12.1.23

Πήλιο: Εξερευνήστε την Τσαγκαράδα


Είσαι κυριολεκτικά χαμένος μέσα στο πράσινο. Κι όμως, οι φωνές των ανθρώπων και ο ήχος των περαστικών αυτοκινήτων μοιάζουν τόσο κοντινά, όσο και το κελάηδισμα των πουλιών. Βρίσκεσαι στο χωριό Τσαγκαράδα, στο Πήλιο, περπατώντας από τη μία συνοικία στην άλλη. Κι όμως, εκτός από επισκέπτες σαν κι εσένα, ντόπιο σπάνια συναντάς. Εκτός, ίσως, από καμιά ηλικιωμένη κυρία φορτωμένη με τη σακούλα της που σου λέει: «Μέχρι πριν 20 χρόνια ήταν κόσμος εδώ, στην Αγία Παρασκευή, στον Ταξιάρχη. Μετά άλλοι πέθαναν, άλλοι έφυγαν στον Βόλο. Για μας τους ηλικιωμένους πρόβλημα είναι, παιδί μου, να μένουμε εδώ τον χειμώνα. Έπαθες κάτι τη νύχτα, ποιόν θα φωνάξεις;». Το 2 χιλιομέτρων περπάτημα στο παλιό καλντερίμι που εναλλάσσεται με χωμάτινο μονοπάτι ξεκινάει από την πλατεία του Ταξιάρχη-με τη μνημειακή εκκλησία του 1746, την κρήνη με τους τέσσερις κρουνούς και τα τραπεζάκια που βγάζουν τα εστιατόρια κάτω από τα ψηλά πλατάνια.

Εάν ο ναός είναι ανοιχτός, αξίζει να μπείτε για να θαυμάσετε το ξυλόγλυπτο, βενετσιάνικου τύπου, τέμπλο, το οποίο ολοκληρώθηκε το 1749. Πιείτε δροσερό νερό από την κρήνη και κατηφορίστε στο γλιστερό καλντερίμι. Η πρώτη στάση γίνεται πολύ σύντομα, καθώς λίγα μέτρα πιο πέρα, στα αριστερά, θα δείτε να υψώνεται το Καρτάλειο Δημοτικό Σχολείο. Η, μάλλον, ό,τι έχει απομείνει από αυτό. Παρότι έχει χαρακτηριστεί ως «έργο τέχνης» (με υπουργική απόφαση του 1985), η υγρασία και η πυκνή βλάστηση συνεχίζουν να διεκδικούν το ερειπωμένο κτήριο. Το οποίο ήταν δωρεά της οικογένειας Καρτάλη-που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εξέγερση της Τσαγκαράδας κατά των Τούρκων-και συνδυάζει τη νεοκλασική αρχιτεκτονική με την παραδοσιακή.

Στη συνέχεια απλώς ακολουθείτε τη σήμανση και αφήνεστε στη μαγεία του τόπου. Τεράστια πλατάνια, αγριοκαστανιές και οξιές κρύβουν τον ουρανό. Πεσμένα κάστανα και πλατανόφυλλα, με όλες τις αποχρώσεις του κίτρινου και του πορτοκαλί, υφαίνουν γήινα «χαλιά». Φτέρες πλαισιώνουν το μονοπάτι που περνάει από ρεματιές και μικρούς χειμάρρους, διασχίζοντας ξύλινα γεφυράκια, μικρά κτήματα με οπωροφόρα, πηλιορείτικα σπίτια με απλωμένες μπουγάδες και γλάστρες με τεράστιες καμέλιες και γαρδένιες. Ο ήχος του νερού, εντωμεταξύ, συντροφεύει κάθε βήμα, μαζί με τη μυρωδιά από τη νοτισμένη γη. Στις δε διακλαδώσεις των μονοπατιών υπάρχει σήμανση με χρωματιστά βέλη, ενώ εκεί όπου βγαίνετε πια στον κεντρικό δρόμο μια πινακίδα δείχνει τη συνέχεια του μονοπατιού.

Οι σχολές της Τσαγκαράδας: Λίγο πριν φτάσετε στην κεντρική πλατεία της Τσαγκαράδας θα κάνετε την επόμενη στάση, μπροστά στην Αχιλλοπούλειο Σχολή-ένα από τα πιο εμβληματικά κτήρια του Πηλίου. Κατασκευάστηκε το 1864, με δωρεά των Αιγυπτιωτών αδερφών Αχιλλόπουλων, αρχικά για να στεγάσει αστική σχολή. Το 1905 έγινε εμπορική και προσέλκυσε φοιτητές από όλα τα μέρη της Ελλάδας. Στους σεισμούς του 1955 το κτήριο έπαθε ζημιές, αλλά το 2001 αναστηλώθηκε. Πλέον, στον πρώτο όροφο λειτουργεί ένα πρωτότυπο ψηφιακό-διαδραστικό λαογραφικό μουσείο, το οποίο προβάλλει τη ζωή και τις ασχολίες των ανθρώπων της περιοχής.

Εγκαινιάστηκε το φθινόπωρο του 2008, ώστε να εκτεθούν αντικείμενα-μινιατούρες και τρισδιάστατα έργα, τα οποία χρωστούν την ύπαρξή τους στην ψηφιακή τεχνολογία. Δημιουργήθηκαν δε βάσει πρωτότυπων παραδοσιακών εργαλείων και άλλων αντικειμένων καθημερινής χρήσης, καθώς και υφαντών, κεραμικών κ.ά. Στο προαύλιο του κοντινού, πετρόκτιστου κτηρίου τα παιδιά παίζουν μπάλα. Το επιβλητικό οικοδόμημα του 1909, που κληροδότησε στο χωριό ο ευεργέτης Νικόλαος Νανόπουλος, αρχικά λειτούργησε ως οικονομικό γυμνάσιο, ενώ σήμερα στεγάζει το δημοτικό σχολείο της Τσαγκαράδας.

Όπως και το Καρτάλειο, έχει χαρακτηριστεί κι αυτό ως «έργο τέχνης» (επίσης με υπουργική απόφαση) και ευτυχώς ξαναζεί στον 21ο αιώνα. Το τέρμα αυτής της διαδρομής είναι η κεντρική πλατεία, όπου βρίσκεται και η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής. Εκεί κυριαρχεί βέβαια ένας διάσημος, θεόρατος πλάτανος, με περίμετρο κορμού που φτάνει τα 14 μέτρα και ηλικία που ο τοπικός θρύλος ανεβάζει στα 1000 χρόνια. Δίπλα του, η Αγία Παρασκευή συνδυάζει νεοκλασικά στοιχεία με την κλασική, πηλιορείτικη αρχιτεκτονική. Στην κάτω πλευρά της πλατείας θα ξεδιψάσετε στις σκεπαστές πέτρινες κρήνες και μετά θα κάνετε στάση για καφέ ή φαγητό στα μαγαζιά που θα δείτε εκεί. Εάν θέλετε να κάνετε κυκλική τη διαδρομή, μπορείτε να ξαναγυρίσετε στην αφετηρία-σε αυτή την περίπτωση η συνολική διάρκεια είναι περίπου 3 ώρες.

Ο ομφαλός του κεντρικού Πηλίου: Άγιος Στέφανος, Αγία Κυριακή, Αγία Παρασκευή, Ταξιάρχες. Κάθε μία από τις τέσσερις συνοικίες της Τσαγκαράδας είναι χτισμένη μέσα σε μια καταπράσινη «θάλασσα». Έχουν βέβαια μεγάλη απόσταση η μία με την άλλη, μοιάζοντας σαν μαλωμένες συμμαθήτριες. Δεν είναι τυχαίο, γιατί το χωριό άρχισε να δημιουργείται τον 16ο αιώνα, όταν άνθρωποι από την παραλία της Καραβοστασιάς ήρθαν εδώ για να προστατευτούν από τους πειρατές και στη συνέχεια από τους Τούρκους. Προσπάθησαν λοιπόν τα σπίτια τους να είναι όσο πιο απομακρυσμένα και κρυμμένα στα δάση γινόταν. Τον 18ο αιώνα οι κάτοικοι ανέπτυξαν βιοτεχνία, φτιάχνοντας μεταξωτά και σκουτιά, αλλά στα μέσα του 19ου αιώνα πολλοί ξενιτεύτηκαν-κυρίως στην Αίγυπτο. Και, όπως συνέβαινε με εκείνες τις γενιές, κάποιοι από όσους πλούτισαν εκεί επέστρεψαν στον γενέθλιο τόπο τους ώστε να τον ευεργετήσουν.

Γι’ αυτό και η Τσαγκαράδα ευτύχησε να έχει σημαντικά αρχιτεκτονικά μνημεία, δρόμους, υδραγωγεία, πέτρινες κρήνες, καθώς και γούρνες (πλύστρες) για το πότισμα των ζώων και το καθάρισμα των ρούχων. Εδώ και πολλά χρόνια, πλέον, η Τσαγκαράδα είναι το πιο δημοφιλές και τουριστικό χωριό στο κεντρικό Πήλιο, διαθέτοντας δεκάδες ξενοδοχεία, βίλες, εστιατόρια και καφέ. Επιπλέον, έχει και την τύχη να βρίσκεται κοντά σε μερικές από τις ωραιότερες παραλίες του βόρειου Αιγαίου-Νταμούχαρη, Παπά Νερό, Άη-Γιάννης, Μυλοπόταμος, Φακίστρα-και να περιβάλλεται από όμορφους πηλιορείτικους οικισμούς σαν το Μούρεσι ή τον Κισσό.

Προς τη Νταμούχαρη ή τις Μηλιές: Από την πλατεία της Αγίας Παρασκευής ξεκινάει ένα από τα ωραιότερα μονοπάτια του Πηλίου, προς την παραλία της Νταμούχαρης και τον Άη-Γιάννη. Περνάει από τη συνοικία της Αγίας Κυριακής, συνεχίζει προς τη θέση Αγνάντι, με τη μαγευτική θέα στο πέλαγος, και κατηφορίζει απότομα προς την ακτή. Αυτό το δύσκολο τμήμα οι ντόπιοι το λένε «καγκιόλια» και δεν μπορείτε παρά να θαυμάσετε την επιδεξιότητα των παλιών μαστόρων που το κατασκεύασαν. Από τη Νταμούχαρη, έπειτα, θα πάτε στην παραλία Παπά Νερό και στη συνέχεια στον Άη-Γιάννη, διανύοντας μια απόσταση 5 χιλιομέτρων, που θα σας πάρει κάτι λιγότερο από 2 ώρες για να ολοκληρώσετε.

Άλλο ένα εξαιρετικό μονοπάτι είναι εκείνο που οδηγεί προς τις Μηλιές. Ξεκινάει από το πέτρινο, μονότοξο γεφύρι της Τσαγκαράδας, πάνω στο ρέμα του Μυλοπόταμου. Ωστόσο, το σπουδαίο αυτό αξιοθέατο του Πηλίου, δείγμα της λαϊκής τέχνης των Ζουπανιωτών μαστόρων του 18ου αιώνα, έχει πληγωθεί βαριά. Στέκεται πια μισογκρεμισμένο, δηλαδή, καθώς το 2021, λόγω ισχυρών ανέμων, έπεσε επάνω του ένας πλάτανος. Θαυμάστε όμως ό,τι απέμεινε και ευχηθείτε να ευοδωθούν οι προσπάθειες και τα διαβήματα των κατοίκων, ώστε να αναστηλωθεί σύντομα. Μετά το γεφύρι, τώρα, περνάτε απέναντι τον ασφαλτόδρομο.

Το μονοπάτι ανηφορίζει προς το εύφορο βουνό, διασχίζει δάση οξιάς και καστανιάς, ενώ περνάει και από το Ξουρίχτι (Ξορίχτι), διάσημο για τη συστηματική καλλιέργεια του κάστανου και τη μεγάλη γιορτή που οργανώνουν εκεί οι παραγωγοί, στο τέλος Οκτωβρίου. Πλησιάζοντας έπειτα στις Μηλιές, την «έδρα» του φημισμένου Μουτζούρη, θα χαρείτε εξαιρετική θέα προς τον Παγασητικό και την Εύβοια, με το μάτι να φτάνει μέχρι και τη Σκιάθο. Η συγκεκριμένη απόσταση υπολογίζεται στα 10 χιλιόμετρα, την οποία θα διανύσετε μέσα σε (περίπου) 4 ώρες.

Η «Eroterra»: Εδώ και πολλά χρόνια, δύο καλλιτέχνες, ο Δημήτρης Μανίνης και η Ευαγγελία Μαρίνου, έχουν μεταφέρει το εργαστήριο-πωλητήριο των έργων τους στη γειτονιά του Αγίου Ταξιάρχη δημιουργώντας έναν ζεστό, φιλικό χώρο. «Η κίνησή μας έγινε από αυθορμητισμό και από μια εσώτερη ανάγκη. Μια κίνηση στο άγνωστο. Τα πράγματα αποδείχθηκαν πολύ καλύτερα από ό,τι φανταζόμασταν», λέει η κεραμίστρια Λίτσα Μαρίνου, ψυχή της «Eroterra», μα και ο άνθρωπος που διατηρεί άσβεστη την έννοια της αυθεντικής φιλοξενίας. Καθισμένη στον πάγκο της, με υπόκρουση κλασικής μουσικής και με ένα κέρασμα πάντα στο χέρι, περιβάλλεται από δεκάδες ολοζώντανα έργα: κεραμικά, γλυπτά, πίνακες ζωγραφικής. Κι όταν βρίσκει χρόνο δουλεύει εδώ τον πηλό, κορδόνι-κορδόνι, χωρίς τροχό ή καλούπι.

Είναι επίσης πάντα πρόθυμη να σας ξεναγήσει στον μαγικό κόσμο του εργαστηρίου και να σας μιλήσει για τους σπουδαίας αξίας πίνακες και τα γλυπτά του Δημήτρη Μανίνη. Μετά από σπουδές σε διάφορα αντικείμενα, ο πολυπράγμων καλλιτέχνης ασχολήθηκε με τη συγγραφή, τη ζωγραφική, τη γλυπτική και τη διδασκαλία. «Δεν είναι το τοπίο του Πηλίου που με εμπνέει», μας είπε ο Δημήτρης. «Το να βρίσκομαι εδώ διασφαλίζει μια ισορροπία ανάμεσα στο σωματικό μου υπόβαθρο και την περιβάλλουσα πραγματικότητα. Ο εδώ τόπος, επειδή συνδέεται με τα πρώτα χρόνια της ζωής μου, μου επιτρέπει να λαμβάνω σήματα σε ασυνείδητο επίπεδο μέσα από οσμές, εικόνες, το φως, τον ήχο της θάλασσας». Τον Μάιο του 2022 οργανώθηκε στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης μια μεγάλη αναδρομική έκθεση. Είχε τίτλο «Από το Φαίνεσθαι στο Είναι» και περιλάμβανε έργα αντιπροσωπευτικά του μισού αιώνα διαδρομής του στην εικαστική πράξη.