2.5.23

Σαλαμίνα: Οι ιστορικές διαδρομές


Η Σαλαμίνα είναι το μεγαλύτερο νησί του Σαρωνικού Κόλπου και το πιο κοντινό στις ακτές της Αττικής. Βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του Σαρωνικού Κόλπου και έναντι του Κόλπου της Ελευσίνας. Πρόκειται για έναν από τους πιο ιστορικούς τόπους της Ελλάδας. Ενδεικτικά, το νησί έγινε έμπνευση για τον από σκηνής φιλόσοφο Ευριπίδη αλλά και τελευταίος σταθμός για τον Καραϊσκάκη και άλλους αγωνιστές του 1821.

Ονομασία: Κατά τη μυθολογία, το νησί πήρε την ονομασία του από τη νεράιδα Σαλαμίνα που είχε πατέρα τον θεό Ασωπό, μητέρα την Μετώπη, αδελφή τη νεράιδα Αίγινα και σύζυγό της το θεό της θάλασσας Ποσειδώνα. Το όνομα Σαλαμίς μαρτυρείται ήδη στο ομηρικό έπος(Ιλιάς Β, 557-558). Στην αρχαιότητα, η Σαλαμίνα ήταν γνωστή με τις ονομασίες Σκιράς (από τον ήρωα Σκίρο), Πιτυούσα (πίτυς | πεύκο) από τα πολλά πεύκα που υπήρχαν και Κυχρεία από τον Κυχρέα, γιος της νεράιδας Σαλαμίνας. Ο Κυχρέας έγινε ο πρώτος μυθικός βασιλιάς της Σαλαμίνας, όταν την απάλλαξε από έναν φοβερό δράκοντα, που την καταδυνάστευε και λεηλατούσε.

Άλλες παραδόσεις συνδέουν το Κυχρέα με ένα ιερό φίδι, που βοήθησε τον ελληνικό στόλο κατά τη διάρκεια της Ναυμαχίας της Σαλαμίνας, προκαλώντας σύγχυση στα περσικά πλοία. Το νησί είναι επίσης γνωστό ήδη από την αρχαιότητα και με την ονομασία Κούλουρη, που προέρχεται από το ακρωτήριο «Κόλουρις άκρα», στο οποίο ήταν χτισμένη η αρχαία πόλη και το λιμάνι του 4ου αιώνα π.Χ. O Σπυρίδωνας Λάμπρος θεωρεί ότι το όνομα Σαλαμίνα είναι ξενικό. Το γεγονός ότι στο νησί συναντάμε τη λατρεία του «Δία Επικοίνιου» (Ba-al Shalam), όπως και η θέση του νησιού απέναντι σε κόλπο ξηράς, γίνεται φανερό ότι έχει σημιτική ρίζα και σημαίνει «ειρήνη» και «τόπος ειρήνης».

Αρχαιότητα: Στους αρχαιότατους χρόνους το νησί υπήρξε αυτόνομο Μυκηναϊκό βασίλειο με βασιλείς από τον οίκο των Αιακιδών (ο Αιακός ήταν μυθικός βασιλιάς της Αίγινας, γιος του Δία και της νεράιδας Αίγινας). Γνωστός βασιλιάς αυτού του οίκου ήταν ο Τελαμώνας, γιος του Αιακού. Σύμφωνα με τη μυθολογία ο Τελαμώνας έφυγε από την Αίγινα, διότι είχε δολοφονήσει τον ετεροθαλή αδερφό του Φώκο και πήγε στη Σαλαμίνα, όπου νυμφεύτηκε την κόρη του Κυχρέα, Γλαύκη και έγινε βασιλιάς της Σαλαμίνας. Από το γάμο τους δεν απέκτησαν παιδιά. Μετά τον θάνατο της Γλαύκης, ο Τελαμώνας νυμφεύτηκε δύο γυναίκες, την Ερίβοια και την Ησιόνη.

Με την πρώτη απέκτησε τον Αίαντα όπου σημαίνει αετός, ενώ με τη δεύτερη τον Τεύκρο. Στον τρωικό πόλεμο ο Αίαντας συμμετείχε με 12 καράβια μαζί με τον Τεύκρο. Μετά το θάνατο του Αίαντα στην Τροία, ο Τεύκρος γύρισε στη Σαλαμίνα, αλλά οργισμένος ο πατέρας του Τελαμώνας τον έδιωξε από το νησί, γιατί δεν εκδικήθηκε το χαμό του αδερφού του και δεν έφερε τα λείψανά του στην πατρίδα του. Ο Τεύκρος με τους συντρόφους του έφτασε με πλοία στις ανατολικές ακτές της Κύπρου, όπου και ίδρυσε πόλη, την οποία και ονόμασε Σαλαμίνα εις μνήμη της γενέτειράς του. Η πόλη αυτή μετέπειτα ονομάστηκε Κωνσταντία και βρίσκεται περίπου στον χώρο της σημερινής κατεχόμενης Αμμοχώστου.

Ναυμαχία της Σαλαμίνας: Κατά τους περσικούς πολέμους η Σαλαμίνα πρόσφερε ανεκτίμητη βοήθεια στους Αθηναίους και στους συμμάχους των κατά των Περσών και ιδιαίτερα έμεινε γνωστή στην ιστορία για την μεγάλη ναυμαχία που διεξήχθη στο στενό της το 480 π.Χ. Στη Σαλαμίνα, κατά την περίοδο της ναυμαχίας συναντώνται οι τρεις μεγαλύτεροι ποιητές των αιώνων. Ο Αισχύλος πολέμησε στη ναυμαχία και έγραψε γι’ αυτήν. Ο Σοφοκλής έφηβος έλαβε μέρος στα Επινίκια, ενώ ο τραγικότερος των τριών, ο Ευριπίδης γεννήθηκε στη Σαλαμίνα όταν διαδραματιζόταν το μεγάλο ιστορικό γεγονός.

Ελληνιστική εποχή: Το 318 π.Χ., η Σαλαμίνα καταλήφθηκε από τους Μακεδόνες και συγκεκριμένα από τον Κάσσανδρο, έναν από τους επιγόνους του Μ. Αλεξάνδρου. Αρκετά χρόνια αργότερα, το 229 π.Χ., ο αρχηγός της Αχαϊκής Συμπολιτείας, Άρατος, την παρέδωσε εκ νέου στους Αθηναίους. Από τότε η Σαλαμίνα ακολούθησε, κατά κανόνα, την τύχη της Αθήνας και της υπόλοιπης Ελλάδας σ΄ όλες της φάσεις της πολυκύμαντης ιστορίας της (ρωμαϊκοί χρόνοι, βυζαντινή περίοδος, Φραγκοκρατία, Τουρκοκρατία).

Ρωμαϊκή-Πρωτοβυζαντινή περίοδος: Κατά τον Παυσανία, στα τέλη του 2ου μ.Χ. αι., η αρχαία πόλη της Σαλαμίνας είχε εγκαταλειφθεί, καθόσον ο ίδιος διαπίστωσε ερείπια στην Αγορά της. Οι κάτοικοι που την εγκατέλειψαν, εγκαταστάθηκαν σε άλλα σημεία του νησιού. Από τα υπάρχοντα αρχαιολογικά στοιχεία της Σαλαμίνας, τεκμαίρεται η ύπαρξη δύο οικισμών κατά τη διάρκεια αυτής της χιλιετίας: ενός στη νότια πλευρά, εκεί όπου σήμερα ευρίσκεται το χωριό Αιάντειο και ενός άλλου στη βόρεια πλευρά, στη θέση όπου είναι η σημερινή πόλη της Σαλαμίνας. Αξιομνημόνευτο είναι το γεγονός ότι επί εποχής Ιουστινιανού (527-565), η Σαλαμίνα κατατασσόταν μεταξύ των πόλεων της βυζαντινής αυτοκρατορίας.

Βενετοκρατία: Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους, η Σαλαμίνα περιήλθε στην κυριαρχία των Βενετών και το έτος 1294 παραδόθηκε από το Γκυ Β' ντε λα Ρος στον άρχοντα της Ευβοίας, τον Βονιφάτιο από τη Βερόνα. Στην περίοδο εκείνη ανάγεται το κτίσιμο του αρχικού ναού της Παναγίας Φανερωμένης. Κατόπιν, και κατά τη διάρκεια του 14ου αιώνα, η Σαλαμίνα περιήλθε διαδοχικά στην κυριαρχία των Καταλανών (1311), της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (1319), των Καταλανών εκ νέου (1350) και του Φλωρεντινού οίκου των Ατσαγιόλι (1388). Στα τέλη του 14ου αιώνα αποικίστηκε από Αρβανίτες.

Τουρκοκρατία: Οι Τούρκοι κυρίευσαν τη Σαλαμίνα το 1462. Επί Τουρκοκρατίας, η κοινωνική και οικονομική ζωή παρήκμασε στη Σαλαμίνα, που αποκαλείται έκτοτε Κούλουρη. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1688, ο ελληνικός πληθυσμός της νήσου ενισχύθηκε με την αναγκαστική μετακίνηση αθηναϊκών οικογενειών από την Αθήνα προς τη Σαλαμίνα, λόγω της παρουσίας σ΄ ολόκληρη την Αττική των Ενετών. Ως αποτέλεσμα δόθηκε πνοή ανάπτυξης και προόδου στο νησί. Ακολουθεί μια εποχή, όπου οι δραστηριότητες του νεοελληνικού διαφωτισμού οδήγησαν στην πνευματική αφύπνιση του ελληνικού γένους, που είχε ως αποτέλεσμα την Επανάσταση του 1821 και την απελευθέρωση των Ελλήνων από τον οθωμανικό ζυγό.

Απόρροια αυτής της ανάπτυξης ήταν η Σαλαμίνα, κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα, να διαθέτει αρκετά μικρά πλοιάρια. Πολλά απ΄ αυτά έλαβαν μέρος στην αποτυχημένη Ελληνική Επανάσταση του 1769-1770, που εκδηλώθηκε μετά από υποκίνηση των Ρώσων και έμεινε γνωστή στην ιστορία ως Ορλωφικά. Παρά την αποτυχία των Ορλωφικών, ο ατρόμητος αγωνιστής εκείνης της περιόδου Μητρομάρας συνέχισε μόνος του τον αγώνα της ανεξαρτησίας και το Φεβρουάριο του 1771 ύψωσε στη Σαλαμίνα τη ρωσική σημαία της επανάστασης. Το μοναδικό επίτευγμα των Ορλωφικών ήταν η καταστροφή του τουρκικού στόλου στο Τσεσμέ (1770) από το ρωσικό ναυτικό, γεγονός που ανάγκασε τους Οθωμανούς να υπογράψουν το 1774 τη συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή.

Επανάσταση: Ο 19ος αι. και τα γεγονότα της Ελληνικής Επανάστασης έφεραν την Σαλαμίνα στο κέντρο των ιστορικών εξελίξεων. Η Σαλαμίνα. επαναστάτησε κατά της τουρκικής τυραννίας στα τέλη Μαρτίου 1821. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Σαλαμίνιοι, λόγω των προνομίων που είχαν αποκτήσει από την παρασκευή κατραμιού αλλά και των επιθέσεων από ληστές στα άγρια δάση που εργάζονταν για την συλλογή της ρητίνης, είχαν το δικαίωμα της ελεύθερης οπλοφορίας κι έτσι κατά το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης, συγκρότησαν άμεσα ένα ετοιμοπόλεμο στρατιωτικό σώμα, που χωρίστηκε σε δύο ομάδες. Το νησί έδωσε καταφύγιο σε μεγάλους πληθυσμούς καταδιωγμένων και κατατρεγμένων και έγινε το πλωτό νοσοκομείο και στρατηγείο των στρατιωτικών δυνάμεων που έδωσαν τον μεγάλο αγώνα της Αθήνας και του Πειραιά.

Αυτό προκάλεσε δραματικά πτωτική οικονομική πορεία , απότομη μείωση των αγαθών αλλά και πολλές λοιμικές ασθένειες που αποδεκάτισαν τον πληθυσμό. Ο Άγγλος κληρικός Waddington όταν επισκέφτηκε την Σαλαμίνα τα ο 1826 έμεινε έκπληκτος από τα βάσανα των προσφύγων που μόνο με τον πολύπαθο λαό της Χίου μπόρεσε να τους παρομοιάσει. Ενδεικτικά, πολλοί από αυτούς μη βρίσκοντας αλλού κατάλυμα κατοικούσαν σε σπηλιές του νησιού ή σε άθλιες τρώγλες που έστηναν με τα χέρια τους, ήταν δε συχνό το φαινόμενο των ομαδικών θανάτων από τις κακουχίες, τις επιδημίες και την πείνα. Η σημαντική στρατηγικά θέση της μάλιστα την κατέστησε από το 1878 και μέχρι σήμερα έδρα του Πολεμικού Ναυστάθμου της Ελλάδας. Η συμβολή της Σαλαμίνας στην Ελληνική Επανάσταση ήταν πάνδημη και καθολική.

Σήμερα: Μετά το τέλος της επανάστασης το νησί γνώρισε μέρες άνθισης των ναυτικών επαγγελμάτων. Σημαντικό γεγονός για τη Σαλαμίνα ήταν και η εγκατάσταση στο νησί του Πολεμικού Ναύσταθμου το 1878, στη Φανερωμένη και από το 1881 στη σημερινή του θέση. Αυτή η εποχή γέννησε και ανέδειξε αξιόλογες προσωπικότητες, όπως το μεγάλο ζωγράφο Πολυχρόνη Λεμπέση, το φιλόλογο-λαογράφο Πέτρο Φουρίκη, το στρατηγό Θεόδωρο Πάγκαλο, το θεατρικό συγγραφέα Δημήτρη Μπόγρη κ.ά. Η ανάπτυξη της ναυτιλίας κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα αποτελεί μια περίοδο ακμής του τόπου.