Μετονομάστηκε το 1927, στο πλαίσιο της ευρύτερης πολιτικής που εφαρμόστηκε τότε για όσα τοπωνύμια δεν διέθεταν ελληνική προέλευση. Στις μέρες μας έχει 127 κατοίκους, σύμφωνα με την απογραφή του 2011. Οι δίδυμοι καταρράκτες βρίσκονται μόλις 7 χιλιόμετρα από τον Καταρράκτη, συμβάλλοντας στη σαγήνη του γύρω τοπίου. Μάλιστα, με τον όγκο των Τζουμέρκων να υψώνεται πίσω τους, αρκετοί τους έχουν κατά καιρούς παρομοιάσει με «υδάτινους φύλακες» του βουνού.
Ένα μαγευτικό υδάτινο θέαμα: Ευρισκόμενοι σε υψόμετρο 1.360 μέτρων, οι δίδυμοι καταρράκτες των Τζουμέρκων θεωρούνται από τους ψηλότερους στην Ελλάδα. Τους διακρίνουμε συνήθως σε βορεινό (ο αριστερός, όπως τους κοιτάμε) και σε νότιο (ο δεξιός, αντίστοιχα), με τον πρώτο να έχει ύψος 87 μέτρων και τον δεύτερο να αγγίζει τα 100 μέτρα. Γενικότερα, πάντως, παρά την προαναφερόμενη υψομετρική διαφορά, ορμητικότερα ύδατα έχει ο βορεινός καταρράκτης (μεγαλύτερη συγκέντρωση, δηλαδή, καθώς και πιο παρατεταμένη ροή). Όπως και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, βέβαια, τα νερά τείνουν να είναι περισσότερα τον χειμώνα και να λιγοστεύουν το καλοκαίρι, αν και τέτοιες μετρήσεις εξαρτώνται πάντα από τη βροχόπτωση κάθε έτους.
Κατόπιν, μετά το εντυπωσιακό τους γκρέμισμα, ακολουθούν οφιοειδή πορεία για περίπου 10 χιλιόμετρα, καταλήγοντας τελικά στον ποταμό Άραχθο. Ασφαλώς, μια τέτοια ποσότητα νερού δεν γινόταν να αφήσει ανεπηρέαστη τη γύρω φύση, την οποία διακρίνει πυκνή βλάστηση. Σε πρώτη ματιά, βέβαια, όσοι είστε εξοικειωμένοι με τα βουνίσια τοπία (ειδικά της Ηπείρου), ίσως τη θεωρήσετε ως τυπική. Εξερευνώντας τις πλαγιές γύρω από τους καταρράκτες, όμως, θα ανακαλύψετε ότι εδώ υπάρχουν και κάποια πιο σπάνια δείγματα χλωρίδας. Κυρίαρχα είδη είναι τα φυλίκια, οι κουτσουπιές, οι δάφνες και τα πουρνάρια, υπάρχουν όμως και πολλές ορχιδέες, ειδικά στο πλάι του προαναφερθέντος πλακόστρωτου μονοπατιού-όπως η πορφυρή Himantoglossum caprinum ή η σπάνια Epipactis subclausa.
Αν ψάχνετε για κάτι πιο ξεχωριστό, πάλι, θα παρατηρήσετε ότι σχεδόν πάνω στους καταρράκτες φύονται μαλκολμίες, ενώ τα πιο σκιερά σημεία προτιμώνται από ίριδες. Η χλωρίδα αυτή, με τη σειρά της, είναι ελκυστική για σαλαμάνδρες, φρύνους, σαύρες της Ρούμελης, αλλά και για οχιές και δεντρογαλιές. Υπάρχουν επίσης πολλά είδη πουλιών (πάνω από 100, υπολογίζουν οι ορνιθολόγοι), ανάμεσα στα οποία και μερικά αρκετά σπάνια, π.χ. πετροπέρδικες, ασπροπάρηδες ή όρνια. Περιστασιακά, τέλος, περνούν από την περιοχή και αρκούδες, λύκοι, αγριογούρουνα και βίδρες, ιδιαίτερα κατά τη χειμερινή περίοδο.
Πώς θα έρθετε εδώ: Ο ευκολότερος τρόπος για να έρθετε στους δίδυμους καταρράκτες των Τζουμέρκων είναι να φτάσετε στο χωριό Καταρράκτης, ερχόμενοι από την Άρτα. Όπως είπαμε και πιο πριν, ο οικισμός απέχει μόλις 7 χιλιόμετρα από το υδάτινο θέαμα. Πρόκειται δε για έναν αναπτυγμένο τόπο, όπου θα βρείτε επιλογές για καφέ και φαγητό, αλλά και υποδομές διαμονής, εάν αποφασίσετε να περάσετε λίγες μέρες εδώ. Πλάι στους καταρράκτες, επίσης, έχει χτιστεί αναψυκτήριο για τους επισκέπτες της περιοχής. Οι περισσότεροι έρχονται την άνοιξη-κυρίως τον Μάιο, που είναι και πιο άφθονα τα νερά. Ξεκινώντας από την Αθήνα απέχετε 420 χιλιόμετρα.
Θα πάρετε την Εθνική Οδό Αθηνών-Πατρών, θα περάσετε το Ρίο, θα στρίψετε κατόπιν προς την Άρτα και θα κατευθυνθείτε προς το βουνό για τα επόμενα 64 χιλιόμετρα. Η διαδρομή είναι πανέμορφη. Εάν έρθετε από τη Θεσσαλονίκη, πάλι, θα ακολούθησε την Εγνατία Οδό μέχρι τα Γιάννενα κι από εκεί θα πάρετε τον δρόμο προς τα χωριά Λάζενα και Καλέντζι. Φτάνοντας στο γραφικό γεφύρι Πλάκας θα σας χωρίζουν 16 χιλιόμετρα ως τους καταρράκτες.