24.7.23

Νομός Χαλκιδικής: Το χωριό Άφυτος


Άφυτος όπως ατενίζω, όπως αρχαιότητα, όπως αρχιτεκτονική απλότητα. Ένα χωριό στη Χαλκιδική που αποτελεί πόλο έλξης και σε κερδίζει με την απέριττη ομορφιά του και την ιδιαίτερη φυσιογνωμία του. Βρίσκεται στο πρώτο πόδι της Χαλκιδικής. Μία ώρα δρόμο και 85 χιλιόμετρα μακριά από τη Θεσσαλονίκη. Περνώντας τον ισθμό της Ποτίδαιας και κατευθυνόμενοι νότια, από την ανατολική πλευρά της Κασσάνδρας, είναι το τρίτο χωριό που συναντάει κανείς μετά τη Νέα Ποτίδαια και τη Νέα Φώκαια. Η μετάβαση προς αυτή είναι ομαλή και απερίσπαστη. Αυτές είναι οι τετριμμένες συντεταγμένες και οι αυτονόητες σχετικές οδηγίες.

Στην ουσία τώρα, η Άφυτος ή Άθυτος είναι μία αποκάλυψη και υπάρχουν πολλά στοιχεία που συνηγορούν περί του λόγου το αληθές. Χτισμένη σε ύψωμα πάνω από την ακτή, καταλήγει στην κόψη ενός βράχου, σαν ένα μπαλκόνι με ανυπέρβλητη θέα. Σε θέση χαρακτηριστική, πανοραμική και στρατηγική συνάμα, εποπτεύοντας τον Τορωναίο κόλπο και την Σιθωνία απέναντι. Όταν μάλιστα η ματιά ξανοίγεται, αγναντεύει όλη την ανατολική Κασσάνδρα. Η Άφυτος είναι τόπος όμορφος μα και γεμάτος ιστορία. Η ύπαρξη της φθάνει πίσω στην αρχαιότητα. Προσαρμοσμένη στη μορφολογία της περιοχής και σε οχυρή θέση φαίνεται να κατοικείται τουλάχιστον από το 3000 π.Χ.

Η αναφορά της από αρχαίους Έλληνες συγγραφείς (ο Ηρόδοτος, ο Αριστοτέλης και ο Ξενοφώντας μεταξύ αυτών), πιστοποιεί ότι υπήρξε σημαντική πόλη της χερσονήσου της Κασσάνδρας. Αίγλη και κύρος της προσέδωσαν μάλιστα το Ιερό του Διονύσου αλλά κυρίως το Ιερό του Άμμωνα Δία, που υπήρχε στην ευρύτερη επικράτεια και θεωρούνταν ένα από τα πιο σημαντικά ιερά στον ελληνικό κόσμο. Σύμφωνα με τις πηγές και την αρχαιολογική σκαπάνη, κατά τους αρχαϊκούς και κλασικούς χρόνους γνώρισε οικονομική ευημερία και ανάπτυξη, ενώ υπήρξε και μέλος της Αθηναϊκής Συμμαχίας. Η ελληνιστική και ρωμαϊκή περίοδος βρίσκει την Άφυτο ακόμη κραταιά.

Κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821, συμμετείχε ενεργά στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα και γνώρισε την καταστροφική λαίλαπα των Οθωμανών και τον ξεριζωμό των ανθρώπων της. Οι κάτοικοι επιστρέφοντας σταδιακά μετά το 1827στον τόπο τους, έκαναν την Άφυτο σημαντικό κεφαλοχώρι της Κασσάνδρας, ενώ μετά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα ξεκίνησε ακόμη πιο έντονη η ανοικοδόμησή της και ο τοπικός πωρόλιθος υπήρξε το υλικό κατασκευής των σπιτιών του χωριού. Το ευτύχημα είναι ότι η αρχιτεκτονική μορφή που έχει σήμερα ο οικισμός, έρχεται από εκείνα τα χρόνια.

Πρόκειται για έναν αναγνωρισμένο, παραδοσιακό οικισμό, με σπίτια που κουβαλάνε την παλιά λαϊκή αρχιτεκτονική και την αξιοσύνη μερακλήδων μαστόρων. Περπατώντας στα πλακόστρωτα σοκάκια, συναντάς οικίες που σε κάνουν να νιώθεις ότι ο χρόνος γυρνάει προς τα πίσω και αυτό είναι το επίτευγμα των κατοίκων της, οι οποίοι δηλώνουν περήφανοι που κατάφεραν να κρατήσουν αναλλοίωτη τη φυσιογνωμία του τόπου τους και να δημιουργήσουν μία μοναδική ατμόσφαιρα. Γι’ αυτό ό,τι αναστηλώνεται, κατασκευάζεται ή αναπαλαιώνεται, με τον εγχώριο πωρόλιθο πανταχού παρόντα, διέπεται από αυστηρούς αρχιτεκτονικούς περιορισμούς.

Υπάρχουν σπίτια, διάσπαρτα στην Άφυτο, ηλικίας 150 και πλέον ετών, που διατηρούν τις κτητορικές επιγραφές αλλά και τα λιθανάγλυφά τους. Περιδιαβαίνοντας τα καλντερίμια λοιπόν, συναντάει κανείς «αρχοντικά», λιθόκτιστα σπίτια, που σώζονται ακόμη. Όπως του Κατσάνη (χτισμένο το 1860 περίπου), του Παπαβασιλείου (το 1864), του Γαλάνη (το 1876) και του Αλετρά. Το τελευταίο, χτισμένο το 1889, όπως πιστοποιεί και σχετική λίθινη επιγραφή, βρίσκεται σε περίοπτη θέση, δίπλα στην κεντρική πλατεία και στεγάζει το Λαογραφικό Μουσείο της Αφύτου. Ζεστός χώρος με το ξύλο και την πέτρα να κυριαρχούν στην εσωτερική διακόσμησή του.

Αν έχετε δύο ευρώ, καλή διάθεση και λίγη τύχη ( αφού ανοίγει απογευματινές ώρες αλλά όχι προς το παρόν με standard πρόγραμμα), θα έχετε την ευκαιρία να δείτε εκθέματα, διατεταγμένα σε επίπεδα, που αποτυπώνουν ήθη και συνήθειες των ντόπιων στο πρόσφατο παρελθόν. Εργαλεία (οικιακής χρήσης, αγροτικά και κτηνοτροφίας), κεραμικά, αντικείμενα παραδοσιακής τέχνης, μία αναπαράσταση παραδοσιακού σπιτιού, είδη προικός, έπιπλα και χειροποίητα μάλλινα υφάσματα εκτός των άλλων, μας «γνωρίζουν» από πρώτο χέρι, τον παλιό τρόπο ζωής. Αυτό το μουσείο, προέκυψε χάρη στην πρωτοβουλία και το όραμα του εικαστικού Νίκου Παραλή και υλοποιήθηκε χάρη στις ευγενικές δωρεές αντικειμένων από τους κατοίκους της περιοχής.

Κατηφορίζοντας τον δρόμο και σχεδόν αμέσως μετά το μουσείο, ο επισκέπτης συναντά ένα διατηρητέο μνημείο-στολίδι να δεσπόζει. Είναι ο ενοριακός ιερός ναός του Αγίου Δημητρίου. Πρόκειται για τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική με τρούλο που κτίσθηκε το 1858 περίπου, πάνω στα απομεινάρια αρχαιότερου ναού. Με ιδιαίτερη αρχιτεκτονική, με επιμελημένη τοιχοποιία, ενσωματωμένο κωδωνοστάσιο, νάρθηκα και γυναικωνίτη. Με ξυλόγλυπτο τέμπλο, λιθανάγλυφα στο εξωτερικό του νότιου τοίχου (πάνω από τα παράθυρα) και κάποιες από τις παλιές εικόνες που τον κοσμούν να είναι έργα του 14ου και του 17ου αιώνα.

Κοντά σχετικά χρονικά, χτίστηκαν όμορφα παρεκκλήσια, για την πίστη, το φρόνημα και την παρηγοριά, που αξίζει κανείς να επισκεφθεί, όπως, ο ναός του Αγίου Γεωργίου στο Λαυριώτικο (χτίστηκε το 1867), η εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (το 1885), και (αργότερα) ο Άγιος Αθανάσιος και ο Άγιος Νικόλαος στη Λιόση. Αυτό που αποτελεί επίσης σήμα κατατεθέν της Αφύτου είναι το γεγονός ότι ολόκληρη μοιάζει με μία υπαίθρια γκαλερί. Σε αυτό συμβάλλουν καθοριστικά οι τενεκέδες τυριού που είναι ταυτόχρονα γλάστρες και έργα τέχνης. Διάσπαρτοι σε όλο το χωριό, πολύχρωμοι και πρωτότυποι, φιλοξενούν από προσωπογραφίες σημαντικών προσωπικοτήτων του πολιτισμού και της διανόησης μέχρι εμπνευσμένες εικαστικές απεικονίσεις.

Μεταμορφώνουν έτσι τον χώρο και αποτελούν μία υπέροχη, ολάνθιστη εικόνα που κερδίζει τον επισκέπτη. Αξιοσημείωτο είναι ότι πολλοί από τους τενεκέδες είναι εθελοντικές δημιουργίες ζωγράφων από κάθε γωνιά της Ελλάδας, που αποστέλλουν τα έργα τους, ως ευγενικοί χορηγοί, με πολλή αγάπη. Και τα μοναδικά γλυπτά του Βασίλη Παυλή, καλλιτέχνη, που έχει αφιερώσει τη ζωή του στον εξωραϊσμό και στην αισθητική αναβάθμιση της Αφύτου, αποτελούν επίσης πρόσθετη συνεισφορά στο να μετατραπεί το χωριό σε ένα ζωντανό εικαστικό υπερθέαμα. Πρωτότυπα και ξεχωριστά, φτιαγμένα από πωρόλιθο κοσμούν γωνίες του οικισμού και μαγνητίζουν τα βλέμματα.

Το παζλ της τέχνης στον δρόμο συμπληρώνουν τα ανακαινισμένα παγκάκια. Καλοδιατηρημένα, φρεσκοβαμμένα και περιποιημένα προσθέτουν στον καλλωπισμό του τόπου και αποτελούν με τη σειρά τους ένα δείγμα καλλιτεχνικής παρέμβασης. Σημαντικός παράγοντας στην υλοποίηση όλων των παραπάνω δράσεων είναι οι εθελοντές, κάποιοι εξ αυτών τουρίστες ή αλλοδαποί που απλά επιδιώκουν να συνδράμουν στο να γίνει καλύτερη η ζωή όλων. Παραμένοντας στον κοσμοπολίτικο και μαγευτικό κόσμο της Αφύτου, που γνωρίζει μεγάλη τουριστική ανάπτυξη, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι προσφέρει πληθώρα επιλογών στον επισκέπτη. Έλληνες, Βαλκάνιοι και Ευρωπαίοι τουρίστες που την κατακλύζουν θα βρουν εδώ ό,τι τραβάει η ψυχή τους.

Είτε στα πετρόκτιστα σοκάκια, είτε στις μικρές πλατείες, είτε σε κρυμμένες γωνιές, είτε στον Βράχο και τον Κουτσόμυλο (περιοχές «μπαλκονάτες», με απρόσκοπτη θέα στον Τορωναίο κόλπο), είτε παραθαλάσσια, τα εστιατόρια, τα καφέ, τα μπαρ και οι ταβέρνες ανταποκρίνονται σε κάθε γούστο και πορτοφόλι, ικανοποιώντας και τον πιο απαιτητικό. Οι ίδιες προδιαγραφές φυσικά ισχύουν και στον τομέα της διαμονής.

Όσο για τη θάλασσα της Αφύτου, αρκεί να κατηφορίσει κανείς από τον οικισμό και να βρεθεί σε παραλίες που «κυματίζει»-ως ένδειξη ποιότητας-η Γαλάζια Σημαία. Η αιγαιοπελαγίτικη αύρα και η αφυτιώτικη άμμος και τα βραχάκια, μας περιμένουν, μετά από πολύ σύντομη διαδρομή, σε παραλίες όπως οι Βάρκες και η Πούντα (στα αριστερά μας όπως αγναντεύουμε το πέλαγος, πιο ιδιαίτερες και πιο μικρές), η Μουδουνού και η Λιόση (στη δεξιά πλευρά, πιο εκτεταμένες). Θαυμάσιες παραλίες, οργανωμένες κατεξοχήν, με ψαροταβέρνες, εστιατόρια και beach bars διαθέσιμα δίπλα τους. Πέτρινη, παραδοσιακή και πολύχρωμη η Άφυτος έχει καταφέρει να αποτελεί μία ξεχωριστή πρόταση, κρατώντας την ιδιαιτερότητά της και παραμένοντας μοναδική με όλη την σαγηνευτική της απλότητα.