Βρίσκεται απέναντι από το Μεγάλο Μετέωρο και η ιστορία της ξεκινά περί τα 350 όταν ο ασκητής Βαρλαάμ έχτισε εκεί το Ναό των Τριών Ιεραρχών και μερικά κελιά, τα οποία καταστράφηκαν μετά το θάνατό του. Το 1513 οι αδελφοί Νεκτάριος και Θεοφάνης, γόνοι της παλιάς βυζαντινής οικογένειας Αψαράδων της Ηπείρου, ανέβηκαν στο βράχο και το 1518 ανακαίνισαν την εκκλησία των Τριών Ιεραρχών, που είχε χτιστεί στη θέση του αρχικού Καθολικού της μονής του ασκητή Βαρλαάμ.
Στην πορεία κατασκεύασαν τον πύργο του Βριζονίου, ο οποίος στέγαζε το μηχανισμό για το δίχτυ μέσω του οποίου γινόταν η πρόσβαση των μοναχών στο βράχο, και οικοδόμησαν το σημερινό Καθολικό των Αγίων Πάντων. Το 1627 η εκκλησία των Τριών Ιεραρχών χτίστηκε εκ νέου και το 1637 αγιογραφήθηκε από το καλλιτεχνικό συνεργείο του ιερέα Ιωάννη και των παιδιών του, που κατάγονταν από την Καλαμπάκα.
Ο Ιερός Ναός των Αγίων Πάντων είναι δικιόνιος σταυροειδής εγγεγραμμένος, Αθωνίτικου τύπου, με έναν τρούλο στο νάρθηκα και έναν στον κυρίως ναό. Το 1543 ο καλλιτέχνης της Κρητικής Σχολής Φράγκος Κατελάνος από τη Θήβα αγιογράφησε το Ιερό Βήμα και τις τοιχογραφίες του Καθολικού. Το 1566 τα αδέλφια Γεώργιος και Φράγκος Κονταρής, που κατάγονταν επίσης από τη Θήβα, αγιογράφησαν το νάρθηκα.
Ο μονόχωρος δρομικός ξυλόστεγος Ναός των Τριών Ιεραρχών αγιογραφήθηκε το 1637 από τους μοναχούς Κύριλλο και Σέργιο. Στο σκευοφυλάκιο του μοναστηριού φυλάσσονται λείψανα αγίων, διάφορα εκκλησιαστικά σκεύη, ιερά άμφια, ευαγγέλια και αξιόλογη συλλογή χειρογράφων, ιερών εικόνων και κειμηλίων, ενώ υπάρχει και πλούσια βιβλιοθήκη.