24.11.24

Διαζύγιο: Επιπτώσεις στο παιδί και τρόποι χειρισμού


ΜΕ ΤΟΝ ΟΡΟ ΔΙΑΖΥΓΙΟ ΕΝΝΟΟΥΜΕ
Το φυσικό χωρισμό μεταξύ του ζευγαριού, την αναχώρηση δηλαδή του ενός από το σπίτι. Όταν υπάρχουν παιδιά, αυτός που φεύγει είναι φυσιολογικά ο πατέρας. Σίγουρο πάντως είναι ότι τα παιδιά καλό είναι να μην μετακινούνται.

Μετά εννοούμε βεβαίως το νομικό διαζύγιο. Εδώ οι οικογένειες στον τόπο μας είναι στην ιδιαίτερη θέση να περνούν δυο φορές από αυτή την επίπονη διαδικασία, μιας που αναγκάζουμε τα ζευγάρια να παίρνουν πιστοποιητικό διαζυγίου και από την πολιτεία, αλλά και από την εκκλησία.

Τέλος, έχουμε το συναισθηματικό διαζύγιο. Αυτό επιτυγχάνεται πιο δύσκολα από όλα τα προηγούμενα, ιδιαιτέρα εάν υπάρχουν παιδιά. Βλέπουμε περιπτώσεις όπου οι δύο ασχολούνται ο ένας με την ζωή του άλλου, και συχνά τσακώνονται, για πολλά χρόνια ακόμα μετά το νομικό διαζύγιο. Κάποια ζευγάρια δε χωρίζουν ποτέ συναισθηματικά. Για τα παιδιά, αυτή η κατάσταση συνεπάγεται επιπρόσθετη αναστάτωση: έχουν δηλαδή τα μειονεκτήματα ενός χωρισμού χωρίς τα πλεονεκτήματα.

ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ-ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΕΝΑ ΔΙΑΖΥΓΙΟ
Μια από τις πιο λυπηρές στατιστικές για το διαζύγιο περιγράφει πόσο αδικούνται και οι μητέρες, αλλά δυστυχώς και τα παιδιά από αυτή την άποψη, ενώ το εισόδημα του πατέρα αυξάνεται ως επί το πλείστον.

ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΕΣ
Τα παιδιά βιώνουν μια τρομακτική ανασφάλεια, νιώθουν χαμένα και εγκαταλελειμμένα, δεν ξέρουν τι να περιμένουν, φοβούνται ότι θα χάσουν για πάντα τον γονέα που φεύγει, συνήθως τον πατέρα δηλαδή.

ΥΠΕΥΘΥΝΑ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΑΖΥΓΙΟ
Πολύ συχνά τα παιδιά νιώθουν ότι η πηγή των προβλημάτων των γονιών τους είναι εκείνα τα ίδια και συνεπώς διακατέχονται από έντονες ενοχές και βασανίζονται με σκέψεις όπως: «Ίσως αν είμαι τέλειος στη συμπεριφορά μου από τώρα και στο εξής, αν φέρω τέλειους βαθμούς, αν δεν τους ζητήσω τίποτα για τον εαυτό μου ξανά ποτέ, ίσως τότε να ξανασμίξουν.»

ΥΠΕΥΘΥΝΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ ΤΟΥΣ 
 Κάποτε συμβαίνει να νιώθουν ότι πρέπει τα ίδια τα παιδιά να φροντίσουν το σπίτι, τα αδέρφια τους η ακόμα και τους γονείς τους, όταν βλέπουν ότι οι ίδιοι δεν μπορούν να χειριστούν την κατάσταση. Συχνά δηλαδή αναλαμβάνουν ευθύνες πολύ πέραν και της ηλικίας τους και των δυνατοτήτων τους. Ένα αίσθημα όχι μόνο απώλειας για την οικογένεια που διαλύεται, αλλά και συναισθήματα πένθους πραγματικά.

Πένθος για το παρελθόν που έζησαν, που τώρα τους μοιάζει ψεύτικο. Σίγουρα επίσης πένθος για το μέλλον, που έπαιρναν σαν δεδομένο, για τα σχέδια που έφτιαχναν στο μυαλό τους, τα όνειρα που δε θα πραγματοποιηθούν. Ανάμεικτα λύπη, στενοχώρια και βεβαίως θυμό επίσης, για όλα αυτά που συμβαίνουν, για το ότι οι γονείς τους δεν κατάφεραν να τους προστατεύσουν, ότι δεν κατάφεραν να κρατήσουν την οικογένεια μαζί, παρόλα τα προβλήματα που είχαν.

Η μεγαλύτερη τους έγνοια όμως, είναι αν θα μπορέσουν να προφυλάξουν την αγάπη που νιώθουν και για τους δυο τους γονείς, αν θα τους επιτραπεί δηλαδή, να συνεχίσουν να αγαπούν και τους δύο, όπως έκαναν μέχρι τώρα. Αυτό είναι γεγονός ότι συνιστά ένα από τα χειροτέρα προβλήματα για τα παιδιά διαζευγμένων οικογενειών. Είναι απαίσιο συναίσθημα να νιώθουν ότι πρέπει να αποκρύψουν ότι πεθύμησαν τον πατέρα παραδείγματος χάριν και να υποδύονται τους αδιάφορους επειδή νιώθουν ότι η μητέρα δε θα άντεχε αν το διαισθανόταν, ότι θα το βίωνε σαν προδοσία περίπου.

Σε πολλές περιπτώσεις το ίδιο ισχύει και με τις ευρύτερες οικογένειες. Το παιδί δηλαδή μαθαίνει ότι όταν βρίσκεται με μέλη της μιας πλευράς της οικογένειας του, θα πρέπει να συμπεριφέρεται σαν η άλλη να μην υπάρχει καθόλου. Σε κάποιες περιπτώσεις, ευτυχώς λιγότερες τώρα πια απ’ ότι στο παρελθόν, κάθε φορά που επισκέπτεται τη μια οικογένεια αναγκάζεται να ακούει άσχημα λόγια, βρισιές, κατηγορίες κλπ. εναντίον του άλλου «στρατοπέδου» γενικά. Είναι αβάσταχτη η θέση αυτή για ένα παιδί, νιώθει ότι πρέπει να μοιράζει τον εαυτό του στα δύο, ότι αναγκάζεται να προσποιείται και να υποκρίνεται για να προστατεύσει τους γονείς του.

Όλες αυτές οι δυσκολίες δημιουργούν συχνά συγκεκριμένα προβλήματα στο παιδί, συμπτώματα δηλαδή, που εύκολα μπορούμε να παρατηρήσουμε, είτε στο σπίτι είτε στο σχολείο. Πιθανό να γίνει ατίθασο και ανυπάκουο, να εκφράζει θυμό και επιθετικότητα. ΄Η είναι δυνατόν να κλειστεί στον εαυτό του, να απομονωθεί, να παρουσιάζει εικόνα κατάθλιψης, να αναιρείται και να δυσκολεύεται να συγκεντρωθεί, να πέσουν οι βαθμοί του κλπ. Ή μπορεί ενδεχομένως να παρουσιάζει σωματικά συμπτώματα, σωματοποιώντας δηλαδή μ’ αυτό τον τρόπο τον ψυχικό του πόνο.

Τα προβλήματα γίνονται πιο έντονα όταν αλλάζει και η καθημερινότητα του παιδιού, αν αναγκαστεί λόγου χάριν να μετακομίσει από τη γειτονιά και το σπίτι του. Η συνηθέστερη αλλαγή που καλείται να αντιμετωπίσει αφορά το θέμα της πειθαρχίας στο σπίτι. Τα όρια δεν είναι πια τα ίδια, όχι επειδή οι γονείς τα προσαρμόζουν στις νέες συνθήκες, αλλά επειδή οι γονείς είναι τόσο απορροφημένοι με τα δικά τους, που δυστυχώς δεν ασχολούνται αρκετά και στο τέλος παραμελούν το παιδί, άθελα τους, βέβαια.

Αυτή η ξαφνική ελευθερία και χαλαρότητα, όπου οι μεγάλοι ξεχνούν να το βάλουν για ύπνο στη συνηθισμένη ώρα, ξεχνούν να βοηθήσουν με τα διαγωνίσματα, ενώ πριν το έκαναν ανελλιπώς, αμελούν να πειθαρχήσουν για πράγματα, μικρά η μεγάλα, που απαρτίζουν την καθημερινότητα του παιδιού, αυτή λοιπόν η υποτιθέμενη ελευθερία, κάθε άλλο παρά σαν ελευθερία βιώνεται από το παιδί. Αντίθετα το παιδί βιώνει τεράστια ανασφάλεια και φόβο, μια που νιώθει την αδυναμία των γονιών του να του επιβληθούν, ή και την ολοκληρωτική τους απουσία συναισθηματικά, ακόμη και όταν μιλούμε για τον γονιό/κηδεμόνα, που μπορεί και να κάθεται απέναντι τους.

Το αίσθημα μοναξιάς είναι μεγάλο-δεν μπορεί πια με την ίδια άνεση να παραπονεθεί στον ένα γονιό για τον άλλο, για παράδειγμα, συνειδητοποιεί απότομα ότι υπάρχουν πια δυο στρατόπεδα.

Ενδιαφέρον είναι ότι για τα παιδιά που έζησαν τον συγκρουσιακό γάμο των γονιών του με έντονες εξάρσεις τα πράγματα είναι πιο εύκολα. Αφενός αυτή η αντιπαλότητα είναι πολύ γνώριμη ήδη κι έτσι είναι πιο εξοπλισμένοι για να την αντιμετωπίσουν. Αφετέρου, κι αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, τα παιδιά με αυτές τις άσχημες εμπειρίες νιώθουν και τα ίδια μεγάλη ανακούφιση με το χωρισμό: «επιτέλους η ατμόσφαιρα στο σπίτι είναι πιο ήρεμη, επιτέλους ησυχάσαμε όλοι και τουλάχιστον έτσι έχουμε πρόσβαση στον ένα γονιό, ενώ πριν δεν είχαμε σε κανένα».

Συνεπώς, εδώ βλέπουμε ότι η εμπειρία ενός διαζυγίου δεν είναι και δεν μπορεί να είναι η ίδια για όλα τα παιδιά. Κάνουμε βέβαια κάποιες γενικεύσεις αλλά καλό είναι να έχουμε υπόψη μας ότι το κάθε παιδί και το κάθε διαζύγιο είναι διαφορετικό. Αυτό που μετρά για το ίδιο το παιδί είναι η κατάσταση σε σύγκριση με την προηγουμένη φάση πριν το χωρισμό. Συνήθως τα συναισθήματα είναι ανάμεικτα, όπως συχνά και των μεγάλων και καλό είναι να το σεβόμαστε αυτό.

Από έρευνες μαθαίνουμε ότι υπάρχουν διαφορές στην εμπειρία του διαζυγίου σε σχέση και με το φύλο και με την ηλικία. Πολλές έρευνες βρίσκουν ότι τα αγόρια δυσκολεύονται περισσότερο με τον αρχικό χωρισμό, ενώ τα κορίτσια φαίνονται να τον αντιμετωπίζουν καλύτερα. Αυτό ίσως να οφείλεται στο ότι συνήθως είναι ο πατέρας που φεύγει και αυτό πιθανόν να αποπροσανατολίζει περισσότερο τα αγόρια σε αυτό το πρώτο στάδιο. Οι έρευνες όμως βρίσκουν ότι μετά, στα επόμενα στάδια είναι τα κορίτσια που δυσκολεύονται περισσότερο. Άρα όλα τα παιδιά περνούν από μια δύσκολη ή και τραυματική διαδικασία, είτε στην αρχή είτε σε κατοπινό στάδιο.

Όσον αφορά τις ηλικίες, πολλές έρευνες έχουν καταλήξει ότι ιδιαιτέρα δύσκολη είναι η φάση της εφηβείας. Ο λόγος έγκειται στο γεγονός ότι σε αυτό το στάδιο της ζωής, το άτομο αρχίζει να πειραματίζεται με τις σχέσεις του, να αναπτύσσει καινούργιες πτυχές της ταυτότητας του κλπ. Για να δύναται ο έφηβος να εκπληρώσει τον στόχο του αυτό, χρειάζεται σταθερότητα στις υπόλοιπες πτυχές της ζωής του και δη, συγκεκριμένα, μέσα στην οικογένεια του. Όταν αυτή η σταθερότητα και η προβλεψιμότητα λείπουν, τότε δεν νιώθει αρκετά δυνατό να αναπτύξει την προσωπικότητα του και να πειραματιστεί, αντίθετα περιορίζει τον εαυτό του και κλείνεται.

Επίσης επικρατεί στο μυαλό του μια σύγχυση όσον αφορά στο μοντέλο της σχέσης, που είχε στο μυαλό του προηγουμένως και πώς θα επηρεαστούν οι δικές του επιλογές συντρόφου, σαν αποτέλεσμα του χωρισμού των δικών του. Συνοπτικά, ένα διαζύγιο σ’ αυτό το στάδιο εξέλιξης του παιδιού, το σπρώχνει προς τα μέσα, προς την οικογένεια, ενώ η φυσιολογική τάση θα τον έσπρωχνε προς τα έξω, προς τους φίλους και προς άλλες σχέσεις.

Μια μόνο αναφορά θα κάνω στην πολύ μικρή ηλικία. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το παιδί, που δεν έχει προλάβει να γνωρίσει την οικογένεια ή τον πατέρα όταν ήταν στο σπίτι, μπορεί να είναι σε καλύτερη μοίρα. Όμως, κι αυτό είναι πολύ σημαντικό, αυτό συνιστά και μια απώλεια για αυτό το παιδί. Αφενός, ενδεχομένως να δυσκολευτεί στις σχέσεις του στο μέλλον, μη έχοντας μεγαλώσει με ένα μοντέλο ζευγαριού, αν οι γονείς δεν ξαναπαντρευτούν. Αφετέρου, υπάρχει ο κίνδυνος να μην του δοθεί η ευκαιρία να δημιουργήσει σύνδεση με τον γονιό που αποχωρεί, με αρνητικές συνέπειες στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του και στις σχέσεις του γενικά με ανθρώπους του φύλου εκείνου.

Κείμενο
ΙΩΑΝΝΑ ΚΟΛΟΚΑΣΙΔΟΥ
Ψυχολόγος