Ο Γιουλ Μπρίνερ ήταν Αμερικανός ηθοποιός, ρωσικής καταγωγής, με σήμα κατατεθέν το ξυρισμένο κεφάλι και τα εξωτικά χαρακτηριστικά. Δοξάστηκε από τον ρόλο του Σιαμαίου μονάρχη Μονγκούτ στο μιούζικαλ των Ρότζερς και Χάμερστιν «Ο Βασιλιάς κι Εγώ» («King and I»), τον οποίο ερμήνευσε σε πάνω από 4.000 παραστάσεις μεταξύ 1951 και 1985, καθώς και στην κινηματογραφική μεταφορά του έργου το 1956 από τον σκηνοθέτη Γουόλτερ Λανγκ.
Επιρρεπής σε υπερβολές και μυθομανής, δημιουργούσε πάντα μεγάλη αβεβαιότητα για τη ζωή του και ειδικά την παιδική του ηλικία. Δήλωνε ότι γεννήθηκε στο νησί Σαχαλίνη της Ρωσικής Άπω Ανατολής και ότι ο πατέρας του ήταν Μογγόλος και η μητέρα του Ρομά από τη Ρουμανία. Ωστόσο, μία βιογραφία του που εκδόθηκε το 1989 από τον γιο του Ροκ Μπρίνερ αποκάλυψε ότι ο Γιούλι Μπορίσοβιτς Μπρίνερ γεννήθηκε στο Βλαδιβοστόκ της Ρωσικής Άπω Ανατολής στις 11 Ιουλίου 1920.
Σύμφωνα με το βιβλίο, ο πατέρας του Μπόρις Μπρίνερ ήταν μηχανικός ορυχείων ρωσοελβετικής καταγωγής και η μητέρα του Ρωσίδα. Τρία χρόνια αργότερα, ο πατέρας του εγκατέλειψε την οικογενειακή εστία για τα μάτια μιας νεαρής Μοσχοβίτισσας ηθοποιού και η μητέρα του με τα δυο παιδιά της μετακόμισε αρχικά στο Χαρμπίν της Κίνας και στη συνέχεια στο Παρίσι. Εκεί, ο έφηβος Μπρίνερ ξεκίνησε την καλλιτεχνική του διαδρομή, εμφανιζόμενος σε νυχτερινά κέντρα, πότε ως τραγουδιστής και πότε ως ακροβάτης.
Στις αρχές της δεκαετίας του ‘40 εγκαταστάθηκε στις ΗΠΑ και σύντομα άρχισε να απασχολείται ως ηθοποιός σε περιοδεύοντες θιάσους. Έκανε ένα επιτυχημένο ντεμπούτο στη σκηνή του Μπρόντγουεϊ τον Δεκέμβριο του 1941, με ένα μικρό ρόλο στη «Δωδέκατη Νύχτα» του Σαίξπηρ. Έπαιξε σε αρκετές άλλες θεατρικές παραγωγές και από το 1949 έως το 1953 εργάστηκε περιστασιακά ως σκηνοθέτης στην τηλεόραση.
Το 1949 έκανε το ντεμπούτο στη μεγάλη οθόνη ως έμπορος ναρκωτικών στο φιλμ-νουάρ του Λάζλο Μπένεντεκ «Port of New York». Την ίδια χρονιά απέκτησε την αμερικανική υπηκοότητα. Το ταλέντο του Μπρίνερ αποκαλύφθηκε όταν κέρδισε τον ρόλο του αλαζονικού βασιλιά του Σιάμ Μονγκούτ στο μιούζικαλ των Ρίτσαρντ Ρότζερς και Όσκαρ Χάμερστιν «Ο Βασιλιάς κι Εγώ» («The King and I»), για το οποίο βραβεύτηκε με Τόνι το 1952.
Από το 1951 έως το 1954 πρωταγωνίστησε σε 1.246 παραστάσεις στο Μπρόντγουεϊ και στη συνέχεια στην κινηματογραφική εκδοχή του μιούζικαλ το 1956 (με συμπρωταγωνίστρια την Ντέμπορα Κερ), κερδίζοντας το Όσκαρ καλύτερου ηθοποιού. Συνολικά έπαιξε σε 4.625 παραστάσεις τον βασιλιά Μονγκούτ, από το 1951 έως το 1985. Ο Γιουλ Μπρίνερ είχε πρωταγωνιστικούς ρόλους σε άλλες δημοφιλείς ταινίες του Χόλυγουντ.
Έπαιξε τον βασιλιά της Αιγύπτου Ραμσή στο θρησκευτικό έπος του Σεσίλ ΝτεΜιλ «Οι 10 Εντολές» («The Ten Commandments», 1956), τον αδίστακτο Ρώσο επιχειρηματία στην ταινία εποχής του Ανατόλ Λίτβακ «Αναστασία» («Anastasia», 1956) και τον Ντμίτρι Καραμαζόφ στην ταινία εποχής του Ρίτσαρντ Μπρουκς «Αδελφοί Καραμαζόφ» («The Brothers Karamazov», 1958), βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι.
Ακόμη, υποδύθηκε τον βασικό πιστολά στο κλασικό γουέστερν του Τζον Στάρτζες «Και οι επτά ήσαν υπέροχοι» («The Magnificent Seven», 1960) και τον κοζάκο πολέμαρχο Τάρας Μπούλμπα στην ταινία εποχής του Τζέι Λι Τόμσον «Τάρας Μπούλμπα» («Taras Bulba», 1962), που βασίζεται στην ομότιτλη νουβέλα του Νικολάι Γκόγκολ. Συνέχισε να εμφανίζεται στη μεγάλη οθόνη έως τα μέσα της δεκαετίας του ’70. Η πιο αξέχαστη ερμηνεία του ήταν ως ρομπότ πιστολέρο στο θρίλερ επιστημονικής φαντασίας Μάικλ Κράιτον «Ο επαναστάτης της νύχτας» («Westworld», 1973).
O Γιουλ Μπρίνερ διακρίθηκε και ως φωτογράφος. Το 1960 κυκλοφόρησε το άλμπουμ «Bring Forth the Children: A Journey to the Forgotten People of Europe and the Middle East», το οποίο περιέχονται μερικές από τις καλύτερες φωτογραφίες του. Δημοσίευσε επίσης ένα βιβλίο μαγειρικής με τίτλο «The Yul Brynner Cookbook: Food Fit for the King and You». Στη δεκαετία του ‘60 για φορολογικούς λόγους έζησε στην Ελβετία, όπου απέκτησε την ελβετική υπηκοότητα, αποβάλλοντας την αμερικανική.
Στην προσωπική του, νυμφεύτηκε τέσσερις φορές και απέκτησε συνολικά τρία παιδιά και υιοθέτησε δύο. Για μεγάλο χρονικό διάστημα διατηρούσε ερωτική σχέση με την κατά 19 χρόνια μεγαλύτερή του Μάρλεν Ντίτριχ. Ο Γιουλ Μπρίνερ άφησε την τελευταία του πνοή σε νοσοκομείο της Νέας Υόρκης στις 10 Οκτωβρίου 1985, καταβεβλημένος από τον καρκίνο των πνευμόνων. Δεινός καπνιστής από τα 12 χρόνια του προσφέρθηκε στο τέλος της ζωής του να συμμετάσχει σε αντικαπνιστικές καμπάνιες.