11.8.24

Φωκίδα: Ιερά Μονή Παναγίας Βαρνάκοβας

Αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου, είναι ένα από τα σημαντικότερα θρησκευτικά κέντρα της Ρούμελης. Βρίσκεται στο νοτιοδυτικό άκρο του Νομού Φωκίδας, στον παλιό Δήμο Ευπαλίου, 25 περίπου χιλιόμετρα από τη Ναύπακτο, στον παλιό δρόμο του Λιδωρικίου. Είναι χτισμένη πάνω σε ένα λόφο στις παρυφές των Βαρδουσίων, μέσα σε πυκνό δάσος από βελανιδιές και αγριοκαστανιές, με θέα προς τη Ναυπακτία, τη Δωρίδα, το όρος Γκιώνα και τον ποταμό Μόρνο.

'Οπως αναφέρει η κτητορική επιγραφή στο εσωτερικό του Καθολικού, η μονή ιδρύθηκε το 1077, επί αυτοκράτορα Μιχαήλ Z' Δούκα (1071-1078), από τον μοναχό Όσιο Αρσένιο τον Βαρνακοβίτη από τις Καρυές Δωρίδας, ο οποίος αφιέρωσε τον πρώτο ναό στο Γενέθλιον της Θεοτόκου. Παράλληλα, όμως, τιμούσαν και την Κοίμηση της Θεοτόκου, η οποία επικράτησε ως κύρια εορτή της μονής. Γρήγορα αναδείχθηκε σε θρησκευτικό κέντρο μεγάλης ακτινοβολίας, θέση που διατηρεί μέχρι σήμερα, αποκαλούμενη Αγία Λαύρα της Ρούμελης.

Το χαρακτηριστικό της όνομα, Βαρνάκοβα (ή Βερνίκοβα ή Βερνίκωβα), πιθανώς προέρχεται από παλιότερο, σλαβικό τοπωνύμιο ή από την εικόνα της Παναγίας, που είχε έρθει από ταν πόλη Βάρνα της Βουλγαρίας. Η εικόνα, η οποία καταστράφηκε από πυρκαγιά στις 14 Ιουνίου 2020 μαζί με άλλα ιστορικά κειμήλια, έφερε κατά μήκος του προσώπου της Θεοτόκου εμφανές ράγισμα που είχε δημιουργηθεί στο σεισμό της 15ης Αυγούστου 1940, την ώρα του τορπιλισμού του 'Ελλη στην Τήνο.

Ο αρχικός ναός συμπληρώθηκε και αγιογραφήθηκε το 1084, οπότε ολοκληρώθηκε η κατασκευή του συγκροτήματος. Αρκετά χρόνια αργότερα, το 1148, ιδρύθηκε δεύτερος, μεγαλοπρεπέστερος ναός, μια τρίκλιτη βασιλική με τρούλο, εσωνάρθηκα και εξωνάρθηκα που ανατινάχθηκε από τους Τούρκους το 1826. Ο σημερινός ναός κατασκευάστηκε το 1831. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τούς σταυροφόρους, το 1204, η μονή τέθηκε υπό το Δεσποτάτο της Ηπείρου (1204-1359) και οι Κομνηνοί δούκες, άρχοντες του Δεσποτάτου, αγάπησαν τόσο πολύ την Παναγία τη Βαρνάκοβα που κάποιοι επέλεξαν το Καθολικό της ως τόπο ενταφιασμού τους.

Μάλιστα δύο από αυτούς έγιναν μοναχοί: ο Αλέξιος, με το όνομα Ακάκιος, και ο πατέρας του, Εμμανουήλ, με το όνομα Ματθαίος-οι τάφοι τους βρίσκονται κάτω από το δάπεδο του εσωνάρθηκα. Την περίοδο εκείνη, η μονή κατείχε μεγάλη περιουσία και αρκετά μετόχια, αφιερώματα των Κομνηνών, στη γύρω περιοχή. Ανάλογη εύνοια με τους Κομνηνούς προς τη μονή επέδειξαν και οι τελευταίοι αυτοκράτορες του Βυζαντίου, οι Παλαιολόγοι.

Σύμφωνα με την παράδοση, η μονή πυρπολήθηκε στα τέλη του 15ου αιώνα και παρήκμαζε έως ότου ανέλαβε την ηγουμενία της ο 'Οσιος Δαυίδ (1520-1532). Τότε οι μοναχοί οργάνωσαν βιβλιοθήκη και άρχισε να λειτουργεί σχολείο ελληνικών σε επίπεδο σχολαρχείου, με κεντρική μορφή τον λόγιο μοναχό Νικόδημο Καβάσιλα (1595-1652) -το σχολείο παρέμεινε ενεργό έως το 1900. Το 1578 η μονή αριθμούσε περίπου διακόσιους μοναχούς.

Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, ξεκίνησε πάλι η αντίστροφη μέτρηση καθώς οι Τούρκοι έκλεβαν συστηματικά την περιουσία τον μοναστηριού και το λεηλατούσαν Ωστόσο η Βαρνάκοβα κατόρθωσε να συντηρείται χάρη στη διπλωματία του τότε ηγουμένου της, Ιακώβου, και τις καλές σχέσεις της με τους Βενετούς, που κατείχαν τη Ναύπακτο, κοντά στην οποία βρίσκονταν τα περισσότερα κτήματά της. Στη διάρκεια του Αγώνα της Παλιγγενεσίας, υπήρξε κρησφύγετο και ορμητήριο πολλών κλεφταρματολών της περιοχής, ενώ οι μοναχοί της έλαβαν μέρος σε διάφορες μάχες.

Το 1826 κατέφυγαν εκεί Μεσολογγίτες που είχαν σωθεί από την Έξοδο. Μαζί τους ήταν και αρκετοί οπλαρχηγοί της περιοχής, όπως ο Κίτσος Τζαβέλας. Τότε 4.000 άντρες του Κιουταχή, προελαύνοντας προς τα ανατολικά, πολιόρκησαν τη Βαρνάκοβα και, μετά την έξοδο των πολιορκημένων, στις 26 Μαίου 1826, την ανατίναξαν. H μονή ξαναχτίστηκε το 1831, μάλλον με προσωπική δαπάνη 1.800 φοινίκων από τον Ιωάννα Καποδίστρια, ο οποίος θεωρείται δεύτερος κτήτοράς της.

Με τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους, το μοναστήρι λειτούργησε, έχοντας χάσει όμως το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του, και το 1984 ερήμωσε. Από το 1992, επαναλειτουργεί, ως γυναικεία μονή πλέον. Τον Ιανουάριο του 2017, από πυρκαγιά που εξαπλώθηκε ραγδαία, πολλά κτίρια του μοναστηριού υπέστησαν εκτεταμένες βλάβες, ενώ χάθηκαν το αρχείο και πολλά ιστορικά κειμήλια.

Τον Ιούνιο του 2020, η μονή επλήγη από νέα πυρκαγιά, η οποία κατέστρεψε ολοσχερώς το νέο ναό, που είχε κατασκευαστεί μετά το κλείσιμο του Καθολικού, και την ιστορική εικόνα της Παναγίας μαζί με άλλα θρησκευτικά κειμήλια. Με χορηγία του εφοπλιστή Θανάση Μαρτίνου, δημιουργήθηκε ακριβές αντίγραφο της εικόνας, το οποίο τοποθετήθηκε στο μοναστήρι στις 14 Αυγούστου 2021, την παραμονή της πανηγύρεώς του.