Σκαρφαλωμένο στις βραχώδεις παρυφές του όρους του Προφήτη Ηλία, 300 μέτρα πάνω από τη θάλασσα, το ιστορικό μοναστήρι της Αμοργού μοιάζει με λευκό περιστέρι. Σύμφωνα με την επιγραφή μονής τα σιγίλια των Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως Ιερεμία Β ' (1583) και Τιμόθεου Β' (1613), η Χοζοβιώτισσα χτίστηκε το 1088 από το Βυζαντινό αυτοκράτορα Αλέξιο A' Κομνηνό. Διαθέτει οκτώ ορόφους, οι οποίοι συνδέονται με στενές σκάλες σκαλισμένες πάνω στο βράχο, γεγονός που την καθιστά μοναδικό δείγμα λαϊκής αρχιτεκτονικής.
Για να φτάσει κάποιος έως την είσοδο, πρέπει να ανέβει περισσότερα από 300 σκαλοπάτια. Εντός της βρίσκονται δύο ενεπίγραφες εικόνες της Παναγίας και ένα εξαπτέρυγο της εποχής του Αλέξιου Α' Κομνηνού. Δύο κελιά χρησιμοποιούνται ως εκθεσιακοί χώροι με σημαντικά κειμήλια, όπως σκεύη και άμφια, ευαγγέλια και πολύτιμα χειρόγραφα που χρονολογούνται από τον 10ο έως και το 19ο αιώνα. Για την άφιξη της εικόνας της Παναγίας στο νησί της Αμοργού, υπάρχουν δύο παραδόσεις.
Σύμφωνα με την πρώτη, βρέθηκε μέσα σε μια βάρκα στη θαλάσσια περιοχή κάτω από τη μονή. Λέγεται ότι στο μικρό πλεούμενο την τοποθέτησε μια ευσεβής γυναίκα από τη Χοζεβά της Παλαιστίνης, κοντά στην Ιεριχώ, για να τη γλιτώσει από τους εικονομάχους. Η δεύτερη εκδοχή αναφέρει ότι τη θαυματουργή εικόνα πήραν μαζί τους οι μοναχοί της Μονής Χοζεβά όταν εκδιώχθηκαν από τους εικονομάχους.
Περνώντας από την Κύπρο, συνάντησαν ληστές, οι οποίοι έκοψαν στα δύο την εικόνα και την έριξαν στη θάλασσα. Τα δύο τεμάχια κατέληξαν με θαυματουργό τρόπο κάτω από το βράχο της Αμοργού και ενώθηκαν μόνα τους ή από τους μοναχούς, οι οποίοι έχτισαν το μοναστήρι στον τόπο που τους υπέδειξε n Παναγία. Το μοναστήρι γιορτάζει κάθε χρόνο στις 21 Νοεμβρίου, στα Εισόδεια της Θεοτόκου.