Έτσι, παρά την εκπληκτική φυσική ομορφιά της βόρειας Χίου, η νότια πλευρά της είναι διάσημη για τα μοναδικά και παγκοσμίως γνωστά μαστιχόδεντρα. Εκεί θα βρει κανείς τα 24 φημισμένα διατηρητέα χωριά μαστίχας. Θεωρείται ότι ηφαιστειακές εκρήξεις που συνέβησαν στο νησί πριν εκατομμύρια χρόνια, σε συνδυασμό με άλλα φαινόμενα, βοήθησαν να μετατραπεί ο απλός σχίνος, που βρίσκεται σε όλη τη Μεσόγειο, στο μαστιχοφόρο σχίνο. Η μαστίχα ήταν το αποτέλεσμα του φυσικού μηχανισμού προστασίας του φυτού σε αυτές τις συνθήκες.
Η διαφορά είναι πως ενώ όλα τα δέντρα του γένους παράγουν ρητίνη που μάλιστα μυρίζει μαστίχα, μόνο αυτό το είδος παράγει τη ρητίνη της μαστίχας με τις συγκεκριμένες ιδιότητες που κρυσταλλώνεται με αυτόν τον τρόπο. Παρ’ όλες τις προσπάθειες και τα πειράματα, σε κανένα άλλο σημείο του νησιού ή του κόσμου δεν μπόρεσαν να παράγουν μαστίχα. Ο μαστιχοφόρος σχίνος (Pistacia lentiscus), είναι ένας χαμηλός θάμνος με απλωμένα κλαριά και λυγισμένο κορμό. Το δέντρο που «κεντούν» οι Χιώτες και εκείνο «δακρύζει», προσφέροντας απλόχερα την πολύτιμη ρητίνη του. Σύμφωνα με την παράδοση, οι σχίνοι άρχισαν να δακρύζουν όταν μαρτύρησε ο Άγιος Ισίδωρος από τους Ρωμαίους.
Θεωρείται πως οι πρώτες αναφορές έγιναν από τον Ηρόδοτο τον 5ο αιώνα π.Χ. και πως το δέντρο καλλιεργείται από τον 1ο αιώνα μ.Χ. στο νησί. Στο πρόσφατο παρελθόν, το 1997, η μαστίχα έγινε προϊόν προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης (ΠΟΠ). Το 2015 αναγνωρίστηκε από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων ως φυσικό φάρμακο φυτικής προέλευσης. Είναι ιδιαίτερα θεραπευτική για εσωτερικές ή εξωτερικές πληγές, με ισχυρή αντιμικροβιακή, αντιφλεγμονώδη και αντιοξειδωτική δράση. Όσον αφορά στα αρωματικά φυτά, στο νησί του Ομήρου οι δυνατότητες των καλλιεργούμενων βοτάνων παρέμεναν ανεκμετάλλευτες, παρόλο που οι κλιματολογικές και εδαφολογικές συνθήκες ευνοούν.
Η Αργυρώ Κουτσουράδη, γεωπόνος με ειδίκευση στην φυτική παραγωγή, ένιωσε ευλογημένη που μπόρεσε να επιστρέψει στο νησί της, κατόπιν σπουδών, και να ασκήσει το αντικείμενο της εδώ. Ήταν η πρώτη που καλλιέργησε αρωματικά φυτά και δημιούργησε μια καθετοποιημένη παραγωγή προϊόντων to 2015. Μάλιστα, βραβεύτηκε από το επιμελητήριο της Χίου ως καινοτόμος επιχειρηματίας. Κανένας από την οικογένειά της δεν είχε προηγουμένως σχέση με τον πρωτογενή τομέα. Θυμάται, όμως, τη γιαγιά της που μάζευε φασκόμηλο και το χαμομήλι που πάντα υπήρχε στο σπίτι, όπως, επίσης, όλα τα σπίτια της Παναγιάς, τον Δεκαπενταύγουστο, να στολίζονται γλάστρες με βασιλικούς.
Σήμερα, η ίδια καλλιεργεί με βιολογική προσέγγιση λεβάντα, δεντρολίβανο, θυμάρι, δάφνη, μελισσόχορτο και λουίζα. Όπως επίσης, δίκταμο και μαλοτήρα με τη ξεχωριστή γλυκιά και έντονη γεύση του. Αν και τα τελευταία είναι ενδημικά βότανα της Κρήτης αναπτύσσονται εύκολα, όπως μας αναφέρει, λόγω της κλιματολογικής συγγένειας ανάμεσα στα δυο νησιά. Άλλο ένα φυτό που καλλιεργεί και ξεχωρίζει είναι η νησιώτικη ρίγανη (Origanum onites L.) που έχει πιο έντονες πτητικές ουσίες σε σχέση με την κοινή (Origanum vulgare ssp.hirtum). Μετά τη συλλογή όλων αυτών των βοτάνων, ακολουθεί η φυσική αποξήρανση μέσα σε ξύλινα τελάρα για 7-10 ημέρες. Στη συνέχεια, το τρίψιμο και το καθάρισμα, συνήθως και πάλι με το χέρι. Τέλος, τα βότανα συσκευάζονται με την επωνυμία της εταιρείας της Myrovolos Organics.
Aνερχόμενα προϊόντα, όπως παρατηρεί η Αργυρώ, φαίνεται να είναι το κρίταμο (Crithmum maritimum) και η κάπαρη (Capparis spinosa ). Η καλλιέργεια κάπαρης που είναι απαιτητική στη φύτεψη, ήταν ένα πείραμα που ευδοκίμησε υπέροχα, πιθανώς λόγω της αλατότητας των υπόγειων ρευμάτων. Όλα τα μέρη του φυτού είναι βρώσιμα, τα φύλλα, το αγγουράκι, ο καρπός και ο οφθαλμός που οι περισσότεροι γνωρίζουμε. To κρίταμο πάλι, μετά τον βρασμό, μπαίνει σε βαρέλια με αλάτι, ξίδι και νερό και μεταποιείται ως τουρσί. Όραμα της Αργυρώς και επιθυμία του καταναλωτή όπως φαίνεται ήδη, είναι η δημιουργία καινοτόμων προϊόντων, βότανα δηλαδή συνδυασμένα με είδη-ορόσημα όπως η μαστίχα και η φλούδα μανταρίνι.
Προϊόντα με ταυτότητα που αναδεικνύουν την υπάρχουσα παράδοση, αλλά και τη συνέργεια βοτάνων και καρπών του τόπου και θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν είτε ως ΠΟΠ, είτε ως ΠΓΕ, δηλαδή προϊόντα Προέλευσης Γεωγραφικής Ένδειξης. Χρειάζεται δημιουργική φαντασία και διάθεση, τονίζει η ίδια. Να δούμε μια ευκαιρία στο διαφορετικό. Χρειάζεται συνεχής ενημέρωση, σεμινάρια και ταξίδια για να ανοίξουν νέοι δρόμοι στην σκέψη μας για το τι μπορούμε να αξιοποιήσουμε και πως. Και να επηρεάσει ο καθένας με τον δικό του τρόπο το πως διαμορφώνεται η αγορά και τελικά η ποιότητα της διατροφής μας.