Τα Κανάκια είναι ένα παράκτιο χωριό στην πίσω πλευρά της Σαλαμίνας-όχι εκείνη που βλέπει προς τον Πειραιά, δηλαδή-στο οποίο περιλαμβάνεται και το ομώνυμο, ακατοίκητο νησί στα ανοιχτά, όπως και το μικρότερο Γαϊδουρονήσι πλάι του. Ο μόνιμος πληθυσμός ανέρχεται σε 206 κατοίκους, σύμφωνα με την απογραφή του 2011. Παλιότερα ο οικισμός ήταν γνωστός ως Καρακιάνι ή Κανακιάνι, ονομασίες πιθανότατα σλαβικής προέλευσης, οι οποίες μαρτυρούν τις απώτερες ρίζες του σημερινού χωριού. Μάλιστα, ως και τη δεκαετία του 1970 δεν υπήρχε δρόμος να φτάνει ως εδώ και οι κάτοικοι μετακινούνταν μόνο παραθαλασσίως.
Επιλογές διαμονής: Το χωριό, παρά το τοπίο του, έχει κρατηθεί μακριά από την έντονη τουριστική ανάπτυξη, όπως είπαμε και πιο πριν. Ερχόμενοι εδώ, λοιπόν, δεν θα βρείτε μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες ή υποδομές τέτοιου τύπου. Ωστόσο τόσο κοντά στη θάλασσα, όσο και πιο μέσα στα Κανάκια θα βρείτε επιλογές ενοικίασης διαμερισμάτων (ορισμένες και μέσω Airbnb), εάν επιθυμείτε να μείνετε λίγες μέρες εδώ για ησυχία και χαλάρωση.
Επιλογές για καφέ και φαγητό: Στα Κανάκια θα βρείτε το «Μελτέμι», το οποίο έχει υπαίθριο χώρο το καλοκαίρι, αλλά λειτουργεί και τον χειμώνα, σε εσωτερική αίθουσα θερμαινόμενη με τζάκι και ξυλόσομπα. Είναι το μοναδικό ταβερνάκι στο χωριό, το οποίο σερβίρει όμως και καφέ, καθώς και ποτό. Το μενού του βασίζεται στα φρέσκα ψάρια και θαλασσινά και εξαρτάται από τα αλιεύματα που φέρνουν καθημερινά οι τράτες που ξανοίγονται στον κόλπο. Θα βρείτε όμως και προσεγμένες επιλογές σε κρεατικά, ακόμα και κρέατα ειδικής εκτροφής, όλα προερχόμενα από τους βοσκούς της περιοχής.
Τρία πράγματα που αξίζει να κάνετε αν βρεθείτε στα Κανάκια: Τα Κανάκια παραμένουν ένας σχετικά απομακρυσμένος προορισμός, στον οποίον φτάνετε οδικώς, περνώντας μέσα από το υπέροχο πευκοδάσος που περιβάλλει το χωριό, φτάνοντας ανά σημεία μέχρι και την ακτή. Το δάσος, βέβαια, εξασφαλίζει ότι εδώ υπάρχουν κι άλλα πράγματα για να κάνετε, πέρα από ήσυχες και χαλαρές διακοπές δίπλα στον Σαρωνικό. Για να έρθετε ως εδώ από την Αθήνα θα χρειαστείτε το αυτοκίνητό σας, με το οποίο θα μεταβείτε στο Πέραμα, ώστε να πάρετε το φέρι μποτ για Σαλαμίνα. Από εκεί θα κατευθυνθείτε οδικώς προς τη νότια πλευρά του νησιού, θα περάσετε από το Αιάντειο και θα φτάσετε στα Κανάκια διασχίζοντας το προαναφερθέν πευκοδάσος. Η απόσταση είναι σχεδόν 16 χιλιόμετρα, υπολογίστε ότι θα τη διανύσετε σε περίπου 25 λεπτά.
Μπάνιο και ηλιοθεραπεία: Οι περισσότεροι από όσους επισκέπτονται τα Κανάκια στοχεύουν φυσικά στην όμορφη παραλία του χωριού, η οποία στο μεγαλύτερο μέρος της καλύπτεται από ψιλό βότσαλο-μερικοί, μάλιστα, πιστεύουν ότι είναι η πιο ωραία όλης της Σαλαμίνας. Τις ήσυχες ημέρες ή τις πολύ πρωινές ώρες, πάντως, καλό είναι να έχετε τον νου σας και για αχινούς, μπαίνοντας στο νερό. Τα Σαββατοκύριακα του Αυγούστου ενδέχεται να συναντήσετε εδώ περισσότερο κόσμο από όσο ίσως εκτιμήσετε (και οικογένειες, μα και ζευγάρια), καθώς αρκετοί ντόπιοι καταφτάνουν για μονοήμερη εκδρομή από την άλλη πλευρά του νησιού. Το απέναντι νησάκι, τέλος, είναι ακατοίκητο και δεν διαθέτει παραλίες, λόγω της βραχώδους φύσης του. Αν θελήσετε να έρθετε ως εδώ για μια βόλτα ή για βουτιά στα γύρω νερά-ή αν σας ενδιαφέρει το ψάρεμα-θα χρειαστείτε σκάφος.
Πεζοπορία στο πευκοδάσος: Αν αγαπάτε την πεζοπορία, μπορείτε να εξερευνήσετε το γύρω πευκοδάσος με τα πόδια, κάνοντας μια ωραία βόλτα στο καταπράσινο τοπίο που καλύπτει το τοπικό βουνό Σταυρός, το οποίο βρίσκεται υπό την προσεκτική εποπτεία της Πυροσβεστικής-ειδικά τη θερινή περίοδο. Η διαδρομή θα σας φέρει στη μικρή κορυφή Φουρίθι, όπου θα δείτε ερείπια από τις φρυκτωρίες που υπήρχαν κάποτε εκεί, αλλά και στο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου Λεμονιών, από όπου θα απολαύσετε υπέροχη θέα στη γύρω περιοχή. Είναι άγνωστο πότε χτίστηκε, καθώς η μοναδική χρονολογία που έχει βρεθεί είναι ένα 1742 στο κωδωνοστάσιο. Η ιδιαίτερη ονομασία, πάντως, οφείλεται στις λεμονιές που λέγεται ότι φύτεψε ο ηγούμενος Ευδόκιος γύρω στο 1800.
Στην Επανάσταση του 1821 ξέρουμε ότι εδώ βρήκε καταφύγιο ο ντόπιος οπλαρχηγός Χοντρινικόλας Γκριτζιώτης. Παρά ταύτα το μοναστήρι έκλεισε υποχρεωτικά το 1833, όπως και κάθε άλλο ανάλογο ίδρυμα που δεν είχε τη δυνατότητα να αυτοσυντηρηθεί οικονομικά. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή έγινε μια προσπάθεια αναβίωσης από μοναχές, ήταν όμως ανεπιτυχής. Επίσημη επανίδρυση θα γινόταν αρκετά αργότερα (1966), όταν ανασυγκροτήθηκε στη σημερινή του μορφή, ως γυναικεία μονή. Λίγο πιο πέρα από το μοναστήρι, κρυμμένο μέσα στο πράσινο της περιοχής, βρίσκεται το ξωκλήσι του Αγίου Ιωάννη του Καλυβίτη, το οποίο είναι βυζαντινό, χρονολογούμενο στον 10ο αιώνα. Εκεί συνήθιζαν παλιά να θάβουν τους μοναχούς του Αγίου Νικολάου Λεμονιών, ενώ λέγεται πως υπήρχε και ιαματική πηγή.
Το παλάτι του Αίαντα του Τελαμώνιου: Ότι η Σαλαμίνα αποτελούσε ένα από τα κράτη των Μυκηναίων το γνωρίζουμε καλά λόγω της «Ιλιάδας» του Ομήρου, αφού ένας από τους διακεκριμένους ήρωες των Αχαιών κατά τη διάρκεια του Τρωικού Πολέμου ήταν ο βασιλιάς της, ο Αίας ο Τελαμώνιος. Ο οποίος ξεχώριζε για το παράστημά του και τη γενναιότητά του, πρωταγωνιστώντας λ.χ. στη μάχη που ακολούθησε τον σκοτωμό του Αχιλλέα και του Πάτροκλου. Εξοργισμένος ωστόσο που τα όπλα του Αχιλλέα δόθηκαν στον Οδυσσέα, αποπειράθηκε να δολοφονήσει τους υπόλοιπους Μυκηναίους ηγεμόνες, με αποτέλεσμα να τον τρελάνει η θεά Αθηνά, οδηγώντας τον στην αυτοκτονία.
Μετά το 2000, πολυετής αρχαιολογική έρευνα έφερε στο φως μυκηναϊκή ακρόπολη στα περίχωρα των σημερινών Κανακίων, τεκμηριώνοντας τη συνεχή κατοίκηση της τοποθεσίας από το τέλος των προϊστορικών χρόνων ως το 1200 π.Χ. Έκτοτε το οικοδομικό συγκρότημα πέφτει σε οριστική αχρηστία, ακολουθώντας τη γενικότερη μοίρα των ανακτόρων των Μυκηναίων, που σαρώθηκαν το ένα μετά το άλλο. Ανάμεσα στα κτήρια δημοσίου χαρακτήρα που βρέθηκαν στην ακρόπολη στα Κανάκια υπάρχουν συγκροτήματα ξεκάθαρα ανακτορικού επιπέδου, όπου θεωρούμε πως ήταν η έδρα του ηγεμόνα-όπως ακριβώς συνέβαινε και σε άλλες μυκηναϊκές ακροπόλεις. Εδώ, λοιπόν, ήταν το παλάτι του Αίαντα, εφόσον δεχτούμε την ιστορικότητα της μορφής του. Ένα ακόμα σημαντικό εύρημα πιστοποιεί ότι η Σαλαμίνα της μακρινής αυτής εποχής είχε θαλάσσια επικοινωνία με την Αίγυπτο.