Κάρλα την είπαν έπειτα κατά τα μεσαιωνικά χρόνια, ονομασία που κρατήθηκε και επί Τουρκοκρατίας, φτάνοντας ως τις μέρες μας. Η αρχική λίμνη εκτεινόταν σε 180-195.000 στρέμματα, έχοντας κυμαινόμενο βάθος από 4 έως 5,5 μέτρα. Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 αντιπλημμυρικά αναχώματα μείωσαν τόσο την έκτασή της, όσο και το βάθος της. Ακόμα κι έτσι, πάντως, εξακολούθησε να σφύζει από ζωή: όταν την επισκέφθηκαν Γάλλοι ορνιθολόγοι λίγο έπειτα, τόσο εντυπωσιάστηκαν από τα είδη που κατέγραψαν εκεί, ώστε σημείωσαν ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο μπορούσε να συγκριθεί μόνο με το Δέλτα του Δούναβη. Παρά την εικόνα αυτή, η τότε κυβέρνηση είχε ήδη αποφασίσει ότι η Κάρλα θα αποξηραινόταν.
Ήταν άλλωστε μια εποχή στην οποία η εκβιομηχάνιση της ελληνικής γεωργίας προέβαλε ως επιτακτική ανάγκη λόγω του αυξανόμενου ευρωπαϊκού ανταγωνισμού. Και, φαινομενικά, η εξαφάνιση της Κάρλας θα δημιουργούσε μια τεράστια εύφορη έκταση. Έτσι, ως το 1965 η λίμνη αποτελούσε παρελθόν, αποδίδοντας γύρω στα 78.000 στρέμματα γης. Σχεδόν αμέσως, όμως, φάνηκε ότι το εγχείρημα δεν θα απέδιδε τα αναμενόμενα. Η έκταση που προέκυψε δεν προσφερόταν για πολυκαλλιέργειες λόγω συσσώρευσης αλάτων, ενώ πλημμύριζε με κάθε ισχυρή νεροποντή. Μέσα σε λίγους μήνες ο τοπικός Τύπος άρχισε να την παρομοιάζει με κρανίου τόπο, ενώ έκανε λόγο και για καταστροφικές επιπτώσεις στη χλωρίδα και στην πανίδα.
Αλλά, ενώ είναι γεγονός ότι τα εδάφη αποδείχθηκαν ακατάλληλα για εντατική γεωργική εκμετάλλευση, ως προς το οικοσύστημα υπάρχει μια σημαντική παρανόηση. Με δεδομένη δηλαδή τη σημερινή ανασύσταση της λίμνης, η αποξήρανση το ωφέλησε, τερματίζοντας μια κατάσταση που αργά μα σταθερά υποβάθμιζε την ποιότητα των νερών της Κάρλας, οδηγώντας σε εμφανή μείωση του πληθυσμού των ψαριών που κατοικούσαν εκεί. Η επανασύσταση της λίμνης αποφασίστηκε κατά τη δεκαετία του 1990, ενώ εξασφαλίστηκε και σημαντική οικονομική στήριξη από ευρωπαϊκά κονδύλια.
Το έργο ξεκίνησε το 2000 και χρειάστηκε 15 χρόνια για να ολοκληρωθεί, με την υδροδότηση να προέρχεται από τον ποταμό Πηνειό. Η αναγεννημένη Κάρλα «εγκαινιάστηκε» επισήμως το 2018. Και, παρότι είναι σημαντικά μικρότερη της αρχικής, έδειξε αμέσως τις προοπτικές της, γενόμενη ένας από τους σημαντικότερους υδροβιότοπους όλης της Μεσογείου. Μέσα στα λίγα αυτά χρόνια, δηλαδή, έδωσε στέγη σε 13 είδη ψαριών και 181 είδη πουλιών (μερικά εξαιρετικά σπάνια), μεταξύ των οποίων βρίσκεται και μια αποικία αργυροπελεκάνων.
Το μέλλον προβλέπεται ακόμα πιο ευοίωνο για την αναγεννημένη Κάρλα, για την οποία ανοίγονται σημαντικές τουριστικές προοπτικές εναρμονισμένες με την οικολογική ευαισθητοποίηση των πρόσφατων ετών. Ήδη, η ανάδειξη 10 πεζοπορικών διαδρομών στην περίμετρό της από το Μεσογειακό Ινστιτούτο για τη Φύση και τον Άνθρωπο αναμένεται να την κάνει ευρύτερα γνωστή, προσελκύοντας πολλούς φυσιολάτρες ή φίλους του εναλλακτικού τουρισμού, τόσο από τη χώρα μας, όσο και από το εξωτερικό.
Πώς θα πάτε: Οδικώς μπορείτε να έρθετε στη Κάρλα τόσο από τον Βόλο (ακολουθώντας την επαρχιακή οδό προς τα Κανάλια), όσο και από τη Λάρισα, μέσω Στεφανοβικείου. Μια άλλη μέθοδος είναι να πάρετε το τρένο από τον Βόλο προς τη Λάρισα και να κατεβείτε στη στάση Στεφανοβίκειο, γύρω στα 2 χιλιόμετρα από το χωριό. Και πάλι, όμως, θα έχετε άλλα 20 χιλιόμετρα για να φτάσετε στα Κανάλια, τα οποία θα πρέπει να διανύσετε με αυτοκίνητο.