Άλλοι, έμεναν στα αυστηρά όρια της Χώρας, ή στην καλύτερη των περιπτώσεων επισκέπτονταν και το πανέμορφο Χωριό του Πύργου προτού πάρουν το πλοίο της επιστροφής. Όχι, όμως, πια. Τα τελευταία χρόνια τα πράγματα άλλαξαν άρδην για το πανέμορφο αυτό νησί που αποφάσισε να ξεδιπλώσει τις ομορφιές του, να πείσει τους επισκέπτες να μείνουν λίγο παραπάνω, να προσελκύσει κι άλλους. Ανακαλύψαμε έκθαμβοι τα πάμπολλα γραφικά χωριά και τους οικισμούς του, τις υπέροχες παραλίες του, τα απόκοσμα φυσικά τοπία του, μάθαμε να υπομένουμε την πνοή του βοριά που κατεβαίνει από τον επιβλητικό Τσικνιά-το ψηλότερο βουνό της Τήνου-σε πυκνές κι απότομες ριπές κι ανταριάζει τη θάλασσα , αναμαλλιάζοντας μας ανεξαιρέτως.
Μαζί με όλα αυτά, ανακαλύψαμε πως το νησί-αντίθετα με τα περισσότερα κυκλαδονήσια-έχει μια καταπράσινη καρδιά που απλώνεται στην ενδοχώρα, κάτω από τον απότομο βράχο του Εξωμβούργου. Αυτή η σχετικά στενή-μα συνάμα εύφορη-κοιλάδα, εκτός από πηγές, δέντρα, καλαμιώνες και περιβόλια, φιλοξενεί και αρκετούς από τους παλιότερους και πιο περίτεχνους περιστεριώνες της Τήνου. Αριστοτεχνικά φτιαγμένα οικοδομήματα, σωστά αρχοντικά καμωμένα με πέτρα και μάρμαρο από φιλότεχνα χέρια Τηνίων μαστόρων, που στόχο είχαν να φιλοξενήσουν πελιδνές περιστέρες, στέκουν ακόμα διάσπαρτα κοντά σε καλλιεργημένες εκτάσεις και νερά, μέσα σε ρεματιές, πάνω σε πλαγιές, στολίζουν μονοπάτια και καθιστούν την κοιλάδα σωστό υπαίθριο μουσείο αυτής της λαϊκής τέχνης που φαίνεται να γεννήθηκε ακριβώς εδώ.
Η εκτροφή περιστεριών φαίνεται να κληροδοτήθηκε στους Τήνιους από τους Ενετούς κατά τη μακραίωνη παραμονή τους στο νησί (1204-1715). Τότε, βέβαια, η ιδιοκτησία και η συντήρηση περιστεριώνων ήταν αποκλειστικό προνόμιο των 69 φεουδαρχών του νησιού, αποκλείοντας τους ντόπιους από αυτό το δικαίωμα. Αυτό άλλαξε με την έλευση των Οθωμανών και την ιδιαίτερα ευνοϊκή συνθήκη παράδοσης της Τήνου στους Τούρκους το 1715. Τότε ήταν που κατασκευάστηκε και ο μεγαλύτερος αριθμός περιστεριώνων στο νησί. Μοναδικοί στον κόσμο, οι περιστεριώνες της Τήνου αποτελούν ανεξάρτητα διώροφα οικοδομήματα από ντόπιο σχιστόλιθο, πολλές φορές μεγαλύτερα κι από σπίτια.
Ο κάτω όροφος χρησίμευε ως χώρος φύλαξης γεωργικών εργαλείων, ζωοτροφών και λιπασμάτων, ενώ επάνω ζεύγη περιστεριών έβρισκαν στέγη αντάξια όλων εκείνων των αγαθών που συμβολίζουν ετούτα τα πουλιά. Ως βασικό στοιχείο της τηνιακής διατροφής, τα πιτσούνια εκτρέφονταν τόσο για το κρέας τους, όσο και για τα περιττώματά τους, που αποτελούσαν εξαιρετικό λίπασμα για τις καλλιέργειες του κάμπου. Η ζωή του νησιού συνδέθηκε άρρηκτα με τους περιστεριώνες, οι οποίοι έρχονταν σε πλήρη αρμονία τις μαρμάρινες κρήνες, τα τοξωτά περάσματα στους οικισμούς, τα ξωκλήσια, τους μύλους, τις ξερολιθιές και όλα αυτά που συνθέτουν το τηνιακό τοπίο.
Η διακόσμηση των προσόψεων τους, δε, με αξιοθαύμαστη ποικιλία στη σύνθεση γεωμετρικών σχημάτων που μοιάζουν με πέτρινα κεντήματα, καθιστά τον καθένα πολύ ξεχωριστό και όλους μαζί πραγματικά έργα τέχνης. Οι περισσότεροι περιστεριώνες που σώζονται σήμερα είναι κτίσματα του 18ου και 19ου αιώνα και εντοπίζονται κυρίως στο κεντρικό τμήμα του νησιού, στην Κάτω Μεριά. Οι πιο καλοσυντηρημένοι βρίσκονται στην εύφορη κοιλάδα κοντά στο χωριό Ταραμπάδος, το τελευταίο χωριό που χτίστηκε στο νησί, κατά το δεύτερο μισό του 17ου αιώνα. Το χωριό βρίσκεται μόλις 7,5 χιλιόμετρα μακριά από τη Χώρα και φημίζεται για τις γραφικές καμάρες του και μια συστάδα από 20 αναπαλαιωμένους περιστεριώνες, οι οποίοι για πολλούς αποτελούν τα ωραιότερα κτίσματα του νησιού.
Αν και μικρό, το χωριό είναι ιδιαίτερα φιλόξενο και γοητευτικό. Για να επισκεφθεί κανείς την κοιλάδα με τους περιστεριώνες, αρκεί να ακολουθήσει την χειροποίητη μαρμάρινη σήμανση και το καλοδιατηρημένο λιθόστρωτο μονοπάτι που ξεκινά από τον Ταραμπάδο. Από εδώ μπορεί κανείς να συνεχίσει την περιήγηση στα μονοπάτια της κοιλάδας, ακολουθώντας το μονοπάτι που οδηγεί στο «κρυφό» χωριό Σμαρδάκιτο. Χτισμένο σε μια σπάνια για το κυκλαδίτικο τοπίο καταπράσινη πλαγιά και διατηρώντας στο ακέραιο τα παραδοσιακά του χαρακτηριστικά, το πανέμορφο αυτό μικρό χωριό προσφέρει υπέροχη θέα στην κοιλάδα. Περιηγηθείτε στα πανέμορφα δαιδαλώδη, φρεσκοασβεστωμένα και κάτασπρα σοκάκια του, θαυμάστε τα υπέροχα παραδοσιακά σπίτια με τα τηνιακά μαρμάρινα υπέρθυρα και τις φροντισμένες καταπράσινες αυλές.
Στην πλακόστρωτη πλατεία του χωριού-μία από τις γραφικότερες σε ολόκληρο το νησί-βρίσκεται ακόμα ακέραιη μια πολύ παλιά κρήνη-ή ξινάρι όπως τη λεν’ οι ντόπιοι-με άφθονο τρεχούμενο νερό και το παραδοσιακό πλυσταριό. Εναλλακτικά, ξεκινώντας από την κοιλάδα με τους περιστεριώνες και κατηφορίζοντας, μπορεί κανείς να ακολουθήσει το μονοπάτι που οδηγεί λίγο νοτιότερα, στο χωριό Κάμπος. Η διαδρομή είναι κατηφορική και αρκετά εύκολη. Το χωριό, όπως ίσως υποψιάζεται κανείς από το όνομά του, είναι χτισμένο μέσα στην εύφορη κοιλάδα, η οποία είναι διάσπαρτη με δεκάδες παλιούς περιστεριώνες. Στον Κάμπο υπήρχαν κάποτε και αρκετοί ανεμόμυλοι.
Σήμερα στέκει ακόμα στο χωριό ο τελευταίος που λειτούργησε στο νησί, ο οποίος έχει διατηρηθεί σε αρκετά καλή κατάσταση. Χτισμένο σύμφωνα με τα κυκλαδίτικα αρχιτεκτονικά πρότυπα, το χωριό διαθέτει κι αυτό καλοδιατηρημένο παραδοσιακό πλυσταριό και ξεχωρίζει για την γραφικότητά του. Επιπλέον, στο παλιό δημοτικό σχολείο του χωριού στεγάζεται το Μουσείο Κώστα Τσόκλη, το οποίο από μόνο του αποτελεί σημαντικό πόλο έλξης επισκεπτών στο χωριό.
Εάν είστε φίλοι της πεζοπορίας και το επιθυμείτε, το μονοπάτι συνεχίζει, περνώντας από το χωριό Λουτρά-οπού μπορεί κανείς να επισκεφθεί το μουσείο της Μονής Ουρσουλινών, το οποίο λειτουργούσε ως σχολείο θηλέων και θεωρούνταν πρότυπο σε όλη την Ευρώπη-και το πλούσιο σε βλάστηση χωριό Περάστρα, και καταλήγει σε ένα από τα μεγαλύτερα χωριά της Τήνου, την Κώμη. Εκεί, στην σκιά του πλατάνου πάνω στην γραφική πλατεία μπορείτε να ξαποστάσετε, απολαμβάνοντας εμπνευσμένους μεσογειακούς μεζέδες στη Σβούρα με πρώτες ύλες από τον γειτονικό κάμπο, ή μια μοναδική γευστική εμπειρία στην Komissa που για πολλούς σερβίρει μερικά από τα καλύτερα πιάτα σε όλο το νησί. Για καφέ, γλυκό και υπέροχα δροσιστικά κοκτέιλ προτείνεται το Kalais Aperitivo Bar.