνη το 1863 από τον Γάλλο υποπρόξενο και αρχαιοκάπηλο Σαρλ Σαμπουαζό.
Ύστερα από 200 μέτρα, αφού κατηφορίσετε ένα πλακόστρωτο μονοπάτι με ελιές και πλατάνια και ανεβείτε μια ολισθηρή ανηφόρα, ξεπροβάλλει η σιδερένια είσοδος του αρχαιολογικού χώρου. Αν και η λαχτάρα μας να εξερευνήσουμε τον τόπο των Καβειρίων Μυστηρίων εξελίχθηκε σε ταλαιπωρία-καθώς δεν υπήρχε πουθενά ενημέρωση ότι το ταμείο δέχεται μόνο μετρητά και έτσι υποχρεωθήκαμε να επιστρέψουμε στην Καμαριώτισσα-, άξιζε τελικά τον κόπο. Το Ιερό των Μεγάλων Θεών, μια έκταση περίπου 50 στρεμμάτων, είναι κρυμμένο σε μια ρεματιά στους πρόποδες του όρους Σάος.
Πρόκειται για ένα τοπίο σπάνιας φυσικής και ιστορικής ομορφιάς. Πρίνοι, ελιές, πεύκα και πικροδάφνες χρυσίζουν κάτω από τον λαμπερό ήλιο και μπλέκονται με αρχαϊκές κολόνες, ερείπια ελληνιστικών ναών και εντυπωσιακά απομεινάρια διάφορων κτιρίων. Θα δείτε κατσίκια να βόσκουν δίπλα από παρατημένα οικοδομικά υλικά και σκουριασμένα καροτσάκια. Ευτυχώς, η σπουδαιότητα του χώρου αντιστέκεται στην ανθρώπινη αδιαφορία. Θα χρειαστείτε το λιγότερο τρεις ώρες για να περιηγηθείτε στο πληθωρικό κτιριακό συγκρότημα, που μαρτυρά ότι εδώ υπήρξε μεγάλη θρησκευτική δραστηριότητα, η οποία χρονολογείται γύρω στο 700 π.Χ., πριν από τον ερχομό των Ελλήνων αποίκων.
Η λατρεία των Μεγάλων Θεών, που ανέδειξε τη Σαμοθράκη σε πανελλήνιο θρησκευτικό κέντρο, συνεχίστηκε στα Καβείρια Μυστήρια, δηλαδή σε ιερές τελετουργίες για την ευκαρπία της γης και την προστασία των ναυτιλλομένων, οι οποίες απευθύνονταν σε μυημένους. Κατά τη διάρκειά τους ερωτεύτηκαν ο Φίλιππος Β΄ και η Ολυμπιάδα, ενώ το 168 π.Χ., σε μια γωνιά του Ιερού τους, παραδόθηκε στους Ρωμαίους ο Περσεύς, ο τελευταίος Μακεδόνας βασιλιάς. Αρχαιολογικό Μουσείο Σαμοθράκης | Παλαιόπολη | Απαγορεύονται τα σκυλιά, προτιμήστε κλειστά παπούτσια.
Μετάβαση: Στη Σαμοθράκη θα πάτε με πλοίo της Zante Ferries από την Αλεξανδρούπολη. Το ταξίδι διαρκεί περίπου 2 ώρες, εισιτήρια από 9 ευρώ το άτομο για απλή μετάβαση.
Διαμονή: Niki Beach (Καμαριώτισσα, από 60 ευρώ το δίκλινο με πρωινό). Δίπλα στο λιμάνι, με προσεγμένα δωμάτια, πισίνα, ελληνικό πρωινό και καλόκαρδο προσωπικό. | Samothraki Beach Apartments & Suites Hotel (Μακρυλιές, από 50 ευρώ το δίκλινο). Πλήρες ξενοδοχειακό συγκρότημα κοντά στις παραλίες των Μακρυλιών και του Λακκώματος. Διαθέτει διαφορετικούς τύπους δωματίων, συμπεριλαμβανομένης μιας βίλας 100 τ.μ. | Παραδοσιακές Οικίες Ατζανού (Χώρα, από 80 ευρώ η διανυκτέρευση). Δύο καλαίσθητα παραδοσιακά σπίτια στη Χώρα. Η Γαία, στο ισόγειο του διατηρητέου κτιρίου, είναι πετρόκτιστη, με εμφανή την πέτρα, ενώ η Αρμονία, στον επάνω όροφο, κινείται στα χρώματα του γαλάζιου και του λευκού και προσφέρει θέα στη θάλασσα.
Φαγητό-Ποτό: Καρυδιές (Άνω Μεριά). Η διασημότερη ταβέρνα του νησιού λειτουργεί από το 1977 και σερβίρει κατσικάκι σε πολλές εκδοχές, όπως γεμιστό, στη λαδόκολλα και στιφάδο. Το μενού περιλαμβάνει ζυμωτό ψωμί, φρέσκες σαλάτες, νόστιμα λαδερά-δοκιμάστε τσιγαριαστή φασολάδα-και χειροποίητες αλοιφές. Ανοιχτά έως αρχές Οκτωβρίου. | Ακρογιάλι (Λάκκωμα). Ντόπια φέτα, βλίτα, χταπόδι με μαυρομάτικα, φρέσκα ψάρια και θαλασσινά. Σε αυτή την πλακόστρωτη αυλή με θέα στη θάλασσα θα δοκιμάσετε απλές συνταγές, νόστιμες και προσιτές. Ανοιχτά έως αρχές Οκτωβρίου. | Καλντερίμι (Χώρα). Ο Αντώνης και η Γιώτα λειτουργούν αυτό το καφέ-μπαρ όλο τον χρόνο. Εκτός από ποτά και καφέ, σερβίρουν σπιτικό αφράτο γαλακτομπούρεκο με ντόπιο κατσικίσιο γάλα και παραδοσιακό χασλαμά, ένα γλυκό που μοιάζει με μελομακάρονο. Ανοιχτά καθημερινά, τους χειμερινούς μήνες από Παρασκευή έως Κυριακή.