Ο Βασίλης Φωτόπουλος υπήρξε διακεκριμένος σκηνογράφος και ενδυματολόγος με διεθνή καριέρα, αλλά και ζωγράφος επηρεασμένος από τη βυζαντινή τέχνη. Το 1964 τιμήθηκε με το Όσκαρ καλλιτεχνικής διεύθυνσης και σκηνικών για την ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη «Αλέξης Ζορμπάς». Ο Βασίλης Φωτόπουλος γεννήθηκε στην Καλαμάτα το 1934. Νέος, σπούδασε ζωγραφική με τον καλαματιανό ζωγράφο Βαγγέλη Δράκο κι έμαθε βυζαντινή αγιογραφία. Μετά τον θάνατο του πατέρα του κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα μαζί με τη μητέρα του και τον αδελφό του, Διονύση Φωτόπουλο (γ. 1943), επίσης διακεκριμένο σκηνογράφο και ενδυματολόγο.
Πρωτοδούλεψε στο θέατρο ως βαφέας σκηνικών στα θέατρα «Ακροπόλ» και «Μπουρνέλη» και πρωτοεμφανίστηκε ως σκηνογράφος το 1958, στην παράσταση της κωμικής όπερας του Περγκολέζι «Η υπηρέτρια κυρά», που ανέβηκε στην Εθνική Λυρική Σκηνή. Ακολούθως, έκανε ένα μακρύ, εκπαιδευτικό οδοιπορικό στα σημαντικότερα θεατρικά κέντρα της Ευρώπης. Επιστρέφοντας συνεργάστηκε ως σκηνογράφος και ενδυματολόγος με το Εθνικό Θέατρο, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, την Εθνική Λυρική Σκηνή και πολλούς θιάσους του ελεύθερου θεάτρου.
Συνεργάστηκε μεταξύ άλλων στις όπερες «Κασσιανή» του Γεωργίου Σκλάβου και «Άλκηστις» του Γκλουκ, στην επιθεώρηση των Μίκη Θεοδωράκη και Μέντη Μποσταντζόγλου «Όμορφη πόλη» σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη και στα θεατρικά έργα «Ο κόσμος της Σούζυ Βογκ» του Πολ Όσμπορν με τον θίασο Αλίκης Βουγιουκλάκη-Δημήτρη Παπαμιχαήλ, «Ο Βασιλιάς Ληρ» του Σαίξπηρ, με σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή τον Αλέξη Μινωτή και «Η όπερα της πεντάρας» του Μπρεχτ, με πρωταγωνιστές τη Μελίνα Μερκούρη και τον Νίκο Κούρκουλο. Το 1964 τιμήθηκε με το Όσκαρ καλλιτεχνικής διεύθυνσης και σκηνικών για την ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη «Αλέξης Ζορμπάς».
Ο Βασίλης Φωτόπουλος ήταν ουσιαστικά κάτοχος κι ενός ακόμη Όσκαρ, για το οποίο όμως ουδέποτε υπήρξε υποψήφιος. Το 1962 είχε υπογράψει και τα 75 σκηνικά της ταινίας του Ελία Καζάν «Αμέρικα, Αμέρικα» όμως ο σκηνοθέτης της, αφαίρεσε από τους τίτλους της ταινίας το όνομα του, αφήνοντας μόνο του Αμερικανού Τζιν Κάλαχαν, που είχε την επιμέλεια των σκηνικών αντικειμένων. Το ακλόνητο επιχείρημα του Καζάν ήταν: «Μα ποιος θα πίστευε ότι αυτά τα σκηνικά έγιναν από ένα Ελληνόπουλο;». Το διάστημα 1965-1974 έζησε στις ΗΠΑ, όπου δούλεψε σε θεατρικές παραστάσεις, συνεργάστηκε με το Φράνσις Φορντ Κόπολα στην κωμωδία «Τώρα που έγινες άνδρας» («You’ re a Big Boy Now», 1966) και σκηνοθέτησε την ταινία «Ορέστης» (1969), βασισμένη στην ομώνυμη τραγωδία του Ευριπίδη.
Η τελευταία δουλειά του στο θέατρο ήταν στην παράσταση «Θυσία του Αβραάμ» με τον Αλέξη Μινωτή (1990). Κατόπιν αποσύρθηκε από τη σκηνογραφία για να αφοσιωθεί στη ζωγραφική. Έργα του υπάρχουν σε πολλές συλλογές και σε διάφορα μουσεία. Ο Βασίλης Φωτόπουλος πέθανε στις 14 Ιανουαρίου 2007 στην Αθήνα, σε ηλικία 73 ετών. Στα τέλη της ίδιας χρονιάς παρουσιάστηκε στο «Μουσείο Μπενάκη» έκθεση με τίτλο «Το Βυζάντιο του Βασίλη Φωτόπουλου», την οποία επιμελήθηκε ο αδελφός του Διονύσης Φωτόπουλος.