8.2.23

Νομός Μαγνησίας: Τα κορυφαία αξιοθέατα


Eνα πέτρινο αρχοντικό, καλοστεκούμενο, με γαλάζια παντζούρια, αυλές και κήποι, γωνιακά ισόγεια βαμμένα μπλε, το άνοιγμα σε έναν φαρδύ φυτεμένο δρόμο, μια μεταλλική θύρα γραμματοκιβωτίου στο κόκκινο μουσείο, στη συμβολή Βλαχάβα και Γαζή. Παράξενη η οδός Ογλ (αφιερωμένη στον φιλέλληνα ανταποκριτή των Times Κάρολο Ογλ, που έχασε τη ζωή του στην επανάσταση της Θεσσαλίας το 1878), αλλά και φασαριόζικη, κεντρικότατη η Ιάσονος, που το βράδυ ασχημαίνει από τις φωτεινές ταμπέλες και ταμπελίτσες, αλλά το πρωί, κάτω από το φυσικό φως, είναι πολύ πιο όμορφη. Κόσμος παντού, με τα πόδια, με το αυτοκίνητο, με το ποδήλατο, σε μια πόλη που δείχνει εξωστρεφής, αφήνοντας την ίδια στιγμή υπονοούμενα περί του αντιθέτου.

Ο σημερινός Βόλος (με τις τόσο καλές αναλογίες: αρκετά μικρός για μια ποιοτική καθημερινότητα και αρκετά μεγάλος για να σε χωράει) δείχνει να βιώνει περίοδο τράνζιτ. Κάπου πηγαίνει και προς τα κάπου το πάει, απλώς, επειδή βρίσκεται στη φάση της μετάβασης, δεν μπορείς να καταλάβεις ακόμα ποια θα είναι η κατάληξη, αν στο τέλος θα εξελιχθεί σε κάτι καλύτερο ή κάτι χειρότερο από αυτό που ήταν. Πόλη εμπορική, με βιομηχανικό παρελθόν και σπουδαίο λιμάνι, πατρίδα του Μουντζούρη, πατάει με το ένα πόδι στον Παγασητικό και με το άλλο στην ηπειρωτική Ελλάδα, κοιτάζει με το ένα μάτι στο παρελθόν και με το άλλο στο μέλλον. Η παραλία του είναι φανταστική-το αστικό κομμάτι είναι και ωραίο, και άσχημο. Δεν σε κερδίζει, πάντως, λόγω κάλλους, σίγουρα όχι λόγω ομοιομορφίας, αλλά για μια άναρχη συλλογή από διαμαντάκια-το ένα εδώ, το άλλο παραπέρα-που έχει δημιουργηθεί με τα χρόνια, μια σειρά από μέρη που εκπροσωπούν όλες (και είναι αρκετές) τις τάσεις που περικλείει αυτή η ωραία, μες στις αντιφάσεις της, πόλη.

Στην Ποδηλάτισσα για καφέ: Γωνιακό μαγαζί με τζαμαρίες είναι η Ποδηλάτισσα, ένα πολύ ευχάριστο και φιλόξενο στέκι που, όπως διαπιστώσαμε, είναι και pet friendly (αφού κάτω από το διπλανό τραπέζι είδαμε ξαπλωμένο ένα-αμίλητο-μαύρο σκυλάκι). Η φήμη της Ποδηλάτισσας είναι ότι ελκύει περισσότερο τους μη Βολιώτες, ενώ, απ’ ό,τι μας λέει μία εκ των ιδιοκτητών, η Αλεξάνδρα (που, σημειωτέον, είναι και η ίδια ποδηλάτισσα), στο μαγαζί έρχονται σωρηδόν μέλη από το τμήμα των Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Στο μενού θα βρείτε ποικιλία προτάσεων, καφέδες (διπλός εσπρέσο 2,5 ευρώ), σοκολάτες (3 ευρώ), φρεσκοστυμμένο χυμό λεμονιού (3 ευρώ), πορτοκαλόπιτα (3,5 ευρώ), ρακή σφήνα (2 ευρώ), kir (4 ευρώ), κόκκινο ζεστό κρασί με μπαχαρικά (4 ευρώ) και πολλά άλλα. | Τ. Οικονομάκη-Π. Μελά.

Με άρωμα Βιέννης: Όταν ήταν 24 ετών, η Έλλη ταξίδεψε στη Βιέννη, γνώρισε τα βιεννέζικα café και ήρθε σε επαφή με την κοσμοθεωρία τους, ότι δηλαδή είναι μια προέκταση του σπιτιού. Πολλά χρόνια αργότερα, μόλις πέρυσι τον Οκτώβριο, το άλλοτε 24χρονο κορίτσι κατάφερε να πραγματοποιήσει το όνειρό του, να ανοίξει ένα βιεννέζικο café στον Βόλο. Στον κατάλογο του Ελλη’s θα βρείτε ροφήματα, σαλάτες, κρύα σνακ, αποστάγματα, αφρώδεις οίνους και διάφορων ειδών νοστιμιές, όπως είναι το ομώνυμο επιδόρπιο με κώνο πραλίνας, καρδιά φιστικιού, τσάτνεϊ μήλου με αρμπαρόριζα, λουίζα και πιπέρι Μαδαγασκάρης. Ο χώρος τα Σάββατα έχει ζωντανή μουσική (πιάνο και γλυκό μπουζούκι), ενώ κατά καιρούς φιλοξενεί εκθέσεις ζωγραφικής, ποιητικές βραδιές και αφιερώματα σε Έλληνες στιχουργούς και συνθέτες. Μην εκπλαγείτε αν σε κάποιο από τα live δείτε στο μικρόφωνο και την ίδια την κοκκινομάλλα Έλλη. | Γκλαβάνη 29.

Μουσείο με παρελθόν και μέλλον: Το Αθανασάκειο Αρχαιολογικό Μουσείο Βόλου έχει μια σειρά από χαρίσματα. Εκτός από το ότι είναι ωραία η βόλτα με τα πόδια για να φτάσεις μέχρι εκεί (γύρω στο δεκάλεπτο με τέταρτο), αλλά και ότι το κίτρινο νεοκλασικό κτίριο είναι χτισμένο μες στο πράσινο, εσωτερικά ο χώρος είναι ανακαινισμένος και σύγχρονος και η νέα πτέρυγα δίνει στο μουσείο περιθώρια σωστότερης λειτουργίας, κάτι που κάνει την επίσκεψη απόλαυση. Το συγκεκριμένο μουσείο είναι ένα από τα παλαιότερα της Ελλάδας. Χτίστηκε το 1909 με χρήματα του βαμβακέμπορα Αλέξιου Αθανασάκη από την Πορταριά Πηλίου, ενώ αφορμή στάθηκε η ανάγκη έκθεσης των γραπτών επιτύμβιων στηλών από το νεκροταφείο της αρχαίας Δημητριάδος (ανασκαφές Α. Αρβανιτόπουλου). Μια επίσκεψη θα σας δώσει εικόνες και πληροφορίες για τον αρχαιολογικό πλούτο ολόκληρης της Θεσσαλίας, από την παλαιολιθική περίοδο έως τα ρωμαϊκά χρόνια. | Αθανασάκη 1.

Ποδηλατοδρομίες Βόλου: Κάτι που αντιλαμβάνεται κανείς με το που πατήσει το πόδι του στην πρωτεύουσα της Μαγνησίας είναι ότι το ποδήλατο παίζει σημαντικό ρόλο στις μετακινήσεις των ανθρώπων. Τον πρώτο ποδηλάτη μας τον πετύχαμε επί της Δημητριάδος-ήταν ένας κοτσονάτος άντρας γύρω στα 60 που περνούσε το δρόμο τσουλώντας το ποδήλατο με τα χέρια. Στη συνέχεια, είδαμε πολλούς ακόμη να ποδηλατούν στην παραλία, να κάνουν βόλτα ή να τρέχουν σε δουλειές, πράγμα που είναι πολύ λογικό, αφού το μέσο ταιριάζει απόλυτα με το μικρό μέγεθος της πόλης.

Καφές, φαγητό και γλυκό στο Domotel Xenia Volos: Ανακατασκευασμένο, το ιστορικό Ξενία του Βόλου πλέον ονομάζεται Domotel Xenia Volos και είναι ένα απλωτό κτίριο με ανοιχτόχρωμα χαρακτηριστικά, χτισμένο πάνω στη θάλασσα. Στο εσωτερικό του θα βρείτε χώρους εστίασης για καφέ, ποτό και φαγητό, με πιάτα όπως γαλλική κρεμμυδόσουπα (8 ευρώ), σπαράγγια σχάρας με τηγανητά αυγά πάνω σε πολύσπορο ψωμί, σπανάκι και στάκα (9,8 ευρώ), χωριάτικη με κρίταμα (9 ευρώ) και ένα επιδόρπιο-υπερθέαμα: σπέσιαλ Xenia μους καραμέλας με τόφι, μαλακό μπισκότο βουτύρου, κονφί πορτοκάλι σε ταπέτο ρυζιού με γάλα, αρωματισμένο με φρέσκια βανίλια (6,5 ευρώ). | Πλαστήρα 1.

Επιλεγμένοι παραγωγοί στο Πιρουνάκι: Ενα χρόνο και κάτι κλείνει το Πιρουνάκι, το εστιατόριο της Ελένης Ψυχούλη στην οδό Ογλ. Όπως μας λέει η ίδια, οι συνταγές των πιάτων προέρχονται από τη Μαγνησία ή γενικότερα τη Θεσσαλία, ενώ η έμφαση δίνεται στα τοπικά προϊόντα και σε συγκεκριμένους παραγωγούς, για τους οποίους υπάρχει ειδικός κατάλογος. Μια ματιά στον τελευταίο θα σας δώσει πληροφορίες για τις καταβολές του φαγητού σας: για το τυροκομείο του Παναγιώτη Καρακάνα με το ώριμο κασέρι και το πικάντικο γαλοτύρι, το κρεοπωλείο του Κων/νου Μυλωνά, που ασχολείται με τη γαλλική κοπή του εγχώριου κρέατος, το λάδι ψυχρής έκθλιψης από πράσινες ελιές Κορώπης του Κώστα Αγριγιάννη, το Φούρνο Ι. Φιλοσόγλου με το ψωμί δίκοκκου σιταριού, τη Φάρμα Δ. Δήμου και τον μαύρο χοίρο με τα ωφέλιμα μονοακόρεστα λιπαρά, που μεγάλωσε ελεύθερος σε βοσκοτόπια τρώγοντας κυρίως βελανίδια. | Ογλ 20.

Βιολογική λαϊκή: Κάθε Σάββατο πρωί, δίπλα στην ψαραγορά, στήνεται μια βιολογική λαϊκή με παραγωγούς απ’ όλη τη Θεσσαλία. Το ωραίο με αυτήν τη λαϊκή είναι ότι δεν έχει καμία σχέση με τις αθηναϊκές ως προς τον όγκο και τη φασαρία-είναι σαφώς πιο μικρή, ήσυχη, οικογενειακή. Μέσα σε πέντε-δέκα λεπτά μπορείς να δεις όλα τα προϊόντα και να κάνεις τα ψώνια σου, από ρόδια Αγίου Λαυρεντίου (2,5 ευρώ), μανταρίνια Κλημεντίνες (2 ευρώ), κάστανα (4 ευρώ) και καυτερές κόκκινες πιπεριές (2 ευρώ) μέχρι μηλόξιδο (2,3 ευρώ/500 ml) και τσίπουρο (10 ευρώ/λίτρο). Εμείς πιάνουμε κουβέντα με δύο παραγωγούς από το Ανήλιο Πηλίου, την Αθανασία Αμούντζια και τον Ηλία Καρασταμάτη, οι οποίοι ασχολούνται με τις βιοκαλλιέργειες εδώ και έντεκα χρόνια και, εκτός από πληροφορίες για τη λαϊκή, μας χάρισαν και τους καρπούς των κόπων τους: μία μαρμελάδα βανίλια και μία δαμάσκηνο. | Δίπλα στην ψαραγορά.

Μια οικογενειακή πατισερί: Εδώ και μόλις ένα μήνα άνοιξε το καινούργιο pastry shop της οικογένειας Στύλλα («Γλυκό-Στύλλας») στην κεντρική αρτηρία της Ιάσονος, που αντικατέστησε τα δύο παλιά ζαχαροπλαστεία. Το νέο μαγαζί «τρέχουν» τα τρία αδέλφια της δεύτερης γενιάς Στύλλα, που εργάζονται τόσο στο εργαστήριο όσο και στην εξυπηρέτηση. Τα γλυκά είναι ημέρας, όπως μας λένε, γι’ αυτό και είναι σχετικά μικρός ο αριθμός των κωδικών (γύρω στους 30). Αξίζει μια βόλτα από αυτήν τη λευκή πατισερί με τον λιτό διάκοσμο, που κινείται ανάμεσα στον μοντερνισμό και την παράδοση, την ελληνική και την ξένη ζαχαροπλαστική, το μπισκοτίνο (2,9 ευρώ), την πάβλοβα (2,5 ευρώ), τη βολιώτικη πάστα φούρνου (2,5 ευρώ), το κορνέ (2,3 ευρώ), τη σοκολατόπιτα (1,8 ευρώ), τα χανουμάκια (12 ευρώ το κιλό) και τα τρίγωνα Πανοράματος (2,3 ευρώ). | Ιάσονος 135.

Πολυχώρος Τσαλαπάτα: Στη δυτική πλευρά της πόλης βρίσκεται ο πολυχώρος Τσαλαπάτα, επίκεντρο του οποίου είναι το Μουσείο Πλινθοκεραμοποιίας Ν. & Σ. Τσαλαπάτα, που ανήκει στο δίκτυο μουσείων του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς. Ποιοι ήταν οι Ν. & Σ. Τσαλαπάτας; Οι Βολιώτες αδελφοί Νικόλαος (1874-1930) και Σπυρίδων (1886-1967), οι οποίοι τη δεκαετία του ’20 ίδρυσαν ένα εργοστάσιο πλινθοκεραμοποιίας που λειτούργησε περίπου 50 χρόνια και είναι συνυφασμένο με την εκβιομηχάνιση της πόλης. Σήμερα, μουσείο είναι το ίδιο το παλιό εργοστάσιο. Η περιήγηση στους χώρους του είναι συναρπαστική, καθώς ο επισκέπτης έχει την ευκαιρία να δει από κοντά την τεχνολογία και τα εργασιακά ήθη της εποχής: από τα βαγονέτα και τη μεταφορά χώματος στο πατάρι του μύλου μέχρι τις μαυροκόκκινες ατμοκίνητες μηχανές και τον ανυπέρβλητο φούρνο Χόφμαν, απ’ όπου κάποτε περνούσε η φωτιά, ενώ σήμερα μπορείτε να περάσετε εσείς για να τον περιεργαστείτε.

Εκτός από το μοναδικό αυτό μουσείο, στο συγκρότημα Τσαλαπάτα θα βρείτε και διάφορων ειδών προτάσεις μαγαζιών για μπίρα, φαγητό και κρασί. Στο χώρο λειτουργεί, επίσης, εδώ και ένα χρόνο το LabArt (πρώην Vox music stage), το οποίο φιλοξενεί πολλά δρώμενα, όπως συναυλίες, θεατρικές παραστάσεις, stand-up comedy και μπαζάρ. Το σαββατόβραδο που περάσαμε εμείς, στη σκηνή του βρισκόταν η Γιώτα Νέγκα και η κομπανία της σε μεγάλα κέφια. | Το Μουσείο Πλινθοκεραμοποιίας είναι ανοιχτό καθημερινά

Στον Δεμίρη για τσίπουρο: O πατέρας του ήταν από το Εγγλεζονήσι, η μητέρα του από τα Βουρλά και ο ίδιος, παρότι δεν έχει πάει ποτέ σε αυτά τα μέρη, αισθάνεται περισσότερο Μικρασιάτης απ’ ό,τι Βολιώτης. Στη Νέα Ιωνία, την προσφυγική περιοχή του Βόλου, ο Νίκος Δεμίρης, αφού συνταξιοδοτήθηκε από την καριέρα του στο λαϊκό τραγούδι, άνοιξε ένα παραδοσιακό τσιπουράδικο, στο οποίο θα βρείτε γεύσεις που μυρίζουν θάλασσα, όπως σαλάχι (8 ευρώ), γυαλιστερές (7 ευρώ), κολιτσιάνους (8 ευρώ), καλόγνωμες (7 ευρώ), λυθρίνια και συκάκια (7 ευρώ). Ο λόγος που επιλέξαμε να επισκεφτούμε και να παρουσιάσουμε το συγκεκριμένο παραδοσιακό τσιπουράδικο είναι γιατί πρόκειται για το «παιδί» ενός παιδιού Μικρασιατών προσφύγων, των ανθρώπων δηλαδή που καθιέρωσαν το τσίπουρο στον Βόλο, κάνοντάς τον πατρίδα τους. | Εφραιμίδου 23.

Στο πολύβουο Με Ζεν: Είναι ένα μικρό αλλά καλόγουστο μέρος, τσιπουράδικο και αυτό, που παντρεύει την παράδοση με τις σύγχρονες μαγειρικές τεχνικές. Στο Με Ζεν αυτό που φτάνει στο τραπέζι σας «το φτιάχνουμε εμείς», όπως μας λένε οι ιδιοκτήτες: το κάπνισμα, το πάστωμα, τους μεζέδες (θαλασσινούς, αρνίσιους, χοιρινούς κ.λπ.), γενικά την επιμέλεια των πιάτων σε όλα τα στάδια της παραγωγής την έχουν αναλάβει οι ίδιοι. Στο μαγαζί θα βρείτε, επίσης, ποικιλία τσίπουρων απ’ όλη την Ελλάδα, από τη Θράκη έως την Κρήτη, αλλά και μονοποικιλιακό από Μοσχάτο Θεσσαλίας. | Αλοννήσου 8 και Δημητριάδος

Κρεατοφαγία στα Παλιά: Μία από τις συνοικίες που ακούγονται αρκετά στον Βόλο είναι τα Παλιά, στα οποία θα δείτε αρκετά μαγαζάκια που μπορεί να σας κινήσουν το ενδιαφέρον. Ανάμεσα στα άλλα θα βρείτε και το Μπριζολάδικο, ένα κρεατοστέκι με μοντέρνα και ευχάριστη όψη, στο οποίο δυστυχώς δεν καταφέραμε να μιλήσουμε με κανέναν όταν μπήκαμε μέσα, καθώς γινόταν ο απόλυτος χαμός. Όλα τα τραπέζια ήταν γεμάτα και οι υπεύθυνοι έτρεχαν και δεν έφταναν. Το μενού όμως στον εξωτερικό τοίχο, που απευθύνεται στους περαστικούς-δυνητικούς πελάτες, ήταν κατατοπιστικό. Πηγαίνετε, λοιπόν, στο Μπριζολάδικο αν έχετε λαχταρήσει καβουρμά με ψητή πιπεριά (4 ευρώ), σις κεμπάπ (6 ευρώ), ταλαγάνι στη σχάρα με ρόκα και ντοματίνια (4 ευρώ), κλασικά χοιρινά μπριζολάκια (6 ευρώ)-αν θέλετε να συνδυάσετε την κρεατοφαγία με ένα ζωντανό και χαρούμενο περιβάλλον. | Μητροπολίτου Γρηγορίου 29-31

Τζαζ στο Alter Εgo: Εντελώς διαφορετικό από το μέσο μπαρ του Βόλου, με ποιότητα και ήθος, το Alter Ego είναι ένα μπαράκι που άνοιξε το μακρινό 1987 και μάλλον κουβαλάει το στίγμα άλλων εποχών, όταν η ίδια η πόλη ήταν αλλιώς, πιο ροκ. Περάστε μια βόλτα αν σας αρέσουν η τζαζ, η ροκ, τα μπλουζ, το σουίνγκ (απλό ή electro), τα live από βολιώτικες ή αθηναϊκές μπάντες, το βινύλιο, άντε και τα mp3 (το μαγαζί δεν παίζει CD). Τα ποτά και τα απλά κοκτέιλ κοστίζουν 5 ευρώ, τα σπέσιαλ 7 ευρώ, οι μπίρες 3-5 ευρώ: σερβίρονται γερμανικές, τσεχικές, βελγικές, αλλά και ελληνικές, όπως η Βεργίνα (κόκκινη και weiss) και η ezα (Ελληνική Ζυθοποιία Αταλάντης). | Αγίου Νικολάου 38

Στην πιάτσα της Κονταράτου: Βόλος και Κολωνάκι μάς κάνουν «Βολωνάκι». Έτσι ονομάζεται η πιάτσα των Κονταράτου και Κουμουνδούρου, κοντά στον Άγιο Νικόλαο, που είναι γεμάτη μαγαζιά. Σάββατο βράδυ γύρω στις 9 περπατήσαμε τον σχετικά μικρό πεζόδρομο της Κονταράτου, περνώντας μπροστά από τα Duomo, Cafe Gala, Grappa Vino & Aperitivo, Entra, Novel, Grooove, Route 66, Maddox, Hemingway. Τα περισσότερα ήταν γεμάτα κόσμο, κάποιοι έπιναν ακόμα καφέ, ενώ άλλοι ξεκινούσαν το αλκοόλ. Αν θέλετε κίνηση, βαβούρα και bar-hopping, αυτό είναι το κατάλληλο μέρος.

Γνωριμία με τα κτίρια της πόλης: Αυτή η τελευταία πρόταση απευθύνεται σε εκείνους που τους αρέσει το περπάτημα, αλλά και η ετερόκλητη αρχιτεκτονική μιας πόλης με πολλά πρόσωπα. Αν διασχίσει κανείς τον Βόλο, ανάμεσα σε πολυκατοικίες ή μονοκατοικίες που δεν έχουν ιδιαίτερο χαρακτήρα, θα εντοπίσει και ορισμένα κτίρια ξεχωριστά, όμορφα ή εκκεντρικά, πάντως σίγουρα διαφορετικά από τον μέσο όρο. Πρώτο και πιο χαρακτηριστικό είναι το κτίριο του Σιδηροδρομικού Σταθμού Βόλου, ένα απίστευτο-για τα δεδομένα ελληνικής επαρχιακής πόλης-κτίσμα με μουσταρδί πρόσοψη, τριγωνική σκεπή και λεπτομέρειες σαν πράσινη δαντέλα, που χτίστηκε το 1882 σε σχέδια του Εβαρίστο Ντε Κίρικο (πατέρα του Τζόρτζιο). Αν είστε τυχεροί και ο υπεύθυνος βρίσκεται στο χώρο (εμείς δεν ήμασταν), μπορεί να σας ανοίξει τον πρώτο όροφο για να δείτε το Σιδηροδρομικό Μουσείο Θεσσαλίας που στεγάζεται εκεί.

Λίγο πιο ανατολικά βρίσκεται ένα σκούρο λευκό (ή ανοιχτό γκρι) ψηλό κτίσμα, γραμμικό στο κάτω μέρος, καμπυλωτό και με διαφάνειες στο πάνω. Το διατηρητέο της Τράπεζας Αθηνών, το αναπαλαιωμένο κτίριο του 1925, σήμερα στεγάζει την Κεντρική Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (Μεταμορφώσεως 2). Ακριβώς δίπλα θα δείτε το Δημοτικό Ωδείο Βόλου, ένα νεοκλασικό του 19ου αιώνα, το οποίο χτίστηκε για να φιλοξενήσει την Τράπεζα Ηπειροθεσσαλίας (και αργότερα την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος). Μετά τους σεισμούς της δεκαετίας του ’50 (που αφαίρεσαν από τον Βόλο αμέτρητες αρχιτεκτονικές ομορφιές) κατεδαφίστηκε ο πρώτος όροφος, ενώ το κτίριο αναστηλώθηκε τη δεκαετία του ’80.

Το στραφταλιστό κτίριο δίπλα στο Δημοτικό Ωδείο είναι το Κέντρο Τέχνης Τζόρτζιο Ντε Κίρικο, ενώ σε πολύ κοντινή απόσταση βρίσκεται και το γλυκό κτίριο της Συναγωγής (Ξενοφώντος, Πλάτωνος, Μωυσέως). Το κουρασμένο και όμως γοητευτικό κτίριο της κατάληψης Ματσάγγου (Π. Μελά και Ερμού), παλιότερα του καπνοβιομήχανου Ματσάγγου, κουβαλάει την αρχιτεκτονική χάρη άλλων εποχών, ενώ προς παραλία μεριά βρίσκεται το κινηματοθέατρο Αχίλλειο (Κουμουνδούρου και Ιάσονος), έργο του Βολιώτη αρχιτέκτονα Κωνσταντίνου Αργύρη, που έχει περάσει στη σφαίρα του κλασικού, καθώς εγκαινιάστηκε πριν από ακριβώς 89 χρόνια (15 Νοεμβρίου 1925).

Μετάβαση: Στον Βόλο μπορείτε να μεταβείτε οδικώς με Ι.Χ. (απόσταση 319 χλμ., διάρκεια ταξιδιού περίπου 4 ώρες), με ΚΤΕΛ (εισιτήριο απλής μετάβασης 27,40 ευρώ, σταθμός Βόλου ή με το τρένο μέσω Λάρισας με το Intercity, με κόστος εισιτηρίου απλής μετάβασης στα 35,30 ευρώ (υπάρχει και το απλό, με δρομολόγια μόνο το βράδυ και κόστος εισιτηρίου 18,80 ευρώ).