27.10.24

Ήπειρος: Το θρυλικό γεφύρι της Άρτας

«Σαράντα πέντε μάστορες και εξήντα μαθητάδες....» παλεύουν να γεφυρώσουν τις δύο όχθες του Αράχθου στην Άρτα. Αυτή είναι η αρχή της ιστορίας που διηγείται το περίφημο δημοτικό τραγούδι για το γεφύρι της Άρτας που ολημερίς χτίζεται για να γκρεμιστεί το βράδυ και που για να στεριώσει θα απαιτηθεί η θυσία της γυναίκας του πρωτομάστορα. Είναι μια ιστορία η οποία θα εμπνεύσει λογοτέχνες, ποιητές, τραγουδοποιούς, μελετητές,

Θα εξάψει τη φαντασία των ανθρώπων της εποχής και τελικά θα ταξιδέψει σε όλη τη Βαλκανική σε πάνω από 300 παραλλαγές! Ακριβή στοιχεία για το πότε ακριβώς χτίστηκε το γεφύρι της Άρτας δεν υπάρχουν. Οι περισσότεροι μελετητές ωστόσο συμφωνούν ότι το γεφύρι θεμελιώθηκε κατά την ελληνιστική περίοδο (3oς αι.) και δέχθηκε πολλές παρεμβάσεις στη διάρκεια της εποχής του Δεσποτάτου.

Ο θρύλοs για τη γυναίκα του πρωτομάστορα πρέπει να γεννήθηκε το 1612, οπότε και η ψηλότερη καμάρα που είχε γκρεμιστεί ανακατασκευάζεται με έξοδα του Αρτινού παντοπώλη Γιάννη Θακογιάννη. Το γεφύρι που βλέπουμε σήμερα έχει μήκος 142 μ., πλάτοs 3,75 μ. και τέσσερις μεγάλες καμάρες. Στο διάβα της Ιστορίας το γεφύρι της Άρτας διεκδικεί τον δικό του ρόλο.

Το 1881 η Άρτα απελευθερώνεται και το γεφύρι της αποτελεί σύνορο μεταξύ τουρκοκρατούμενης και ελεύθερης Ελλάδας. Στο τέλος του 1930 στα αρχαία βάθρα προστίθενται τσιμεντένια για τη στήριξη της γέφυρας, τα οποία οι Γερμανοί ενισχύουν με σιδηροδοκούς για τη διέλευση των οχημάτων τους. Το 1983 το γεφύρι της Άρτας γλιτώνει οριακά την κατάρρευση, καθώς οι ακανόνιστες ποσότητες ορμητικού νερού από το φράγμα Πουρναρίου είχαν υποσκάψει το μεσόβαθρό του.

ΤΟ ΓΕΦΥΡΙ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ
Σαράντα πέντε μάστορες κι εξήντα μαθητάδες γιοφύρι εθεμελιώναν στης Άρτας το ποτάμι. Ολημερίς το χτίζανε, το βράδυ γκρεμιζόταν. Μοιρολογούν οι μάστοροι και κλαίν' οι μαθητάδες: «Αλiμονο στους κόπους μας κρίμα στις δούλεψές μας, Ολημερίς να χτίζουμε, το βράδυ γκρεμιέται». Πουλάκι εδιάβα κι έκατσε αντίκρυ στο ποτάμι, Δεν εκελάιδε σαν πουλί μηδέ σα χελιδόνι, παρά εκελάιδε κι έλεγε, μ' ανθρώπινη λαλίτσα: «Αν δεν στοιχειώσετε άνθρωπο, γιοφύρι δεν στεριώνει και μη στοιχειώσετε ορφανό, μη ξένο, μη διαβάτη, παρά του πρωτομάστορα την όμορφη γυναίκα, πόρχεται αργά τ' αποταχύ και πάρωρα το γιόμα».