Αφήνουμε πίσω μας την τσιμεντένια γέφυρα και τον Βοϊδομάτη και ανηφορίζουμε. Ίσως αναρωτηθείτε αν αξίζει τον κόπο, ωστόσο οι χαρακτηριστικές στροφές «πέταλο» σε προδιαθέτουν-και βέβαια αξίζει. Ήδη από την πρώτη στροφή, η φύση, η γενικότερη θέα, αλλά και τα παιχνιδίσματα του ήλιου με τα σύννεφα μας κάνουν να σταματάμε κάθε λίγο για να βγάλουμε φωτογραφίες. Όλα συνηγορούν σε μία ημέρα πλούσια. Φτάνοντας στο Μεγάλο Πάπιγκο αφήνουμε το αυτοκίνητο στην είσοδο του οικισμού, στο ευρύχωρο parking. Δίπλα μας, κάποιοι ετοιμάζονται για μια εξερεύνηση στο βουνό. Χαιρετιόμαστε και ρωτάμε για τον καιρό: είναι μεν βροχερός, αλλά όχι και πολύ σοβαρά πράγματα.
Από το 1325 στο σήμερα: Το Πάπιγκο, βρίσκεται χτισμένο κυριολεκτικά στην πλαγιά της Τύμφης, και σε υψόμετρο που φτάνει τα 960 μέτρα. Η πρώτη αναφορά στην οποία το συναντάμε είναι του 1325 από τον βυζαντινό αυτοκράτορα Ανδρόνικο, ενώ αξίζει να σημειώσουμε ότι την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας απολάμβανε κάποια βασικά προνόμια, με κυριότερο το ότι οι κάτοικοί του ζούσαν με κάποια σχετική αυτονομία. Η περιοχή άκμασε και σπουδαίοι έμποροι από την Κωνσταντινούπολη, τη Ρουμανία και τη Ρωσία, ήρθαν εδώ και ανέπτυξαν περαιτέρω τις δραστηριότητές τους. Τον 18ο αι. παρατηρήθηκε και σημαντική πνευματική ανάπτυξη, ενώ το 1780, ξεκίνησε να λειτουργεί ελληνικό σχολείο.
Στη συνέχεια και γύρω στο 1820, η περιοχή πέρασε υπό τον Αλή Πασά, ο οποίος είχε έδρα στα Ιωάννινα, αλλά ερχόταν στο Πάπιγκο, καθώς λέγεται ότι έκανε μπάνιο στις Οβίρες Ρογκοβού (ή Κολυμπήθρες), στις φυσικές πισίνες που βρίσκονται μεταξύ των δύο οικισμών, του Πάπιγκου και του Μικρού Πάπιγκου. Η περιοχή ελευθερώθηκε το 1913, κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους. Από τη δεκαετία του ’80 κι έπειτα, παρατηρούμε σημαντική τουριστική ανάπτυξη με το Πάπιγκο να αποτελεί ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά χωριά του Ζαγορίου, προσελκύοντας σημαντικό αριθμό τουριστών.
Το σύμπαν-Πάπιγκο: Βρισκόμαστε ήδη στη «Στέρνα», στο μαγαζί που άνοιξε εδώ η Έλλη Παπαγεωργίου από το Καπέσοβο, πριν χρόνια. Πρόκειται για έναν πανέμορφο, προσεγμένο χώρο, ιδανικό για να ξεκινήσουμε τη μέρα μας στο σύμπαν-Πάπιγκο. Η ψιχάλα έχει σταματήσει, οπότε καθόμαστε έξω, στα σιδερένια τραπεζάκια, σε έναν χώρο κάπως προστατευμένο. Κάθε φορά που έρχομαι εδώ επιλέγω τη μηλόπιτα και τη συνοδεύω με ζεστό καφέ. Έτσι και τώρα. Ύστερα από λίγο έρχεται και η Έλλη, η οποία έχει πάντα κάτι ενδιαφέρον να μας πει. Χαμογελαστή, ευδιάθετη, μας μιλάει για την πολυαναμενόμενη βροχή-ήταν Οκτώβριος, όταν πήγαμε στο Μεγάλο Πάπιγκο-που είχε λείψει ακόμη και από το Ζαγόρι.
Ενώ μιλάμε, ταυτόχρονα τακτοποιεί και κάποια πράγματα στην αυλή. Μου δείχνει τα μεγάλα μπουκάλια με το λικέρ από κράνα. «Θα μείνουν για μερικές ημέρες εκεί και στη συνέχεια θα τα μεταγγίσουμε σε μικρότερα», μου λέει, καθώς εμφανίζεται ο πατέρας του συζύγου της Χριστόφορος Τσουραμάνης, φέρνοντας φρούτα της εποχής: ένας χαμογελαστός κύριος, άνθρωπος που φαίνεται ότι έχει δουλέψει πολύ και ξέρει να απολαμβάνει την ηρεμία. «Αυτά θα τα κάνουμε γλυκό κομπόστα», συνεχίζει η Έλλη. Τη ρωτάω για τη συνταγή και πριν καλά-καλά το καταλάβω έχει ήδη αρχίσει να τοποθετεί τα υλικά στο τραπέζι.
Πηγαινοέρχεται στην κουζίνα και πολύ γρήγορα η κομπόστα είναι έτοιμη. Στα ενδιάμεσα κάτι ρωτάει και τη μητέρα της για να επιβεβαιώσει τη συνταγή. Την κυρία Ρούλα την είχαμε γνωρίσει καλά όταν διατηρούσε τη «Στέρνα» στο Καπέσοβο, δίνοντας πνοή και ζωή σε μία ακόμη όμορφη πλατεία του Ζαγορίου. Σήμερα μετακινείται ανάμεσα στο Πάπιγκο, όπου περνάει χρόνο με τα εγγόνια της, και στο Καπέσοβο όπου η Ιωάννα (η άλλη της κόρη) ασχολείται με τον ξενώνα «Θουκυδίδης», αλλά και το concept-εστιατόριο, το οποίο κατά κύριο λόγο λειτουργεί μόνο με παραγγελίες.
Κάνουμε μια βόλτα μέσα στο μαγαζί, όπου το καθετί είναι επιλεγμένο με μεράκι. Κατεβαίνουμε στο κελάρι και περιδιαβαίνουμε κοιτώντας τα κρασιά και τα λικέρ. Λίγο πιο μέσα μοσχοβολάει ο τόπος καθώς μία κυρία ετοιμάζει σε έναν πάγκο ματσάκια από τσάι του βουνού. Με αυτά τα αρώματα ανεβαίνουμε τη σκάλα, βρίσκοντας ξανά την Έλλη, η οποία μας έχει ήδη σερβίρει από τη ζεστή κομπόστα που μόλις έφτιαξε. Κάποιοι πελάτες αναρωτιούνται, οπότε βάζει και σε αυτούς. Η μέρα μας στο Πάπιγκο μόλις ξεκίνησε.
Κομπόστα με χειμωνιάτικα φρούτα: Υλικά: Μήλα, Κυδώνια, Δαμάσκηνα, Σταφίδες, Χυμός Λεμονιού, Ξύλο Κανέλλας, Ζάχαρη. | Διαδικασία: Καθαρίζουμε τα φρούτα και τα αναμειγνύουμε με τη ζάχαρη. Για κάθε ένα κιλό φρούτων χρησιμοποιούμε μισό κιλό ζάχαρη. Τα βάζουμε σε μια πλατιά κατσαρόλα και ρίχνουμε νερό μέχρι να καλυφθούν. Προσθέτουμε την κανέλλα και χυμό από ένα λεμόνι. Ανακατεύουμε πολύ ελαφρά και περιμένουμε μέχρι να «δέσει» το σιρόπι.