Ηθοποιός του κινηματογράφου, του θεάτρου και της τηλεόρασης. Υπήρξε ένας από τους εμβληματικούς ζεν πρεμιέ του ελληνικού κινηματογράφου. Για χάρη του δημιουργήθηκε το θρυλικό σλόγκαν «Κορίτσια ο Μπάρκουλης!» και η φωτογραφία του υπήρχε σε κάθε κοριτσίστικη σχολική τσάντα τη δεκαετία του ‘60. Ο Ανδρέας Μπάρκουλης γεννήθηκε στον Πειραιά στις 4 Αυγούστου 1936. Από τα εφηβικά του χρόνια συμμετείχε σε διάφορες παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας με το θίασο των Σπύρου Μουσούρη-Κρινιώς Παπά, παράλληλα με τις θεατρικές σπουδές του στη Σχολή του Κωστή Μιχαηλίδη.
Η πρώτη του εμφάνιση στο θέατρο έγινε το 1956 με τον «Κορυδαλλό» του Ζαν Ανούιγ και στον κινηματογράφο ένα χρόνο αργότερα στην ταινία του Κώστα Ανδρίτσου «Μαρία η Πενταγιώτισσα», δίπλα στην Αλίκη Βουγιουκλάκη. Το θελκτικό παρουσιαστικό του, η ευγενική φυσιογνωμία και η φυσική του γοητεία, γρήγορα τον καθιέρωσαν ως τον πιο δημοφιλή πρωταγωνιστή του ελληνικού κινηματογράφου της εποχής εκείνης.
Έπαιξε σε περισσότερες από εκατό ταινίες, ερμηνεύοντας σπουδαίους ρόλους σε δραματικές ταινίες, όπως «Κοινωνία ώρα Μηδέν» (1966), «Κοντσέρτο για πολυβόλα» (1967), «Όλγα Αγάπη μου» (1968), αλλά και κωμωδίες, όπως «Ο Μιμίκος και η Μαίρη (1958), «Μια Ιταλίδα στην Ελλάδα» (1958), «Διακοπές στην Αίγινα» (1958), «Η Μουσίτσα» (1959), «Μην είδατε τον Παναή» (1962), «Το Δόλωμα» (1964), «Τζένη Τζένη» (1965), «Ησαΐα μη Χορεύεις» (1969), «Μια τρελή τρελή σαραντάρα» (1970) και η «Θεία μου η χίπισσα» (1970).
Εξαιρετική ήταν και η πορεία του στο θέατρο μέχρι το 1973, όταν μία υπόθεση με ναρκωτικά τον έφερε αντιμέτωπο με τη δικαιοσύνη. Προφυλακίστηκε, αλλά αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση και το 1974 έφυγε στην Αμερική. Εκεί ασχολήθηκε με το τραγούδι και όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, το 1983, αφοσιώθηκε στο ποιοτικό θέατρο, ερμηνεύοντας με μοναδική ευαισθησία σπουδαίους ρόλους μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ‘80. Προβλήματα υγείας, όμως, τον απομάκρυναν σχετικά νωρίς από το θέατρο, ενώ συνέχισε με σποραδικές εμφανίσεις στην τηλεόραση τη δεκαετία του ‘90.
Ο Ανδρέας Μπάρκουλης νυμφεύτηκε τρεις φορές και απέκτησε τρία παιδιά. Πέθανε στις 23 Αυγούστου 2016.
Έπαιξε σε περισσότερες από εκατό ταινίες, ερμηνεύοντας σπουδαίους ρόλους σε δραματικές ταινίες, όπως «Κοινωνία ώρα Μηδέν» (1966), «Κοντσέρτο για πολυβόλα» (1967), «Όλγα Αγάπη μου» (1968), αλλά και κωμωδίες, όπως «Ο Μιμίκος και η Μαίρη (1958), «Μια Ιταλίδα στην Ελλάδα» (1958), «Διακοπές στην Αίγινα» (1958), «Η Μουσίτσα» (1959), «Μην είδατε τον Παναή» (1962), «Το Δόλωμα» (1964), «Τζένη Τζένη» (1965), «Ησαΐα μη Χορεύεις» (1969), «Μια τρελή τρελή σαραντάρα» (1970) και η «Θεία μου η χίπισσα» (1970).
Εξαιρετική ήταν και η πορεία του στο θέατρο μέχρι το 1973, όταν μία υπόθεση με ναρκωτικά τον έφερε αντιμέτωπο με τη δικαιοσύνη. Προφυλακίστηκε, αλλά αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση και το 1974 έφυγε στην Αμερική. Εκεί ασχολήθηκε με το τραγούδι και όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, το 1983, αφοσιώθηκε στο ποιοτικό θέατρο, ερμηνεύοντας με μοναδική ευαισθησία σπουδαίους ρόλους μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ‘80. Προβλήματα υγείας, όμως, τον απομάκρυναν σχετικά νωρίς από το θέατρο, ενώ συνέχισε με σποραδικές εμφανίσεις στην τηλεόραση τη δεκαετία του ‘90.
Ο Ανδρέας Μπάρκουλης νυμφεύτηκε τρεις φορές και απέκτησε τρία παιδιά. Πέθανε στις 23 Αυγούστου 2016.