Μ’ αυτά και μ’ εκείνα της βγήκε το όνομα: «αυθεντική», «ανόθευτη», «εναλλακτική». Είναι που δεν έχει και τρομακτικό τουρισμό ακόμα. Εχει όμως ένα εκτυφλωτικό φως και μια ειδική ενέργεια συγκλονιστική. Θα ζουν δεν θα ζουν 250 άνθρωποι σε αυτόν το βράχο. Λίγες παραλίες, λίγα δωμάτια και ταβερνάκια, μια χούφτα μπαράκια. Να διαβάζεις το βιβλίο σου ξαπλωμένος στην άμμο, να μαζεύεις κάππαρη, να πίνεις ρακόμελα, να ακούς τον παπα-Θοδωρή να τραγουδά αυθόρμητα με το βιολί του «Πρώτα αγαπούσα στο Χωριό, τώρα αγαπώ στο Κάστρο…». Απλά πράγματα. Και υπεραρκετά.
Πανηγυράδες για ένα χρόνο: Όταν λέμε Χώρα Σικίνου, μιλάμε για έναν πανέμορφο κυκλαδίτικο οικισμό χωρισμένο στα τρία: το Κάστρο, το Βουνί και το Χωριό στην απέναντι πλαγιά. Το Κάστρο είναι το ωραιότερο. Με ξασπρισμένα σπίτια, γεράνια και φραγκοσυκιές, ταβερνάκια και ωραία μπαράκια-εδώ τους βρίσκεις όλους το βράδυ. Από φέτος λειτουργεί κι ένα μαγαζάκι με ρούχα και συναφή, αλλά και ένα βιβλιοπωλείο που διοργανώνει παράλληλα διάφορα εικαστικά δρώμενα. Από το Κάστρο ξεκινά ένα πλακόστρωτο που οδηγεί στο μοναστήρι της Χρυσοπηγής (Ζωοδόχου Πηγής) του 1690, στην κορυφή του οικισμού. Eμεινε γύρω στα 60 χρόνια ακατοίκητο.
Από τον περασμένο χειμώνα ζει εκεί μια νεαρή μοναχή. Η παράδοση λέει πως, όταν οι πειρατές κατάφερναν να μπουν στη Χώρα και να ξεπεράσουν τα τείχη της μονής, και μαζί τις πολεμίστρες και τις ζεματίστρες, οι μοναχές έπεφταν στον τρομακτικό γκρεμό για να μην ατιμαστούν. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, από εκεί έφευγαν, επίσης κατά τις πειρατικές επιδρομές, όλοι οι κάτοικοι. Οχι πηδώντας, αλλά με σχοινιά. Τέλος πάντων, η θέα στο πέλαγος είναι μαγική και η βόλτα στη Χώρα γενικώς. Ακόμα και στο Χωριό, που είναι νεότερος οικισμός. Εκεί βρίσκονται τα σπίτια των εξορίστων της δικτατορίας του Μεταξά. Εχουν αγοραστεί και αναστηλωθεί από ξένους, διατηρώντας καμάρες, φίδες και πιθάρια αντί για καμινάδες.
Στο παλιό ελαιοτριβείο στεγάζεται Λαογραφικό Μουσείο, ενώ ανάμεσα στα δύο χωριά βρίσκεται το καμάρι των ντόπιων, το παλιό σχολείο του 1900, δωρεά του Ανδρέα Συγγρού. Το σύγχρονο είναι ακριβώς απέναντι: 17 παιδιά όλα κι όλα, από νήπιο έως γυμνάσιο. Λύκειο κανείς. Από κάπου μυρίζει λιωμένο κερί. Μελισσόκερο για την ακρίβεια. Σε μια μικρή αυλή η κυρα-Μαρία, η… ξεηλιάστρα, με άλλες τρεις κυράδες κάθονται σε κύκλο και δουλεύουν ένα εξαιρετικό προϊόν του τόπου. Εδώ τα κεριά και τις λαμπάδες για τα πανηγύρια και τα τάματα τα φτιάχνουν ακόμα μόνες τους. «Παίρνεις το κερί από τις κερήθρες κι έπειτα το λιώνεις στην κατσαρόλα και το ρίχνεις στο μπολ να κρυώσει. Μετά παίρνεις το κομμάτι αυτό και αφού το ψήσεις στο κάρβουνο, αρχίζεις να το ξύνεις με το κουτάλι», περιγράφει τη διαδικασία η κυρία Ειρήνη Μάναλη.
Τα ξύσματα-φλούδες τα δουλεύουν στο χέρι, για να τα πλάσουν στη συνέχεια γύρω από τα φιτίλια. «Μαζευόμαστε όλες μαζί πριν από τη γιορτή και φτιάχνουμε παραπάνω από 70 κεριά για κάθε πανηγύρι», λέει η κυρία Καλλιόπη Ρόδου. «Να βρεθείς εδώ τότε, να δεις τι γίνεται». Κι η αλήθεια είναι πως αξίζει να το ζήσεις αυτό, γιατί στη Σίκινο κρατάει ακόμη το έθιμο του πανηγυρά. Όταν λέμε «πανηγυρά», εννοούμε αυτόν που έχει αναλάβει για έναν ολόκληρο χρόνο να φυλάσσει το αντίγραφο της εικόνας στο σπίτι του, να θυμιατίζει τρεις φορές τη μέρα, να κρατάει το καντήλι αναμμένο και στη γιορτή να διοργανώνει το πανηγύρι προς τιμήν της (άσπρισμα, μελισσόκερα, αρτοκλασία, φαγητό-όλα δική του υποχρέωση είναι).
Τέσσερα είναι τα μεγάλα πανηγύρια και οι αγαπημένες εικόνες (Παντάνασσα, Τιμίου Σταυρού, Εισοδίων της Θεοτόκου, Ζωοδόχου Πηγής), τέσσερις και οι «πανηγυράδες». Λόγω της τεράστιας ζήτησης, υπάρχουν υποψήφιοι, που, αντικειμενικά να το δεις, δεν πρόκειται να προλάβουν να πάρουν την εικόνα όσο είναι εν ζωή (!): τους γράφουν στη λίστα όταν είναι μωρά και παίρνουν την εικόνα στα 60 τους ή την παραλαμβάνουν τα παιδιά τους για λογαριασμό τους. Καθώς η κουβέντα περιστρέφεται γύρω από κεριά και παραδόσεις, οι γυναίκες ξεσηκώνονται να φτιάξουν παστέλι και μελιτίνια (πιτάκια με μυζήθρα, ζάχαρη, βανίλια, αλεύρι, αυγά και σιμιγδάλι), τα παραδοσιακά γλυκά της Σικίνου. Η μία αρχίζει να βράζει το μέλι, η άλλη αρπάζει τον πλάστη, η τρίτη περιγράφει με το νι και με το σίγμα τις συνταγές και τα μυστικά τους. Οι νέες Σικινιώτισσες τα φτιάχνουν, κυρα- Καλλιόπη μου; «Όχι! Τις παρακαλάμε, αλλά δεν κάθονται, έλα να μάθεις εσύ που σε νοιάζει». Έτσι, όλα τα απωθημένα πάνω μου…
Μέλι και κρασί: Ισως η παράδοση των κεριών και του παστελιού να κρατάει ακόμη, γιατί υπάρχει άφθονη πρώτη ύλη στο νησί. Μια βόλτα να κάνεις στη Σίκινο και δεν προλαβαίνεις να μετράς μελισσοκήπια. «Το μέλι μας είναι από τα καλύτερα της Ελλάδας», μου λέει η Άννα Βενιέρη, πρώην πρόεδρος του Μελισσοκομικού Συνεταιρισμού «Υψέλι» της Σικίνου. Ο συνεταιρισμός έχει 18 μελισσοκόμους και, παρότι παράγουν δεκάδες τόνους-τις καλές χρονιές, γιατί φέτος που δεν έβρεξε κινδυνεύουν ακόμη και τα μελίσσια-, το μέλι εξαντλείται μέσα σε λίγους μήνες. Η παραγωγή του πιστεύεται ότι κρατάει από την αρχαιότητα, αφού σε ένα αρχαίο νόμισμα της Σικίνου, που χρονολογείται το 300 π.Χ., απεικονίζεται στη μία όψη ένα τσαμπί σταφυλιού και στην άλλη μία μέλισσα. Το τσαμπί σταφυλιού αφορά στην άλλη μεγάλη ιστορία της Σικίνου, το εκλεκτό κρασί της, που επίσης παράγεται από την αρχαιότητα-Οινόη ονομαζόταν. Με τα χρόνια οι τοπικές ποικιλίες εγκαταλείφθηκαν και τις τελευταίες δεκαετίες κάποιοι άρχισαν να τις καλλιεργούν πάλι.
Όλα τα εύσημα, όμως, αξίζουν στον Γιώργο Μάναλη. Επέλεξε μια ανήλιαγη πλαγιά στο απόκρημνο βορειοδυτικό τμήμα του νησιού και αναβίωσε τις ξεχασμένες ποικιλίες παίρνοντας μερικές βέργες από τους παλιούς Σικινιώτες. Με υπομονή και επιμονή γεννήθηκε ο εντυπωσιακός οικολογικός αμπελώνας 30 στρεμμάτων. «Είναι τα μελτέμια που κάνουν τη δουλειά. Ο Ασκέρωνας, όπως τον λέμε, η πάχνη δηλαδή που δημιουργείται από το ιώδιο και το αλάτι όταν πιάνει βοριάς», μου λέει για την επιτυχία του σικινιώτικου κρασιού. Επιτυχία έχει όμως και το επισκέψιμο οινοποιείο που έφτιαξε: λειτουργεί με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, παράγει τέσσερα θεσπέσια κρασιά, το «Εν Λευκώ», το «Εν Θερμώ», το «Μάναλης Ροζέ» και το «Λιοσάτο», λειτουργεί εστιατόριο, φιλοξενεί εκθέσεις, εκδηλώσεις κ.λπ. και έχει μία από τις ωραιότερες βεράντες των Κυκλάδων με θέα… το χάος του Αρχιπελάγους.
Σικινιώτικες βουτιές: «Η Σίκινος δεν έχει κανένα λιμάνι. Αποβιβασθήκαμε στον Άγιο Μπουρνιά, ένα άθλιο αραξοβόλι στο οποίο εισπλέει κανείς από τα νότια-νοτιοανατολικά, αλλά πρέπει να ανασύρει το καΐκι στην ξηρά», έγραφε ο Τουρνεφόρ το 1700. Η εικόνα αυτή άλλαξε 288 χρόνια μετά! Το 1988 κατασκευάστηκε το λιμάνι της Σικίνου-μέχρι τότε τα πλοία άραζαν στα ανοιχτά και σε μετέφερε βαρκάρης στην ακτή, στην Αλοπρόνοια, όπως λέγεται πια. Εδώ βρίσκεται και η μία από τις τρεις εύκολα προσβάσιμες παραλίες του νησιού. Οι άλλες είναι ο Αγιος Γεώργιος με τα αλμυρίκια και το ταβερνάκι (5 χλμ. από τη Χώρα) και το Διαλισκάρι (2 χλμ. από το λιμάνι)-και οι τρεις με δημοτικές ομπρέλες.
Η Χώρα απέχει από το λιμάνι 4,5 χλμ. Πλέον ενοικιάζονται αυτοκίνητα και μηχανάκια στο νησί, οπότε δεν είναι απαραίτητο να φέρετε το δικό σας. Επίσης, υπάρχει λεωφορείο, ενώ στην Αλοπρόνοια θα βρείτε τον Δημήτρη και τη βάρκα του που μπορεί να σας πάει στις άλλες πέντε παραλίες: Μάλτα, Σαντοριναίικα, Αγιος Παντελεήμονας, Καράς, Αϊ-Γιάννης-όλες ανοργάνωτες εννοείται και χωρίς σκιά. Εναλλακτικά, μπορείτε να κάνετε το γύρο του νησιού με το ιστιοπλοϊκό που οργανώνει μονοήμερες εκδρομές εν πλω, με γεύμα και όλα τα συμπαρομαρτούντα. Ο Δημήτρης είναι και ψαράς, ο ένας από τους δύο του νησιού. Γι’ αυτό, όσο παράξενο κι αν ακούγεται, από αυτόν θα προμηθευτείτε φρέσκο ψάρι, το οποίο θα σας ψήσουν ευχαρίστως στις ταβέρνες.
Σε κάποιες παραλίες μπορείτε να πάτε και με τα πόδια μέσω των μονοπατιών που αναδείχθηκαν από την Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού. Με τα πόδια ή με αυτοκίνητο θα φτάσετε και στην Επισκοπή. Χωρίς ίχνος υπερβολής, είναι ένα από τα ομορφότερα μνημεία των Κυκλάδων. Το αινιγματικό κτίσμα, στη μέση του πουθενά, φαίνεται να ανεγέρθηκε τον 3ο αιώνα με τη μορφή ρωμαϊκού μαυσωλείου, αν και είχε διατυπωθεί και η θεωρία ότι ήταν ναός του Πυθίου Απόλλωνα. Τον 17ο αιώνα η χριστιανική πίστη προσπάθησε, κλασικά, να το επισκιάσει, μετατρέποντάς το σε ναό αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Βέβαια η προσθήκη ημικυκλικής κόγχης, τρούλου και τρίτοξου καμπαναριού το έκαναν ακόμη πιο εντυπωσιακό. Δίπλα βρίσκεται και το βυζαντινό εκκλησάκι της Αγίας Αννας-γύρω στα έξι υπάρχουν στις ερημιές της Σικίνου. Εκεί να κάθεσαι και να ρουφάς ενέργεια. Ή στη βεράντα του Μάναλη ή στον γκρεμό της Χρυσοπηγής στο Κάστρο-τα τρία ωραιότερα σημεία του νησιού. Να δεις μετά πώς φτιάχνεις και κεριά, και παστέλια, και μελιτίνια. Τόσο ενεργοποιείσαι. Μη σου πω ότι ξεηλιάζεις κιόλας!
Μετάβαση: Η Σίκινος συνδέεται 4 φορές την εβδομάδα με το λιμάνι του Πειραιά και το ταξίδι διαρκεί 8-11 ώρες, ανάλογα με το πλοίο. Εναλλακτικά, κάθε Τετάρτη με το Speedrunner IV σε 5 ώρες.
Διαμονή: Μπορείτε να μείνετε στα εξοπλισμένα διαμερίσματα Stegadi Luxury Appartments (Χώρα, από 65 ευρώ) με μοντέρνα διακόσμηση και ζωηρές, πολύχρωμες πινελιές. Επίσης, στα διαμερίσματα Sikinos Sunset (Κάστρο, από 60 ευρώ) με ρομαντική διακόσμηση, υδρομασάζ και ωραίες βεράντες με θέα στη θάλασσα. Εναλλακτικά, στα πολύ φροντισμένα δωμάτια Μαϊστράλι (Αλοπρόνοια, από 50 ευρώ), στις Καμάρες (Αλοπρόνοια, από 50 ευρώ) και στο Porto Sikinos (από 65 ευρώ).
Φαγητό: Πειραγμένες τοπικές γεύσεις, όπως αρνί στο αμπελόφυλλο, χοιρινό με γλυκό κρασί και κάππαρη και χειροποίητα γλυκά θα δοκιμάσετε στο εστιατόριο Στροφυλιά, εντός του οινοποιείου Μάναλης. Συγκλονιστική η θέα και τα εκλεκτά κρασιά. Καθώς βρίσκεται λίγο έξω από τη Χώρα, μπορείτε να έρθετε με δικό σας μέσο, με τα πόδια (15 λεπτά) ή το λεωφορείο. Στη Χώρα, η Κάπαρη με ωραία μαγειρευτά και κρεατικά και κυκλαδίτικους μεζέδες. Κλασική αξία για ψητά είναι το Στέκι του Γαρμπή και η Κληματαριά για μαγειρευτά. Για σνακ, γλυκά, καφέ ή ποτό καθίστε στην Ηλιαχτίδα, στο Ανέμελο, που έχει και ποικιλίες μπίρας, ή στο ολοκαίνουργιο Μελιτένια που κάνει και ωραία κοκτέιλ. Για ποτό μπορείτε να καθίσετε και στο Κάστρο. Στην Αλοπρόνοια υπάρχουν οι ταβέρνες Λουκάς με μαγειρευτά και σουβλάκια, Μελτέμι με ψητά και μαγειρευτά και Βεράντα που ενίοτε έχει και φρέσκο ψάρι. Στην παραλία του Αγ. Γεωργίου, όπως είστε με το μαγιό, στην ταβέρνα Αλμύρα.