Καθισμένοι στη σκιά γιγάντιων πλατανιών απολαμβάνουμε τη δροσιά τους, αλλά και το πεντανόστιμο γαλακτομπούρεκο για το οποίο φημίζεται το ζαχαροπλαστείο «Κρίνος», διατηρώντας την ίδια συνταγή από το 1937. Γύρω μας, ντόπιοι καθισμένοι σε παρέες συζητούν για πολιτική, για τον καιρό, για μας τους τουρίστες που έχουμε αρχίσει να γεμίζουμε την κωμόπολη τους. Βρισκόμαστε στην Πύλο της Μεσσηνίας, στην ωραία και μεγάλη πλατεία των Τριών Ναυάρχων, που είναι γεμάτη καφέ και εστιατόρια και περιστοιχίζεται από καταστήματα και υπηρεσίες. Ο κόλπος του Ναυαρίνου, ένα από τα μεγαλύτερα φυσικά λιμάνια του κόσμου-με βάθος που φθάνει έως και τα 50 μέτρα-απλώνεται απέναντί μας, με τη νησίδα Τσιχλί Μπαμπά να επιδεικνύει την τεράστια καμάρα της και το νησάκι Σφακτηρία να τον κλείνει προστατευτικά.
Ο απόηχος της ιστορικής ναυμαχίας του 1827, δεν λέει να σβήσει στην Πύλο. Στη μαρμάρινη στήλη της πλατείας με τα παλιά κανόνια στη βάση διακρίνονται τα πρόσωπα των ναυάρχων Κόδρινγκτον, Δεριγνί και Χέυδεν. Συμπληρώνοντας, έτσι-μαζί με τα μνημεία που έχουν στηθεί στα νησάκια του κόλπου-τον φόρο τιμής προς τους συμμαχικούς στόλους και τους αρχηγούς τους, που αντιτάχθηκαν στον Τουρκοαιγυπτιακό ναυτικό κατά την Επανάσταση του 1821. Οι παλαιότεροι αφηγούνταν, μάλιστα, πως, κοντά στη Σφακτηρία, όταν ο καιρός ήταν κατάλληλος και η θάλασσα ήρεμη, μπορούσες να δεις στον βυθό τα κατάρτια των βουλιαγμένων πλοίων.
Η μακρά ιστορία της Πυλίας: Η Πύλος είναι γοητευτική. Το αντιλαμβάνεσαι από τη στιγμή που την αντικρίζεις, μαζί με το Νιόκαστρο, καθώς κατεβαίνεις τον φιδογυριστό δρόμο που έρχεται από τη Γιάλοβα και οδηγεί προς το λιμάνι της. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι, καθώς βρίσκεται σε προνομιακή θέση στις ακτές της δυτικής Πελοποννήσου, η «ημαθόεις» (αμμουδερή) Πύλος του Ομήρου-από εδώ απέπλευσε ο Νέστορας με τα καράβια του, για την Τροία-αποτέλεσε μήλον της έριδος ήδη από την απώτερη αρχαιότητα.
Στη Σφακτηρία, για παράδειγμα, πολέμησαν οι Αθηναίοι με τους Λακεδαιμόνιους. Αργότερα, από την Πύλο πέρασαν Ρωμαίοι, Φράγκοι, Βενετοί, Ισπανοί από τη Ναβάρα, Τούρκοι και Αρβανίτες, Αιγύπτιοι. Τα σπουδαία γύρω μνημεία, όπως το ανάκτορο του Νέστωρος και οι θολωτοί μυκηναϊκοί τάφοι στον Εγκλιανό, ο τάφος του Θρασυμήδη πάνω από τη Βοϊδοκοιλιά, οι ελληνιστικοί και ρωμαϊκοί τάφοι στο Διβάρι, τα μεσαιωνικά υδραγωγεία, το Νιόκαστρο, είναι μερικά μόνο από τα απομεινάρια της σπουδαίας ιστορίας της περιοχής.
Επίσκεψη στο Νιόκαστρο: «Βιαστείτε, δεν έχετε πολλή ώρα, το κάστρο θα κλείσει σε λίγο». Σαν σκιαγμένοι από την προειδοποίηση του φύλακα τρέχουμε να προλάβουμε, να δούμε και να φωτογραφήσουμε όσα περισσότερα μνημεία του περίφημου Νιόκαστρου μπορέσουμε. Και είναι πολλά. Το Νιόκαστρο ή Νέο Ναυαρίνο, είναι εξαιρετικά διατηρημένο και εύκολο στην περιήγηση, με πετρόκτιστα καλντερίμια που σε καθοδηγούν παντού. Από τα τείχη του, επίσης, η θέα στον κόλπο του Ναυαρίνου κόβει την ανάσα. Το φρούριο χτίστηκε στους πρόποδες του βουνού του Αγίου Νικολάου κι έχει συνολική έκταση περίπου 70.000 τ.μ.
Το κατασκεύασαν οι Οθωμανοί το 1573, 2 χρόνια μετά την ήττα τους στη Ναυμαχία της Ναυπάκτου. Μέσα του προστατευόταν ο τουρκικός πληθυσμός. Με τη δημιουργία του, επίσης, είχαν στόχο να ελέγξουν τη νότια είσοδο του κόλπου του Ναυαρίνου, άρα και τον εμπορικό θαλάσσιο δρόμο Ανατολής-Δύσης. Πήρε δε την ονομασία αυτή ώστε να ξεχωρίζει από το Παλαιό Ναυαρίνο (Παλαιόκαστρο), το προγενέστερο βενετσιάνικο κάστρο, το οποίο εγκαταλείφθηκε. Οι Οθωμανοί κράτησαν το Νιόκαστρο μέχρι το 1686, όταν πέρασε στους Ενετούς του Φραντσέσκο Μοροζίνι και το έκαναν ξανά δικό τους το 1715, διώχνοντάς τους.
Το 1828, μετά την αποχώρηση των δυνάμεων του Ιμπραήμ πασά από την Πελοπόννησο, το απελευθέρωσαν οι Γάλλοι με επικεφαλής τον στρατηγό Νικολά-Ζοζέφ Μαιζών. Η σημερινή πόλη της Πύλου άρχισε να χτίζεται μετά το 1830, εκτός των τειχών. Το γεγονός που έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην αρχιτεκτονική του Νιόκαστρου ήταν ότι η χρήση της πυρίτιδας και τα πυροβόλα όπλα είχαν πια εδραιωθεί, ως το 1573. Έτσι, η οχυρωματική αρχιτεκτονική της εποχής προσαρμόστηκε στις εξελίξεις. Οι Τούρκοι, άλλωστε, διέθεταν μηχανικούς και αρχιτέκτονες που είχαν μελετήσει τους νέους κανόνες. Με αποτέλεσμα το Νιόκαστρο να ακολουθήσει το τυπικό σχέδιο των κάστρων της εποχής εκείνης στη Μεσόγειο, με περίβολο που περικλείει τον πληθυσμό κι έναν δεύτερο, μικρότερο, με εξαγωνική κάτοψη, ο οποίος προστατεύει την ακρόπολη.
Τα τείχη ήταν χαμηλά και χοντρά, ώστε να αντέχουν στους κανονιοβολισμούς. Η είσοδος γινόταν από τη νοτιοανατολική πλευρά, από τη Ζεματίστρα-την επιβλητική κύρια πύλη. Στην ίδια πλευρά χτίστηκε και η ακρόπολη, η οποία ενισχύθηκε με άνυδρη τάφρο εξωτερικά και έξι πεντάπλευρους προμαχώνες φτιαγμένους βάσει μαθηματικών υπολογισμών, ώστε να αξιοποιηθεί στο έπακρο το πυροβολικό του κάστρου. Οι προμαχώνες του εξωτερικού περιβόλου φέρουν διάφορες ονομασίες: Santa Maria, Μακρυγιάννη, Βέργας, Santa Barba.
Η υποβλητική Μεταμόρφωση του Σωτήρος: Στον μεγάλο χώρο όπου βρισκόταν άλλοτε ο οικισμός δεσπόζει η εκκλησία της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος. Χτίστηκε επί σουλτάνου Μουράτ Γ΄, ως οθωμανικό τέμενος. Έπειτα, λειτούργησε ως χριστιανικός (καθολικός) ναός αφιερωμένος στον Άγιο Βίτο, όταν οι Ενετοί του Μοροζίνι κατέλαβαν το κάστρο (1686-1715). Στη διάρκεια των Ορλωφικών, τον Απρίλιο του 1770, έγινε ορθόδοξος. Κατά τις ανασκαφές εντοπίστηκαν πέντε οικοδομικές φάσεις.
Το σπουδαίο μνημείο έχει οκταγωνικό τρούλο, αποτελείται από προστώο και κυρίως ναό και περικλείεται στις τρεις πλευρές από περίβολο. Στη νοτιοδυτική γωνία, μάλιστα, εξακολουθεί να υπάρχει και μιναρές. Με τα έργα αποκατάστασης που έγιναν μεταξύ 2011-15 από τη Διεύθυνση Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων αναδείχθηκε η αρχική αρχιτεκτονική του μορφή. Το λιτό εσωτερικό του ναού είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον, καθώς αναδεικνύει τη συνύπαρξη της ορθόδοξης και της οθωμανικής αρχιτεκτονικής. Είναι, επίσης, υποβλητικό καθώς το καταυγάζουν δέσμες φυσικού φωτός, ενώ στο κέντρο βρίσκεται συντηρημένο ξύλινο τέμπλο, με εικόνες αγίων.
Οι εκθέσεις εναλίων αρχαιοτήτων: Το κτίριο Πασά, χτισμένο μεταξύ 17ου-18ου αιώνα, είναι πιθανόν να χρησιμοποιήθηκε ως φυλακή κατά τη γερμανική και ιταλική Κατοχή. Σε αυτόν τον χώρο, υποβλητικά φωτισμένη ώστε να δίνει την αίσθηση του βυθού της θάλασσας, με ωραία δομή, τμήματα γλυπτών και αμφορέων και ενημερωτικές πινακίδες, στεγάζεται η έκθεση «Βυθισμένα Ταξίδια, Ανθρώπινες Εξερευνήσεις: Ίχνη σημαίνοντα στις θάλασσες της Πελοποννήσου».
Η οποία παρουσιάζει τα ναυάγια με κίονες και αμφορείς που βρέθηκαν στη Σαπιέντζα των Μεσσηνιακών Οινουσσών, αλλά και ευρήματα από τα ναυάγια στο Ληξούρι της Κεφαλλονιάς και στον ύφαλο Δημήτρη της Ζακύνθου. Σε μικρότερο χώρο, στον προμαχώνα Μακρυγιάννη, θα δούμε και την έκθεση «Αρχαίες Βυθισμένες Πόλεις της νότιας Πελοποννήσου». Περιλαμβάνει πληροφορίες και εκθέματα σχετικά με τη βυθισμένη πολιτεία στο Παυλοπέτρι (κοντά στην Ελαφόνησο), την Πλύτρα και τη Μεθώνη. Και οι δύο εκθέσεις δημιουργήθηκαν από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων και όσα παρουσιάζονται βασίζονται στις έρευνες και στα ευρήματά της.
Οι στρατώνες Μαιζώνος και το αρχαιολογικό μουσείο Πύλου: Το εντυπωσιακό, πέτρινο και διώροφο κτίριο με τη δίριχτη στέγη που έχει το όνομα του προαναφερθέντος Γάλλου στρατηγού, χτίστηκε από το εκστρατευτικό του σώμα μετά το 1828 και την οριστική αποχώρηση των Τουρκοαιγυπτίων από την Πύλο. Και θεωρείται ότι στέγασε διάφορους στρατιωτικούς, στην περίοδο που το Νιόκαστρο χρησιμοποιήθηκε ως κέντρο εκπαίδευσης νεοσύλλεκτων, μετά την επιτυχή έκβαση της Επανάστασης του 1821 και τη σύσταση του ελληνικού κράτους. Αργότερα έγινε διοικητήριο, ενώ η ακρόπολη μετατράπηκε σε φυλακή για βαρυποινίτες. Σε χώρους αυτών των πρώην στρατώνων στεγάζεται πλέον το πολύ αξιόλογο Αρχαιολογικό Μουσείο της Πύλου. Μέσα από τις συλλογές της έκθεσης «Στα ίχνη της Πύλου», μάλιστα, παρουσιάζεται η απώτατη ιστορία όλης της ευρύτερης περιοχής, από την προϊστορία έως και τα ρωμαϊκά χρόνια.
Στη Σφακτηρία, για παράδειγμα, πολέμησαν οι Αθηναίοι με τους Λακεδαιμόνιους. Αργότερα, από την Πύλο πέρασαν Ρωμαίοι, Φράγκοι, Βενετοί, Ισπανοί από τη Ναβάρα, Τούρκοι και Αρβανίτες, Αιγύπτιοι. Τα σπουδαία γύρω μνημεία, όπως το ανάκτορο του Νέστωρος και οι θολωτοί μυκηναϊκοί τάφοι στον Εγκλιανό, ο τάφος του Θρασυμήδη πάνω από τη Βοϊδοκοιλιά, οι ελληνιστικοί και ρωμαϊκοί τάφοι στο Διβάρι, τα μεσαιωνικά υδραγωγεία, το Νιόκαστρο, είναι μερικά μόνο από τα απομεινάρια της σπουδαίας ιστορίας της περιοχής.
Επίσκεψη στο Νιόκαστρο: «Βιαστείτε, δεν έχετε πολλή ώρα, το κάστρο θα κλείσει σε λίγο». Σαν σκιαγμένοι από την προειδοποίηση του φύλακα τρέχουμε να προλάβουμε, να δούμε και να φωτογραφήσουμε όσα περισσότερα μνημεία του περίφημου Νιόκαστρου μπορέσουμε. Και είναι πολλά. Το Νιόκαστρο ή Νέο Ναυαρίνο, είναι εξαιρετικά διατηρημένο και εύκολο στην περιήγηση, με πετρόκτιστα καλντερίμια που σε καθοδηγούν παντού. Από τα τείχη του, επίσης, η θέα στον κόλπο του Ναυαρίνου κόβει την ανάσα. Το φρούριο χτίστηκε στους πρόποδες του βουνού του Αγίου Νικολάου κι έχει συνολική έκταση περίπου 70.000 τ.μ.
Το κατασκεύασαν οι Οθωμανοί το 1573, 2 χρόνια μετά την ήττα τους στη Ναυμαχία της Ναυπάκτου. Μέσα του προστατευόταν ο τουρκικός πληθυσμός. Με τη δημιουργία του, επίσης, είχαν στόχο να ελέγξουν τη νότια είσοδο του κόλπου του Ναυαρίνου, άρα και τον εμπορικό θαλάσσιο δρόμο Ανατολής-Δύσης. Πήρε δε την ονομασία αυτή ώστε να ξεχωρίζει από το Παλαιό Ναυαρίνο (Παλαιόκαστρο), το προγενέστερο βενετσιάνικο κάστρο, το οποίο εγκαταλείφθηκε. Οι Οθωμανοί κράτησαν το Νιόκαστρο μέχρι το 1686, όταν πέρασε στους Ενετούς του Φραντσέσκο Μοροζίνι και το έκαναν ξανά δικό τους το 1715, διώχνοντάς τους.
Το 1828, μετά την αποχώρηση των δυνάμεων του Ιμπραήμ πασά από την Πελοπόννησο, το απελευθέρωσαν οι Γάλλοι με επικεφαλής τον στρατηγό Νικολά-Ζοζέφ Μαιζών. Η σημερινή πόλη της Πύλου άρχισε να χτίζεται μετά το 1830, εκτός των τειχών. Το γεγονός που έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην αρχιτεκτονική του Νιόκαστρου ήταν ότι η χρήση της πυρίτιδας και τα πυροβόλα όπλα είχαν πια εδραιωθεί, ως το 1573. Έτσι, η οχυρωματική αρχιτεκτονική της εποχής προσαρμόστηκε στις εξελίξεις. Οι Τούρκοι, άλλωστε, διέθεταν μηχανικούς και αρχιτέκτονες που είχαν μελετήσει τους νέους κανόνες. Με αποτέλεσμα το Νιόκαστρο να ακολουθήσει το τυπικό σχέδιο των κάστρων της εποχής εκείνης στη Μεσόγειο, με περίβολο που περικλείει τον πληθυσμό κι έναν δεύτερο, μικρότερο, με εξαγωνική κάτοψη, ο οποίος προστατεύει την ακρόπολη.
Τα τείχη ήταν χαμηλά και χοντρά, ώστε να αντέχουν στους κανονιοβολισμούς. Η είσοδος γινόταν από τη νοτιοανατολική πλευρά, από τη Ζεματίστρα-την επιβλητική κύρια πύλη. Στην ίδια πλευρά χτίστηκε και η ακρόπολη, η οποία ενισχύθηκε με άνυδρη τάφρο εξωτερικά και έξι πεντάπλευρους προμαχώνες φτιαγμένους βάσει μαθηματικών υπολογισμών, ώστε να αξιοποιηθεί στο έπακρο το πυροβολικό του κάστρου. Οι προμαχώνες του εξωτερικού περιβόλου φέρουν διάφορες ονομασίες: Santa Maria, Μακρυγιάννη, Βέργας, Santa Barba.
Η υποβλητική Μεταμόρφωση του Σωτήρος: Στον μεγάλο χώρο όπου βρισκόταν άλλοτε ο οικισμός δεσπόζει η εκκλησία της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος. Χτίστηκε επί σουλτάνου Μουράτ Γ΄, ως οθωμανικό τέμενος. Έπειτα, λειτούργησε ως χριστιανικός (καθολικός) ναός αφιερωμένος στον Άγιο Βίτο, όταν οι Ενετοί του Μοροζίνι κατέλαβαν το κάστρο (1686-1715). Στη διάρκεια των Ορλωφικών, τον Απρίλιο του 1770, έγινε ορθόδοξος. Κατά τις ανασκαφές εντοπίστηκαν πέντε οικοδομικές φάσεις.
Το σπουδαίο μνημείο έχει οκταγωνικό τρούλο, αποτελείται από προστώο και κυρίως ναό και περικλείεται στις τρεις πλευρές από περίβολο. Στη νοτιοδυτική γωνία, μάλιστα, εξακολουθεί να υπάρχει και μιναρές. Με τα έργα αποκατάστασης που έγιναν μεταξύ 2011-15 από τη Διεύθυνση Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων αναδείχθηκε η αρχική αρχιτεκτονική του μορφή. Το λιτό εσωτερικό του ναού είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον, καθώς αναδεικνύει τη συνύπαρξη της ορθόδοξης και της οθωμανικής αρχιτεκτονικής. Είναι, επίσης, υποβλητικό καθώς το καταυγάζουν δέσμες φυσικού φωτός, ενώ στο κέντρο βρίσκεται συντηρημένο ξύλινο τέμπλο, με εικόνες αγίων.
Οι εκθέσεις εναλίων αρχαιοτήτων: Το κτίριο Πασά, χτισμένο μεταξύ 17ου-18ου αιώνα, είναι πιθανόν να χρησιμοποιήθηκε ως φυλακή κατά τη γερμανική και ιταλική Κατοχή. Σε αυτόν τον χώρο, υποβλητικά φωτισμένη ώστε να δίνει την αίσθηση του βυθού της θάλασσας, με ωραία δομή, τμήματα γλυπτών και αμφορέων και ενημερωτικές πινακίδες, στεγάζεται η έκθεση «Βυθισμένα Ταξίδια, Ανθρώπινες Εξερευνήσεις: Ίχνη σημαίνοντα στις θάλασσες της Πελοποννήσου».
Η οποία παρουσιάζει τα ναυάγια με κίονες και αμφορείς που βρέθηκαν στη Σαπιέντζα των Μεσσηνιακών Οινουσσών, αλλά και ευρήματα από τα ναυάγια στο Ληξούρι της Κεφαλλονιάς και στον ύφαλο Δημήτρη της Ζακύνθου. Σε μικρότερο χώρο, στον προμαχώνα Μακρυγιάννη, θα δούμε και την έκθεση «Αρχαίες Βυθισμένες Πόλεις της νότιας Πελοποννήσου». Περιλαμβάνει πληροφορίες και εκθέματα σχετικά με τη βυθισμένη πολιτεία στο Παυλοπέτρι (κοντά στην Ελαφόνησο), την Πλύτρα και τη Μεθώνη. Και οι δύο εκθέσεις δημιουργήθηκαν από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων και όσα παρουσιάζονται βασίζονται στις έρευνες και στα ευρήματά της.
Οι στρατώνες Μαιζώνος και το αρχαιολογικό μουσείο Πύλου: Το εντυπωσιακό, πέτρινο και διώροφο κτίριο με τη δίριχτη στέγη που έχει το όνομα του προαναφερθέντος Γάλλου στρατηγού, χτίστηκε από το εκστρατευτικό του σώμα μετά το 1828 και την οριστική αποχώρηση των Τουρκοαιγυπτίων από την Πύλο. Και θεωρείται ότι στέγασε διάφορους στρατιωτικούς, στην περίοδο που το Νιόκαστρο χρησιμοποιήθηκε ως κέντρο εκπαίδευσης νεοσύλλεκτων, μετά την επιτυχή έκβαση της Επανάστασης του 1821 και τη σύσταση του ελληνικού κράτους. Αργότερα έγινε διοικητήριο, ενώ η ακρόπολη μετατράπηκε σε φυλακή για βαρυποινίτες. Σε χώρους αυτών των πρώην στρατώνων στεγάζεται πλέον το πολύ αξιόλογο Αρχαιολογικό Μουσείο της Πύλου. Μέσα από τις συλλογές της έκθεσης «Στα ίχνη της Πύλου», μάλιστα, παρουσιάζεται η απώτατη ιστορία όλης της ευρύτερης περιοχής, από την προϊστορία έως και τα ρωμαϊκά χρόνια.