Ακόμη και υπό αυτές τις συνθήκες η ανασκαφή που ξεκίνησε το 2009 το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Τομέας Αρχαιολογίας του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας) και από το 2012 διενεργεί σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Μαγνησίας, έδωσε νέο υλικό. Και μάλιστα ιδιαίτερης σπουδαιότητας, όπως σημειώνουν ο καθηγητής Αλέξανδρος Μαζαράκης Αινιάν και η επί τιμή προϊσταμένη της Εφορείας Αργυρούλα Δουλγέρη-Ιντζεσίλογλου που τη διευθύνουν, τονίζοντας πως η γεωγραφική θέση της «Κεφάλας» διευκόλυνε τις επαφές μεταξύ του κεντρικού και βόρειου ελλαδικού χώρου όχι μόνο κατά την πρωιμότερη και κύρια φάση ακμής του οικισμού, αλλά και καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του.
Ταύτιση με Παλαισκίαθο: «Η οχυρωμένη από την ύστερη γεωμετρική περίοδο θέση θα μπορούσε να ταυτιστεί με την παλαιότερη από τις δύο πόλεις της Σκιάθου, την Παλαισκίαθο σύμφωνα με επιγραφικά τεκμήρια. Με βάση τα έως σήμερα επιφανειακά ευρήματα, ενδείξεις πρώιμης δραστηριότητας εμφανίζονται ήδη από τις αρχές του 10ου αιώνα π.Χ., ενώ η θέση φαίνεται ότι εγκαταλείφθηκε σταδιακά μετά την ίδρυση της κλασικής πόλης της Σκιάθου, η οποία βρίσκεται στη θέση της σημερινής ομώνυμης πόλης. Ενα μεγάλο σύνολο κεραμικής των κλασικών χρόνων που βρέθηκε κατά την ανασκαφή το 2014 κάτω από στρώμα καταστροφής κεράμων πλησίον του οχυρωματικού τείχους και ένας λακκοειδής τάφος των αρχών του 4ου αι. π.Χ., στα ΝΑ και εξωτερικά του πλατώματος, επιβεβαιώνουν την υπόθεση ότι η «Κεφάλα» ήταν κατοικημένη μέχρι και τους όψιμους κλασικούς χρόνους.
Εν τούτοις, η κορυφή του πλατώματος συνέχισε να βρίσκεται σε χρήση και κατά την ελληνιστική περίοδο. Εκεί αποκαλύφθηκαν διαταραγμένα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα. Ορισμένα αποσπασματικά πήλινα ειδώλια, ψήφοι από υαλόμαζα και οστέινες βελόνες ίσως αποτελούν ένδειξη ύπαρξης ιερού στη θέση αυτή, το οποίο παρέμεινε σε χρήση και μετά την εγκατάλειψη του οικισμού», σημειώνουν οι ανασκαφείς.
Στην παραλία του όρμου του «Ξάνεμου» όπου είναι η κύρια νεκρόπολη, στη φετινή έρευνα (συμμετέχει και η αρχαιολόγος της ΕΦΑ Μαγνησίας, Ελένη Χρυσοπούλου), εντοπίστηκε μία σημαντική ταφή. Κιβωτιόσχημος τάφος που οι διαστάσεις του παραπέμπουν σε ενήλικο νεκρό, ενώ τα νεογιλά δόντια σε νεαρότερο άτομο. Πρόκειται πιθανώς για ταφή μητέρας-κόρης, όπως μαρτυρούν οι χάλκινες περόνες (καρφίτσες που συνδέουν δύο τμήματα ενός ενδύματος μεταξύ τους), τα δαχτυλίδια, οι χρυσοί σφηκωτήρες για τα μαλλιά που είναι δείγματα ευμάρειας, εξηγεί ο κ. Μαζαράκης Αινιάν. Η ταφή χρονολογείται στις αρχές του 10ου αιώνα π.Χ., ενώ ο τάφος είχε διαταραχτεί από παιδικό εγχυτρισμό που τοποθετήθηκε στην αρχαϊκή περίοδο.
Τα κτίρια στη νότια πλευρά, σε επαφή με το τείχος, μάλλον φιλοξενούσαν βιοτεχνικές δραστηριότητες. Όλα δείχνουν ιδιαίτερα στενές σχέσεις με την Εύβοια. Η ακμή του οικισμού αυτού φαίνεται να ήταν οι πρώιμες εποχές 10ος, 9ος, 8ος αι. π.Χ. που είναι η περίοδος κατά την οποία οι Ευβοείς ταξιδεύουν προς το Βόρειο Αιγαίο και ιδρύουν πολλές εγκαταστάσεις στον Θερμαϊκό Κόλπο. «Είναι σημαντικό εύρημα, διότι πρόκειται για έναν πρώιμο οικισμό σε μια περίοδο για την οποία δεν γνωρίζουμε τίποτα στις Σποράδες, ενώ τώρα μπορούμε να έχουμε μια εικόνα, κυρίως για το πώς εντάσσονται στο πολιτιστικό πλαίσιο της εποχής και τη σχέση τους με τη Θεσσαλία, το Βόρειο Αιγαίο, την Εύβοια ακόμη και το Ανατολικό Αιγαίο», μας εξηγεί ο ανασκαφέας, τονίζοντας επίσης πως οι Ευβοείς είχαν μεγάλη σχέση με τη μεταλλοτεχνία και συχνά οι θέσεις με τις οποίες συνδέονται σχετίζονται με το εμπόριο μετάλλου. Ανάμεσα στα ευρήματα είναι και μια σειρά από εμπορικούς αμφορείς που συναντάμε σε όλο το Βόρειο Αιγαίο, που ίσως βοηθήσουν να εντοπίσουν οι αρχαιολόγοι τα κέντρα παραγωγής.
Πικρία: Μιλώντας με τον κ. Μαζαράκη Αινιάν δεν μπορείς να μη διακρίνεις την πικρία του για τον τρόπο που κάποιες τοπικές κοινωνίες αντιμετωπίζουν τις ανασκαφές. Έχοντας την εμπειρία της Κύθνου, στην οποία επίσης ανασκάπτει, λέει πως εκεί έχει την υποστήριξη των ντόπιων, του δήμου αλλά και του Θανάση Μαρτίνου. «Αντίθετα πλούσια νησιά όπως η Σκιάθος, τα οποία βουλιάζουν από τον τουρισμό, δεν έχουν την ίδια δοτικότητα. Τα πρώτα χρόνια μας υποσχέθηκαν, μας φιλοξένησαν. Με το που είπαμε ότι ερχόμαστε για μια συστηματική έρευνα με μεγαλύτερη ομάδα κι άλλες απαιτήσεις, τα ξενοδοχεία μας πετάνε στα χειρότερα δωμάτια. Το ανασκαφικό πρόγραμμα στηρίζεται από τον Εξωραϊστικό Σύλλογο του «Ξανέμου», τον δήμο, ορισμένους φιλάρχαιους Σκιαθίτες, τη Vicky Cock, τον Βασίλη Ταμπάκη, όμως οι δυσκολίες δεν ξεπερνιούνται. Τα λιγοστά χρήματα του Πανεπιστημίου δύσκολα εκταμιεύονται και ο αρχαιολόγος εξαντλείται σε εμπόδια και γραφειοκρατία». Αλλά και έξοδα. Σε πολλές περιπτώσεις οι ανασκαφείς βάζουν και οι ίδιοι βαθιά το χέρι στην τσέπη τους.